Με τη φετινή διοργάνωση το Λονδίνο ξεπερνά κάθε άλλη πόλη που έχει φιλοξενήσει, μέχρι τώρα, το μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός του πλανήτη. Κατακτά το ρεκόρ της διοργάνωσης 3 Ολυμπιακών Αγώνων, μετά από εκείνους του 1908 και του 1948. Ακολουθούν, πλέον, με 2 διοργανώσεις το Λος Αντζελες (1932, 1984) και η πρωτοπόρος Αθήνα (1896, 2004). Κατά μία άποψη, η Αθήνα έπρεπε ήδη να βρίσκεται στρογγυλοκαθισμένη στην πρώτη θέση, αν συνυπολογίσουμε τους Αγώνες που φιλοξένησε το 1906, ως συνέχεια των ιστορικών πρώτων Αγώνων μετά την αναβίωσή τους από τα χρόνια της αρχαιότητας. Ομως, εκείνη η διοργάνωση, παρά το διεθνές ενδιαφέρον, τις πολυάριθμες αθλητικές συμμετοχές και το πλήθος που γέμισε τις κερκίδες του Καλλιμάρμαρου, ουδέποτε αναγνωρίστηκε επισήμως και ονομάστηκε Μεσολυμπιάδα.
Δύο χρόνια μετά την «άσφαιρη» διοργάνωση της Αθήνας, το Λονδίνο άρχισε να γράφει στο δικό του κοντέρ τη φιλοξενία που θα παρείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Με πρώτη εκείνη του 1908. Ηταν μια αρκετά παράξενη διοργάνωση, με θλιβερή αφετηρία και πολλά απρόβλεπτα στη διεξαγωγή των Αγώνων. Η επιλογή του Λονδίνου, μάλιστα, οφείλεται στη φονική έκρηξη ενός ηφαιστείου! Για να βάλουμε τα πράγματα σε σειρά, τη φιλοξενία των Αγώνων του 1908 είχε αναλάβει, αρχικά, η Ρώμη. Δύο χρόνια πριν την επίσημη έναρξη, όμως, ο Βεζούβιος εξερράγη προκαλώντας τεράστιες καταστροφές και πολλά θύματα στη Νάπολη που βρίσκεται στην σκιά του. Το θλιβερό γεγονός, που συνέβη στις 7 Απριλίου του 1906, είχε ως αποτέλεσμα να δοθούν άλλες, επείγουσες προτεραιότητες από την ιταλική κυβέρνηση. Μεγάλο μέρος των κεφαλαίων που προορίζονταν για τη διοργάνωση, δόθηκαν για την ανόρθωση της καταστραμμένης Νάπολης. Με αποτέλεσμα, η Ρώμη να παραιτηθεί από τη διοργάνωση και το Λονδίνο… να αρπάξει την ευκαιρία.
Επρόκειτο πράγματι για ευκαιρία; Η βροχή, το (ασυνήθιστο για θερινή εποχή) κρύο που επικρατούσε, συν το γεγονός ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν είχαν ακόμα κερδίσει το πλατύ ενδιαφέρον, κρατούσε τους Λονδρέζους μακριά. Κι ας συμμετείχαν 22 χώρες. Κι ας αγωνίζονταν συνολικά 2008 αθλητές, με 1971 άνδρες και (μόλις) 37 γυναίκες. Οι εφημερίδες επιστρατεύθηκαν για να προβάλλουν στα πρωτοσέλιδά τους το επικείμενο γεγονός. Τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά. Οι υπεύθυνοι αναγκάστηκαν τότε να ζητήσουν άνωθεν βοήθεια. Ο βασιλιάς Εδουάρδος δέχθηκε εισηγήσεις και τελικά αποφάσισε να τιμήσει με την παρουσία του την τελετή έναρξης μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της γαλαζοαίματης οικογένειας. Το σκεπτικό ήταν ότι θα αποτελούσε το μαγνήτη για να προσελκύσει τους θεατές, αφού αποτελούσε ιδανική ευκαιρία στον καθένα να δει τον –ακριβοθώρητο- βασιλιά από κοντά.
