«Ποτέ δεν θα πάω στον Παναθηναϊκό»
Γιάννης Μπουρούσης, 16 Ιουνίου 2011. Μιλώντας σε σπουδαστές σχολής δημοσιογραφίας.
«Ο Παναθηναϊκός είναι μία από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ευρώπης και η πιο επιτυχημένη της τελευταίας εικοσαετίας. Ηθελα πάρα πολύ να γίνω μέρος αυτής της σπουδαίας ιστορίας, και είναι μεγάλη τιμή για μένα να φορέσω αυτή τη φανέλα»
Γιάννης Μπουρούσης, 12 Ιουλίου 2016. Αμέσως μετά την υπογραφή του συμβολαίου του -διάρκειας δυο ετών- με την ΚΑΕ Παναθηναϊκός.
Στο μπάσκετ -και στη ζωή- «ποτέ μην πεις ποτέ». Το «όχι στον Παναθηναϊκό» το είχε βροντοφωνάξει (το 2000) και ο τότε παίκτης του Ολυμπιακού, Δημήτρης Παπανικολάου. Ούτε εκείνος μπορούσε να διανοηθεί, τι του επεφύλασσε το (πράσινο) μέλλον του. Κανένας από τους 30 μπασκετμπολίστες που διέβησαν τον ποταμό -από την κόκκινη όχθη του προς την πράσινη, και τανάπαλιν- δεν πίστευε ότι θα το κάνει. Κάποτε, που ήταν λίγοι τους έλεγαν «γενίτσαρους». Τώρα, που έγιναν πολλοί, τους λένε «επαγγελματίες».
Ο Μπουρούσης ήταν ο τελευταίος που περίμενες ότι θα βρέξει τα πόδια του για να περάσει απέναντι. Είχε φροντίσει, ώστε με τους παναθηναϊκούς να τον χωρίζει… ο Αμαζόνιος. Δεν ήταν ένα καλάθι, μια δήλωση, μια κακή στιγμή. Ηταν μια «βεντέτα» που φαινόταν πως θα κρατούσε για πάντα.
Ανοιξε -ουσιαστικά- το 2009, στο Βερολίνο. Εκεί, στον ημιτελικό της Ευρωλίγκας, αστόχησε στο δίποντο που θα έστελνε τον αγώνα στην παράταση. Ο Παναθηναϊκός νίκησε με ένα καλάθι και πήγε στον τελικό. Δυο μέρες μετά, οπαδοί του Παναθηναϊκού πήγαν να δουν τον Ολυμπιακό στην… αγγαρεία του μικρού τελικού. Για να τον «γλεντήσουν», βεβαίως. Ο πάντα πρόθυμος για καβγά Μπουρούσης, όμως, δεν άντεξε την καζούρα της εξέδρας. Υψωσε δέκα δάκτυλα και απάντησε: «Σε 10 μέρες θα τα πούμε, σε 10 μέρες…».
Σε δέκα ημέρες ήταν ο τελικός του ελληνικού πρωταθλήματος (2008-2009), όπου ο Ολυμπιακός έχασε τον τίτλο από τον Παναθηναϊκό. Αλλες δυο φορές που συνάντησε τον Παναθηναϊκό σε ελληνικούς τελικούς, ηττήθηκε επίσης. Με τα χρόνια να περνούν και τον Ολυμπιακό να αδυνατεί να υψώσει ανάστημα στον «αιώνιο» αντίπαλο, ο καρδιτσιώτης σέντερ έγινε ο ιδανικός στόχος για την πράσινη εξέδρα. Και δεν έχανε ευκαιρία να «απαντά».
