Ο Γκουστάβο Πογιέτ μετά τον αγώνα της εθνικής μας στο Μαυροβούνιο | ΜΠΙΡΝΤΑΧΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ / IntimeNews
Επικαιρότητα

Τα «προσεχώς» της Εθνικής του Πογιέτ

Τα φιλικά ματς στο Βουκουρέστι και την Ποντγκόριτσα ήταν η προσομοίωση του ανταγωνισμού που η Εθνική μας θα αντιμετωπίσει στις δυο επόμενες αποστολές της. Στο ένα τεστ πήγε καλά. Στο άλλο, όχι. Σπίθες δεν θα πετάει, ούτε με τον Γκουστάβο Πογιέτ στο τιμόνι. Αλλά δεν της λείπει παρά ένα «κλικ» για να μπορεί να κερδίζει, μέσα - έξω, ομάδες όπως η Ρουμανία, το Μαυροβούνιο, το Κόσοβο, ή η Σλοβενία
Sportscaster

Η παράδοση, που θέλει τους ομοσπονδιακούς μας τεχνικούς να μην αρχίζουν τη θητεία τους στην Εθνική Ελλάδας με δυο διαδοχικές νίκες, από το 1994 κι έπειτα, τηρήθηκε ευλαβικά. Στην Ποντγκόριτσα ο Γκουστάβο Πογιέτ, ο 14ος ξένος προπονητής που κάθισε στον ελληνικό πάγκο, είδε την ομάδα του να χάνει από το ταπεινό Μαυροβούνιο με 1-0.

Σε αυτό το δεύτερο τεστ της νέας της εποχής, η Εθνική μας εμφάνισε τα προτερήματα και τα ελαττώματα που τη χαρακτηρίζουν την τελευταία επταετία, όταν την καθοδηγούσαν ο Μίχαελ Σκίμπε πρώτα και, στη συνέχεια, ο Τζον φαν’τ Σιπ. Οσοι αγωνίστηκαν, προσπάθησαν για το καλύτερο, ήταν πειθαρχημένοι και είχαν ομαδικό πνεύμα, όμως δεν ήξεραν τι να κάνουν με την μπάλα στα πόδια. Η αδυναμία της να παίξει ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας, η έλλειψη δημιουργίας και το εξαιρετικά προβλέψιμο παιχνίδι της, είναι οι ασθένειες που ταλαιπωρούν τη «γαλανόλευκη» εδώ και, σχεδόν, μια δεκαετία.

Την περασμένη Παρασκευή, στο νικηφόρο (0-1) παιχνίδι της Εθνικής στο Βουκουρέστι, το μεγάλο μας πρόβλημα δεν φάνηκε τόσο πολύ, επειδή ο προπονητής των Ρουμάνων είχε την… ευγενή καλοσύνη να μας αφήσει ελεύθερους χώρους, που οι διεθνείς μας εκμεταλλεύτηκαν. Αλλά χθες (Δευτέρα) βράδυ, ο κόουτς του Μαυροβουνίου μας έκοψε ακόμη και… τη θέα προς το τέρμα της ομάδας του, μαρκάροντας ασφυκτικά τον Μπουχαλάκη και τον Μπακασέτα. Η ανάπτυξη από τα πλάγια ήταν αναιμική, επειδή ο Τσιμίκας δεν έπιασε τη γνωστή του απόδοση, και ο «πρωτάρης» Λύρατζης ήταν φανερά «τρακαρισμένος» στις τελικές του προσπάθειες. Επιπλέον, η αλλαγή συστήματος από τον ουρουγουανό προπονητή δεν ευνοούσε το αποτελεσματικό πρέσινγκ που είδαμε στη Ρουμανία. Ετσι, με κατοχή μπάλας που ξεπέρασε το 60%, η Εθνική δεν κατέγραψε ούτε μια τελική στον στόχο, και δημιούργησε μόλις μια φάση της προκοπής σε 90 λεπτά αγώνα.

Ηττηθήκαμε από έναν αντίπαλο μέτριας ποιότητας, τον οποίο, μάλιστα, είχαμε νικήσει (2-1) σε φιλικό ματς στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» τον Μάρτιο του 2016, την εποχή που προσπαθούσαμε να αφήσουμε πίσω μας τις χειρότερές μας μέρες. Δεν το λες ενθαρρυντικό αυτό. Από την άλλη, όμως, είναι πολύ νωρίς για συμπεράσματα. Τα παιχνίδια στο Βουκουρέστι και την Ποντγκόριτσα δεν ήταν παρά μία πρώτη γνωριμία των ποδοσφαιριστών με τον Πογιέτ. Σε μόλις πέντε προπονήσεις, ελάχιστα μπορούν να αλλάξουν σε μια ομάδα. Ισα που πρόλαβαν να πουν τα «βασικά».