Ούτε αυτό το τρικ στάθηκε ικανό να θερμάνει το ενδιαφέρον του κοινού. Το πέτυχε, εντούτοις, μια αρτίστα που η φήμη της ξεπερνούσε τα όρια της σκηνής. Ο λόγος για την Μοντ Αλαν, μια χορεύτρια στο στιλ της Μάτα Χάρι και της Ισιδώρας Ντάνκαν, που οι επιδόσεις της επί σκηνής περισσότερο θύμιζαν… στριπ-τιζ. Η ίδια, σύμφωνα με τις φήμες, υπήρξε ένα φεγγάρι ερωμένη του βασιλιά, έχοντας, λέει, χορέψει γυμνή κάποτε μπροστά του στο Μάριενμπαντ. Οταν οι εφημερίδες ανήγγειλαν την παρουσία της στην τελετή έναρξης, δημιουργήθηκε πανζουρλισμός! Ορθιοι στις κερκίδες του White City Stadium, που κτίστηκε για τις ανάγκες των Αγώνων και χαρακτηρίσθηκε στην εποχή του ως τεχνολογικό θαύμα, 90.000 θεατές ζητωκραύγαζαν κατά την είσοδό της στο στάδιο. Κάτι που δεν έκαναν με τον ίδιο ενθουσιασμό, ούτε στην άφιξη του βασιλιά, ούτε, λίγο αργότερα, στην παρέλαση των ομάδων. Πώς να το κάνουν, άλλωστε, όταν έγινε τέτοιος αχταρμάς με τις σημαίες των κρατών που παρέλασαν;
Ο θεσμός της παρέλασης των σημαιών στην τελετή έναρξης, είχε εγκαινιαστεί στη Μεσολυμπιάδα του 1906. Στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν έγιναν αλλαγές στο γεωπολιτικό χάρτη της Ευρώπης που, δημιούργησαν αρκετά μπλεξίματα στο Λονδίνο. Η Φινλανδία, για παράδειγμα, έπρεπε να παρελάσει υπό τη ρωσική σημαία δεδομένου ότι είχε προσαρτηθεί στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Πολλοί αθλητές της αποστολής αντέδρασαν στην απόφαση, παρελαύνοντας «ασκεπείς» χωρίς σημαία. Η σουηδική σημαία, από την άλλη, προκάλεσε άλλου είδους προβλήματα. Μόλις οι επικεφαλής της αποστολής διαπίστωσαν ότι έλειπε η σημαία της χώρας τους από τους ιστούς του σταδίου, απέσυραν τη συμμετοχή σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Προβλήματα δημιούργησε και η αμερικανική σημαία. Αυτά όμως οφείλονταν σε πολύ συγκεκριμένους, αντιμοναρχικούς λόγους!
Το πρόβλημα ξεκίνησε από τη διεξαγωγή του Μαραθωνίου, που οι οικοδεσπότες αποφάσισαν αυθαίρετα να… επιμηκύνουν εκφράζοντας έτσι το σεβασμό τους προς το στέμμα. Η αρχική απόσταση της διαδρομής, όπως είχε οριστεί στους Αγώνες της Αθήνας, άλλαξε όταν όρισαν ως αφετηρία το κάστρο του Ουίνδσορ. Στη συνέχεια υπήρξε νέα αλλαγή της απόστασης, προκειμένου να ικανοποιηθεί το αίτημα της πριγκίπισσας Μαίρης να δοθεί η εκκίνηση ακριβώς κάτω από τα παράθυρα του Βασιλικού Βρεφοκομείου. Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, οι υπεύθυνοι του σταδίου μετέφεραν (κατά παράβαση των κανονισμών) τη γραμμή τερματισμού μπροστά στο βασιλικό θεωρείο. Ετσι, ο μαραθώνιος απέκτησε την απόσταση των 42.195 μέτρων που ισχύει μέχρι σήμερα. Οι αλλαγές εκείνες προκάλεσαν τις διαμαρτυρίες των Αμερικανών, που θεώρησαν ότι αποδίδονται ανεπίτρεπτες τιμές σε ένα θεσμό με τον οποίο δεν διατηρούσαν ως έθνος τις καλύτερες σχέσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να αρνηθεί ο σημαιοφόρος της αμερικανικής αποστολής, Ραλφ Ρόουζ, να χαμηλώσει τη σημαία της χώρας του καθώς περνούσε μπροστά από το βασιλικό θεωρείο. Κάτι που λέγεται ότι είχε την ενθουσιώδη συμπαράσταση των Ιρλανδών, επίσης αντιθέτων στη βρετανική μοναρχία.
Η Ελλάδα, που παρέλασε πρώτη και… χωρίς τσιριμόνιες (επίσης υπό βασιλικό θεσμό, βλέπετε), αποτελείτο από 20 άτομα. Παρά την ολιγάριθμη συμμετοχή κατάφερε να κατακτήσει τέσσερα μετάλλια: τρία ασημένια και ένα χάλκινο. Νικητές ανακηρύχθηκαν ο θρύλος του ελληνικού στίβου Κωνσταντίνος Τσικλητήρας με ένα ασημένιο μετάλλιο στο άλμα εις ύψος άνευ φοράς (1,55 μ. η επίδοσή του) και ένα ακόμα ασημένιο στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς (πήδησε 3, 235 μ.). Το τρίτο ασημένιο μετάλλιο κατέκτησε ο Μιχαήλ Δωρίζας, από την Κωνσταντινούπολη, στο ακόντιο με επίδοση 51,36 μ. Τέλος, το χάλκινο μετάλλιο κατέκτησε ο Αναστάσιος Μεταξάς, ένας αρχιτέκτονας στο επάγγελμα που με δικά του σχέδια επεκτάθηκαν ή αναμορφώθηκαν πολλά ιστορικά κτίρια στην Αθήνα, όπως το Μουσείο Μπενάκη, το σημερινό προεδρικό μέγαρο και το Παναθηναϊκό Στάδιο (για τους Αγώνες του 1906). Οπως αποδείχθηκε, ο αρχιτέκτονας ήταν και εξαιρετικός σκοπευτής κατακτώντας την τρίτη θέση στο αγώνισμα τυφεκίου κατά πήλινων στόχων.
(Στο επόμενο: Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1948 στο Λονδίνο)