Τη διεξαγωγή συνόδου κορυφής σε τρίτη χώρα πρότεινε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε την Τρίτη με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν, όπως ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος.
Ο Μπάιντεν, όπως έγινε γνωστό από την Ουάσινγκτον, ζήτησε από τον Πούτιν να συμβάλει στη «μείωση των εντάσεων» και του πρότεινε να συναντηθούν «σε μια τρίτη χώρα» εντός των επόμενων μηνών ώστε «να οικοδομήσουμε μια σταθερή και προβλέψιμη σχέση με τη Ρωσία».
Ο αμερικανός πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι η Ουάσινγκτον θα υπερασπιστεί τα εθνικά συμφέροντά της απέναντι στις ενέργειες της Ρωσίας, όπως στις κυβερνοεπιθέσεις και την παρέμβαση σε εκλογές.
Οι δύο ηγέτες συζήτησαν θέματα που αφορούν τον έλεγχο των εξοπλισμών και την ασφάλεια. Ο Μπάιντεν εξέφρασε την ανησυχία του «για την αιφνιδιαστική συγκέντρωση ρωσικών μονάδων στην κατεχόμενη Κριμαία και στα σύνορα με την Ουκρανία». Τόνισε επίσης ότι οι ΗΠΑ παραμένουν δεσμευμένες στην εθνική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.
Από την πλευρά του το Κρεμλίνο δήλωσε ότι οι δύο πρόεδροι δήλωσαν έτοιμοι να «συνεχίσουν το διάλογο» για να διασφαλίσουν την παγκόσμια ασφάλεια. Η Μόσχα επιβεβαίωσε επίσης ότι ο αμερικανός πρόεδρος πρότεινε στον Πούτιν να οργανώσουν μια σύνοδο κορυφής «στο προσεχές μέλλον», χωρίς όμως να διευκρινίσει αν ο ρώσος ηγέτης δέχτηκε.
Σύμφωνα με τη Μόσχα, οι δύο ηγέτες συζήτησαν τις εντάσεις που σχετίζονται με το ζήτημα της Ουκρανίας, καθώς το Κίεβο και η Δύση κατηγορούν τη Μόσχα ότι συγκεντρώνει χιλιάδες στρατιώτες στα σύνορα αυτής της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας, η οποία φιλοδοξεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Παράλληλα, από τις αρχές του έτους έχουν ξαναρχίσει και οι συγκρούσεις μεταξύ των ουκρανικών δυνάμεων και των φιλορώσων αυτονομιστών στην ανατολική Ουκρανία.
Υπό αυτό το πλαίσιο, ο Πούτιν μίλησε για μια πολιτική διευθέτηση της κρίσης που θα βασίζεται στις ειρηνευτικές συμφωνίες του Μινσκ, οι οποίες υιοθετήθηκαν το 2015 αλλά το πολιτικό σκέλος τους δεν εφαρμόστηκε.