Μετά τον τρίτο τελικό του 2010, εκνευρισμένος από την ήττα, ο Μπουρούσης έσπασε ένα τζάμι στα αποδυτήρια. Το 2011, λίγη ώρα μετά τον δεύτερο χαμένο τελικό του Πρωταθλήματος, έφτασε στο σημείο να πει: «Δεν ξαναπαίζω στην Εθνική, γιατί οι άνθρωποι που διοικούν το ελληνικό μπάσκετ δεν με σέβονται. Πέντε χρόνια στον Ολυμπιακό έχω ζήσει τόσα πολλά, έγινε και το σημερινό, και πήρα την απόφασή μου». Δεν το εννοούσε. Το είπε πάνω στον θυμό του για τη διαιτησία. Αργότερα το πήρε πίσω – και μέχρι σήμερα εξακολουθεί να τιμά το εθνόσημο. Τι να το κάνεις; Με κάτι τέτοια ξεσπάσματα, η κόντρα του με τους παναθηναϊκούς φούντωνε όλο και περισσότερο.
Αυτή η μετεγγραφή -η «βόμβα» του φετινού καλοκαιριού στο μπάσκετ- ουσιαστικά είχε αρχίσει να ωριμάζει εδώ και πέντε χρόνια
Σε τέτοιο σημείο, ώστε ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς -κόουτς του Παναθηναϊκού τότε- ένιωσε την ανάγκη να τον προστατεύσει, όταν η κλήρωση του «ΤΟΡ 16» τον έφερε πάλι στο ΟΑΚΑ, αυτή τη φορά ως παίκτη της Αρμάνι Τζινς Μιλάνο (2012). Ο «Ζέλικο» είχε μάθει για το νέο πικάρισμα που του ετοίμαζαν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού, και φρόντισε να το προλάβει με μια έκκλησή του στη συνέντευξη Τύπου πριν από το τζάμπολ. «Θα παρακαλούσα τους φιλάθλους μας, να φερθούν σωστά στον Γιάννη Μπουρούση. Είναι πολύ ωραίος τύπος, και η συμπεριφορά του στο Μιλάνο ήταν εξαιρετική».
Το 2015 επισκέφτηκε το «σπίτι» του Παναθηναϊκού με τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης. Αν και -τότε- δεν βρισκόταν στις βασικές επιλογές του προπονητή της ισπανικής ομάδας, Πάμπλο Λάσο, η στάση των παναθηναϊκών απέναντί του δεν άλλαξε. Μόνο το σύνθημα προσαρμόστηκε: «Βάλτε μέσα τον Μπουρούση».
Το τόλμημα του χρηματοδότη της ΚΑΕ Παναθηναϊκός, Δημήτρη Γιαννακόπουλου, να επενδύσει στον διεθνή σέντερ ένα κάρο λεφτά κουνώντας το «κόκκινο πανί» στους… ταύρους της ομάδας του, οφείλεται στο ότι -από το «μεγάλο όχι» του παίκτη μέχρι σήμερα- έχουν αλλάξει σχεδόν τα πάντα: ο Μπουρούσης, τα αισθήματά του για τον Ολυμπιακό, ακόμη και ο ίδιος ο Γιαννακόπουλος.
Αυτή η μετεγγραφή -η «βόμβα» του φετινού καλοκαιριού στο μπάσκετ- ουσιαστικά είχε αρχίσει να ωριμάζει εδώ και πέντε χρόνια. Ολα άρχισαν από έναν… κοριό. Το καλοκαίρι του 2011, σε μια από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που καταγράφηκαν στο πλαίσιο της έρευνας για τα «στημένα» ματς στο ποδόσφαιρο, ο Μπουρούσης ακούγεται να συζητά (17/4/2011) με τον μετέπειτα πεθερό του, Μάκη Ψωμιάδη, για ένα μυστηριώδες φάρμακο – και να αποκαλεί τους αδελφούς Αγγελόπουλους, «βλάκες». Αυτοί οι «βλάκες», όμως, τον πλήρωναν με 1,6 εκατ. ετησίως και -όπως ήταν φυσικό- παρεξηγήθηκαν. Μερικές η μέρες αργότερα ανακοινώθηκε το τέλος της συνεργασίας του παίκτη με τον Ολυμπιακό.
