Καλώς ξανάρθατε, «γεροντοκόρες»

Στην ψυχοσύνθεση του Ηρακλή είναι εκείνο το ωραίο αίσθημα του «πάμε  πρώτα για να το χαρούμε» μακριά από πίεση, ακρότητες, ψηλά μπάτζετ και παραγοντιλίκια...

Στάθης Παχίδης

Καλώς τους και ας άργησαν! Για τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης το καλωσόρισμα, που επιτέλους επιστρέφει στην κεντρική σκηνή του τσίρκου του ελληνικού ποδοσφαίρου μετά από απουσία τεσσάρων πέτρινων σεζόν. Οι μεθοδεύσεις και οι αφορμές που τον οδήγησαν χαμηλά πάντα μένουν μαύρη κηλίδα στην Ιστορία μια και οι τότε ταχυδακτυλουργοί του τσίρκου οργίασαν – όχι βέβαια πως ήταν άμοιροι ευθυνών και οι «ιθύνοντες» του Γηραιού.

Τον έχει ανάγκη τον Ηρακλή το ποδόσφαιρο γιατί το αρχαιότερο αθλητικό σωματείο της πόλης – που προέρχεται από τον προ του 1908 Όμιλο Φιλομούσων- έχει στόφα παράδοσης και μπαγιατλικίου (οι Θεσσαλονικείς με εννοούν, για τους λοιπούς μπαγιάτης = βέρος προ προσφύγων Θεσσαλονικιός και μεταφορικά συντηρητικός και εσωστρεφής). Στην ψυχοσύνθεση της ομάδας αυτής είναι εκείνο το ωραίο αίσθημα του «πάμε  πρώτα για να το χαρούμε» μακριά από πίεση, ακρότητες, ψηλά μπάτζετ και παραγοντιλίκια. Αν προσθέσεις και παιχταράδες που έπαιξαν με τα κυανόλευκα (μέγας Χατζηπαναγής, Αϊδινίου, Κωφίδης, Κουσουλάκης, Στολτίδης, Μ. Κωνσταντίνου κ.α.) εύκολα γίνεται αντιληπτό γιατί κάποια απογεύματα στο Καυτατζόγλειο ήταν απολαυστικά για τους αγνούς ποδοσφαιρόφιλους.

Με ψηλά το κεφάλι θα κυκλοφορούν πλέον κι οι «γεροντοκόρες» του τίτλου ή «γριές» ή «παλιόγριες» ή «γριές καημένες, καταραμένες», οι οπαδοί και οι φίλαθλοι του Ηρακλή που διαθέτουν, ειν’ αλήθεια, αυξημένο το αίσθημα χιούμορ, αυτοσαρκασμού και καζούρας. Έλειψε το πείραγμα από και προς αυτούς κάθε Δευτέρα, μετά τα «κατορθώματα» της Κυριακής. Λένε πως παλιά η πλειοψηφία των τροχονόμων της πόλης ήταν γεροντοκόρες κι επειδή όλοι σχεδόν (ε πόσοι να ‘ναι) οι Ηρακλειδείς γνωρίζονταν μεταξύ τους, δύσκολα έτρωγαν κλήση. Ο μύθος λέει επίσης πως απουσία Ηρακλειδέα πάνω από τρεις αγώνες από την κερκίδα είναι σοβαρός λόγος ανησυχίας (κατά πλειοψηφία είναι μεγάλοι άνθρωποι).

Η ευρηματικότητα και ο αυτοσαρκασμός της κυανόλευκης εξέδρας έχει μείνει παροιμιώδης. Σε κολυμβητήριο, όπου αγωνιζόταν η ομάδα τους, ανάρτησαν πανώ που έλεγε «Προσοχή, κολυμπούν γριές» ενώ το πρόσφατο «Μια πόλη, μια ομάδα, μια τζατζίκι, μια πατάτες» για πικάρισμα της διαφαινόμενης Θεσσαλονικοκρατίας του ΠΑΟΚ έγραψε στην μνήμη της κερκίδας και όχι μόνον.

«Κουτρουμπέλης, Φωτεινός – στην Ευρώπη πανικός» φώναζαν παλιά οι «γραίες» και δεν ξέρω τι κατάλαβε ποτέ η Ευρώπη από πανικό εξ Ελλάδος αλλά πάντως μην καλέσετε  Θεσσαλονικιά να την πάτε στο Καυτατζόγλειο — πολύ πιθανό είναι να σκεφτεί πως θέλετε να την ξεμοναχιάσετε.

Όπως ποιητικότατα λέει ο Θεσσαλονικιός –και Ηρακλειδεύς– συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης στο διήγημά του «Η-Η-ΗΡΑΚΛΗΘ» από τη συλλογή «Πάλι κεντάει ο στρατηγός»
« Ο ΗΡΑΚΛΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΙΗ ΚΕΡΚΙΔΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠ’ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ ΚΑΙ ΗΛΙΟΣ ΜΕ ΔΟΝΤΙΑ.»