Οχι πως περιμένουμε να δούμε κάποιο περίπλοκο ποδοσφαιρικό σχέδιο από τον Ουρουγουανό. Η δουλειά του στην ΑΕΚ, αλλά και στα έξι χρόνια που απουσίασε από την Ελλάδα, έδειξε ότι η αγωνιστική του φιλοσοφία εξαντλείται στα, περίπου, αυτονόητα. Η Εθνική του Πογιέτ δεν θα… πετάει σπίθες. Θα είναι μια ομάδα που θα ισορροπεί μεταξύ άμυνας και επίθεσης, θα στηρίζεται στην ατομική ποιότητα κάποιων μονάδων της, και -κυρίως- στην ψυχολογική προετοιμασία της. Αυτό είναι το μεγαλύτερο «στοίχημα» του νέου μας προπονητή, και είναι πολύ σημαντικό να κερδηθεί. Διότι τα τελευταία χρόνια, σε κάθε κρίσιμο για την επίτευξη των στόχων μας παιχνίδι, αποτύχαμε παταγωδώς. Με μόνη εξαίρεση, τη χρονιά (επί Σκίμπε) που φτάσαμε ένα βήμα από το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας, και αποκλειστήκαμε στα μπαράζ από τη μετέπειτα φιναλίστ, Κροατία.

Στα δυο τεστ φάνηκαν ξεκάθαρα κάποιες από τις προθέσεις/ιδέες του Πογιέτ: Βασικός τερματοφύλακας θα είναι ο Βλαχοδήμος – δεν είναι τυχαίο που τον επέλεξε και στα δυο φιλικά ματς. Σε πρώτη φάση θα είναι σταθερά και τα «δίδυμα» των κεντρικών αμυντικών (Χατζηδιάκος – Μαυροπάνος) και των αμυντικών χαφ (Σιώπης – Μπουχαλάκης). Προφανώς, για να δημιουργηθεί άμεσα ένας «κορμός» ενόψη των επίσημων αγωνιστικών υποχρεώσεων της Εθνικής, που αρχίζουν τον Ιούνιο. Ενας από τους διεθνείς στους οποίους θα επενδύσει πολλά, θα είναι ο Τσιμίκας. Για να διευκολύνει τις επελάσεις του, έδωσε εντολή στον αριστερό εξτρέμ (Πέλκας) να συγκλίνει προς τον άξονα του γηπέδου. Σκοπεύει να παίζει με τρεις κεντρικούς μέσους. Αν και αυτό θα δυσκολέψει τη ζωή, τόσο του Μπακασέτα, όσο και του Φορτούνη. Ενας άλλος που υπολογίζει ιδιαιτέρως, είναι ο νεαρός Αλεξανδρόπουλος – ίσως ο πιο μοντέρνος έλληνας χαφ. Τον χρησιμοποίησε και στα δυο φιλικά.

Περιμένει, βεβαίως, και σημαντικές επιστροφές (Μασούρας, Φορτούνης, Ζέκα, Κουρμπέλης, Μανωλάς, Παπασταθόπουλος, Σιόβας, Βρουσάι). Θεωρητικά, λύσεις υπάρχουν για όλα τα προβλήματα της Εθνικής, εκτός από ένα: το σκοράρισμα. Σε δυο ολόκληρα παιχνίδια, κανένας από τους φορ που χρησιμοποιήθηκαν (Γιακουμάκης, Δουβίκας, Παυλίδης, Κουλούρης, Λημνιός) δεν πλησίασε, καν, το γκολ. Και στο Βουκουρέστι, που η ομάδα δημιούργησε φάσεις, μόνο 2 στις 14 κατέληξαν σε on-target σουτ ή κεφαλιές. Το γκολ είναι ταλέντο που το ‘χεις, ή δεν το ‘χεις. Δεν μπορεί να στο μάθει ο προπονητής.

Με τους ίδιους παίκτες, πάνω – κάτω, που είχε στη διάθεσή του και ο προκάτοχός του, ο Πογιέτ ανέλαβε μια «διπλή» αποστολή: να ανεβάσει την Εθνική στη Β’ Κατηγορία του Nations League, και να την οδηγήσει στο Euro του 2024. Στο Nations League (2/6/2022 – 27/9/2022) αντίπαλοί μας θα είναι η Βόρεια Ιρλανδία, το Κόσοβο και η Κύπρος ή η Εσθονία. Στο Euro 2024 ο ανταγωνισμός (για τη δεύτερη προνομιούχο θέση του ομίλου) θα είναι, περίπου, του ιδίου επιπέδου. Αραγε, πόσο δύσκολο είναι, να μπορούμε να νικάμε μέσα – έξω τους Σλοβένους, τους Ρουμάνους, ή τους Μαυροβούνιους;

Πάντως, θέληση για διάκριση υπάρχει. Από όλους τους εν ενεργεία διεθνείς μας, μόνον ο Τζαβέλλας έχει ζήσει μεγαλεία με την Εθνική. Για τους περισσότερους, αυτή είναι η τελευταία ευκαιρία να γράψουν ιστορία. Αλλά και ο ίδιος ο 54χρονος προπονητής έχει πολύ καιρό να προσθέσει μια σημαντική επιτυχία στο βιογραφικό του.