Ο Μπουρούσης δεν τους συγχώρεσε ποτέ, το ότι άφησαν να αιωρείται η υποψία πως έπαιρνε «ντόπα». «Πήρα συμπληρώματα, τίποτε παράνομο. Κανένας δεν με υπερασπίστηκε. Αν τον πεθαμένο τον βάζουν τρία μέτρα κάτω από τη γη, εμένα με έβαλαν δεκαπέντε», φώναζε τότε. Και τον περασμένο Απρίλιο -στην κάμερα του NovaSports- έγινε πολύ πιο συγκεκριμένος: «Ζήτησα βοήθεια από τη διοίκηση, όμως ποτέ δεν με κάλεσε σε απολογία. Ενιωσα προδομένος. Οι πρόεδροι κράτησαν απόσταση, κι έμεινε στην ιστορία ότι εγώ ήμουν το κακό παιδί». Το γυαλί της αγάπης του για τον Ολυμπιακό δεν έσπασε απλώς, έγινε θρύψαλα.
Σε αυτά τα πέντε χρόνια άλλαξε και ο Μπουρούσης, ως προσωπικότητα. «Οταν ήμουν στον Ολυμπιακό, ήμουν των άκρων. Τώρα έβαλα μυαλό», παραδέχτηκε στην ίδια συνέντευξη. Σε κάποια προηγούμενη, είχε προσπαθήσει να εξηγήσει τη συμπεριφορά του «παλιού» Μπουρούση. Του παράξενου, του εκρηκτικού, του ζοχάδα, που τσακωνόταν διαρκώς με αντιπάλους, προπονητές, συμπαίκτες και οπαδούς. «Ηθελα να ξεχωρίζω, να μην είμαι κότα», είχε πει με την ανεπιτήδευτη ειλικρίνεια που τον διακρίνει.
Αλλαξε, γιατί ωρίμασε. Αλλο πράγμα ο Μπουρούσης στα 26 του (τότε που έκανε την περιβόητη χειρονομία στο Βερολίνο), άλλο ο σημερινός, στα 33 του. Αν και η «επαναστατική» του φύση παραμένει (καθότι γεννημένος τη 17η του Νοέμβρη…). Αλλαξε, διότι έγινε σοφότερος. Πέντε χρόνια στο εξωτερικό (Ιταλία και Ισπανία), είδε πώς συμπεριφέρονται στον πολιτισμένο κόσμο οι αθλητές. Αλλαξε, επειδή -κυρίως- έγινε πιο υπεύθυνος, όταν παντρεύτηκε (το 2013) και έγινε πατέρας. Επαψε να είναι «χαβαλές», όπως είχε πει κάποτε στο «Φως των Σπορ».
Τι θα συμβεί αν οι πρώτες εμφανίσεις του Μπουρούση στη νέα του ομάδα δεν είναι οι προσδοκώμενες
Αλλαξε, όμως, και ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος. Ο «παλιός» -ο πιο φανατικός από τους φανατικούς οπαδούς του Παναθηναϊκού- θα το… κρατούσε μανιάτικο στον Μπουρούση για τα λάθη του παρελθόντος. Σιγά μην τον πλήρωνε κι από πάνω: 2,5 εκατ. ευρώ για δυο χρόνια (στη Λαμποράλ έπαιρνε μόλις 380.000 ετησίως). Αλλά, στην ανατολή της πέμπτης του σεζόν στο τιμόνι, δύο χρόνια χωρίς Πρωτάθλημα και τέσσερα εκτός Φάιναλ Φορ, αντελήφθη ότι οι μεγάλες ομάδες χτίζονται με τον τρόπο του πατέρα του – όχι με τον δικό του. Με ψυχραιμία, μυαλό, σχέδιο, επενδύσεις και υπομονή.
Αυτή η μετάλλαξη είχε πρωτοφανεί, όταν δεν δίστασε να συγχαρεί τον Βασίλη Σπανούλη που «σκότωσε» τον Παναθηναϊκό στους τελικούς του Πρωταθλήματος. Κι όταν έσπευσε να αγκαλιάσει και να φιλήσει τον Μπουρούση, μπροστά σε κάμερες και θεατές -περισσότερο για να στείλει μήνυμα στους «κάφρους»-, μόλις η Λαμποράλ του πέταξε τους Πράσινους εκτός Ευρωλίγκας.
