Υπό την πίεση των «μαύρων» μαντάτων των δημοσκοπήσεων, αλλά και των «πυρών» που δέχθηκε η ηγεσία του υπουργείου Υγείας για την πρόσφατη τροπολογία που αφορούσε τον τρόπο υπολογισμού των φαρμάκων (ένα δώρο προς τις φαρμακευτικές όπως κατήγγειλε η αντιπολίτευση), από την κυβέρνηση αναζήτησαν προστασία στο τελευταίο πολιτικό καταφύγιο, την επίθεση κατά πάντων, ακόμα και κατά της περιόδου του Κώστα Καραμανλή.
Σε συνέντευξη Τύπου που διεξήχθη την Τρίτη στο υπουργείο Εργασίας, με πρωταγωνιστές την (ιδιαίτερα προβεβλημένη τελευταία) υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου, τον υπουργό Υγείας Ανδρέα Ξανθό και τον αναπληρωτή υπουργό Υγείας Παύλο Πολάκη, καταγγέλθηκε ένα δώρο εκατοντάδων εκατ. ευρώ προς φαρμακευτικές την περίοδο 2006-2010, δηλαδή ως επί τω πλείστον την εποχή της διακυβέρνησης Καραμανλή.
Αντικείμενο της καταγγελίας, το «δώρο» των 241 εκατ. ευρώ που εμφανίζεται να έκανε το ελληνικό Δημόσιο σε φαρμακευτικές εταιρείες κατά την επίμαχη πενταετία από τη μη είσπραξη ποσών μέσω του rebate.
«Το ελληνικό Δημόσιο, για μια σειρά μη σύννομων λόγων την περίοδο 2006-2010 δεν εισέπραξε τα ποσά που θα έπρεπε να έχει εισπράξει από φαρμακευτικές εταιρείες μέσω του rebate, με αποτέλεσμα να ζημιωθεί κατά περίπου 241 εκατομμύρια ευρώ», τόνισε σε αυστηρό ύφος η κυρία Αχτσιόγλου.
Τρεις υπουργοί για να καταγγελθεί μια ζημία 241 εκατ. ευρώ μέσα σε μια πενταετία είναι μια εικόνα με ξεχωριστή πολιτική δύναμη και σημασία.
Φαίνεται ότι στον ΣΥΡΙΖΑ θυμήθηκαν ύστερα από τέσσερα χρόνια στην εξουσία –και ισάριθμα χρόνια αφωνίας– να ασκήσουν κριτική στην περίοδο Καραμανλή (2004-2009), βγάζοντας στη φορά τα κακώς κείμενα, τις μη σύννομες ενέργειες (όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η υπουργός Εργασίας) και τις περιπτώσεις κακοδιαχείρισης (και) της διακυβέρνησής του.
Η επίθεση αυτή ερμηνεύεται ήδη ως το ύστατο όπλο Μαξίμου και Κουμουνδούρου στη μάχη της συσπείρωσης των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο «παλιό πολιτικό σύστημα». Με τη διαφορά ότι αυτή τη αφορά εστίασαν ειδικά στην περίοδο διακυβέρνησης Καραμανλή, την οποία έως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αφήσει εκτός πλαισίου κριτικής (άλλωστε το φλερτ με το σύστημα του πρώην Πρωθυπουργού -βλέπε Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, αν. υπουργός Δικαιοσύνης- δεν μπορούσε να κρυφτεί).
Χαρακτηριστική η διατύπωση που επέλεξε η κυρία Αχτσιόγλου για να περιγράψει τα… κακώς κείμενα. Πρόκειται είπε, «για μια ακόμη περίπτωση ζημιογόνας διαχείρισης δημοσίου χρήματος που συνέβη στη χώρα κατά τη θητεία των προηγούμενων κυβερνήσεων, για ένα πρόβλημα που δημιουργήθηκε και δεν αντιμετωπίστηκε στη θητεία προηγούμενων κυβερνήσεων».
Η κυβέρνηση Τσίπρα, όμως, τόνισε η υπουργός Εργασίας, «είναι αποφασισμένη να διασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον, να αποκαλύψει κάθε τέτοια περίπτωση κακοδιαχείρισης, να αναζητήσει και το τελευταίο ευρώ που πρέπει να οδηγηθεί στα δημόσια ταμεία, και στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για περίπου 241 εκατομμύρια ευρώ» και «όλα τα ποσά που οφείλονται στο Δημόσιο, θα αναζητηθούν και θα εισπραχθούν».
Η αναζήτηση και ο πιθανός καταλογισμός ευθυνών για παραλείψεις που έγιναν εκείνη την περίοδο είναι υπόθεση των αρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών, έσπευσε να διευκρινίσει, αλλά όπως υπογράμμισε «οι πολιτικές ευθύνες είναι, προφανώς, αυτονόητες όταν δεν διασφαλίζεται η είσπραξη χρημάτων τα οποία οφείλονται στο Δημόσιο».
«Οι πολιτικές ευθύνες βαραίνουν τις προηγούμενες κυβερνήσεις που άφησαν για σειρά ετών στα αζήτητα χρήματα που έπρεπε να αποδοθούν στο Δημόσιο», επανέλαβε η κυρία Αχτσιόγλου, σηματοδοτώντας, εκτός των άλλων την όψιμη επίθεση του ΣΥΡΙΖΑ στο (επί τετραετία) «άβατο Κώστας Καραμανλής».