Για το αν ο Μπουρούσης θα βοηθήσει τον Παναθηναϊκό, δεν υπάρχει αμφιβολία. Την περασμένη σεζόν ήταν ο καλύτερος σέντερ της Ευρωλίγκας. Επιπλέον, αν ένας σέντερ έχει τον χαρακτήρα και το «μέταλλο» για να αναδειχθεί σε ηγέτη μιας μεγάλης ομάδας -ρόλος που συνήθως ανήκει στους «κοντούς»- είναι εκείνος. Παρά τα 33 του χρόνια, πήρε τη Λαμποράλ Κούτσα από το χεράκι και την οδήγησε μέχρι το Φάιναλ Φορ. Τον βοήθησε, βεβαίως, η ποιότητα των συμπαικτών του. Αλλά και στον Παναθηναϊκό θα έχει δίπλα του τον Γκιστ και τον Φώτση, με τις προσθήκες του Κρις Σίγκλετον, του Μάικ Τζέιμς – και έπεται συνέχεια.
Δυο είναι τα ερωτήματα: Κατ’ αρχάς, τι θα συμβεί αν οι πρώτες εμφανίσεις του Μπουρούση στη νέα του ομάδα δεν είναι οι προσδοκώμενες. Θα κάνουν υπομονή -οι οπαδοί- ή θα… ξεθάψουν το τσεκούρι του πολέμου; Κι αν δεν κάνουν (υπομονή), πώς θα αντιδράσει ο «εκρηκτικός» χαρακτήρας του Μπουρούση; Οσο κι αν έχει ηρεμήσει, το πιθανότερο είναι, ότι οι μέρες του στον Παναθηναϊκό θα εξαρτηθούν από τις εμφανίσεις του. Παρόμοιο πρόβλημα υπήρξε, κάποτε, με τον Παπανικολάου και τον Σχορτσιανίτη. Μόνο που, τώρα πια, δεν υπάρχει ο… σεβάσμιος πυροσβέστης Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς. Ούτε ο «Σόφο» είχε έρθει ποτέ σε τέτοια αντιπαράθεση με τον κόσμο.
Το δεύτερο ερώτημα -στα όρια του μυστηρίου- είναι, γιατί ο πιο περιζήτητος ψηλός στην Ευρώπη και MVP (πολυτιμότερος παίκτης) της δεύτερης καλύτερης Λίγκας στον κόσμο (μετά το ΝΒΑ) επέλεξε -από τις τόσες προτάσεις που είχε- να συνεργαστεί με τον Παναθηναϊκό. Η λογική λέει ότι έκανε λάθος. Δεν διάλεξε λάθος ομάδα, αλλά λάθος πρωτάθλημα. Λάθος χώρα. Ο Μπουρούσης, ο Διαμαντίδης ή ο Σπανούλης δεν ανήκουν σε αυτόν τον αχάριστο κόσμο. Οχι πως ανήκουν όλοι οι άλλοι, όμως ετούτοι θα μπορούσαν να παίξουν οπουδήποτε αλλού.
Ωρες ώρες, θαρρείς ότι αυτοί οι megastars του ελληνικού μπάσκετ που έχουν μπει στα ρουθούνια των αντιπάλων τους, αμείβονται πλουσιοπάροχα, μόνο και μόνο για να αντέχουν τη χυδαιότητα της εξέδρας, να προσέχουν πού κυκλοφορούν, να μην είναι ποτέ ήσυχοι για τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους.
Επειτα από μία παραμυθένια σεζόν στη Λαμποράλ, λίγοι περίμεναν ότι ο Μπουρούσης θα επέστρεφε στα κολασμένα ελληνικά γήπεδα. Εκτός κι αν πεθύμησε τόσο πολύ την πατρίδα του. Εκτός κι αν είχε κάποιον άλλο λόγο. Οπως, για παράδειγμα, να κλείσει τους λογαριασμούς του με το παρελθόν.