Σάββατο βράδυ γύρω στις 10:00 καληνύχτισα τον μικρό μου γιό, σκεπάζοντάς τον στο κρεβάτι. Eκείνος νυσταγμένος, με τα μάτια μισόκλειστα μου είπε με ψιθυριστή φωνή: «Καληνύχτα μπαμπάκα και όνειρα γλυκά…»
Και όντως! Η ευχή του έπιασε τόπο! Προχθές βράδυ λοιπόν είδα ένα όνειρο που αποκλείεται να το ξεχάσω ποτέ. Ήταν άλλωστε πρόσφατη και η εμπειρία από το «ντέρμπυ των αιωνίων» (τι κλισέ έκφραση…).
Στο όνειρο αυτό λοιπόν ζούσαμε σε ένα κόσμο όπου ένας ποδοσφαιρικός αγώνας ήταν αφορμή να μαζευτούν οικογένειες στο γήπεδο, φίλαθλοι και των δύο ομάδων με τα πολύχρωμα κασκόλ τους και να περάσουν ένα ευχάριστο δίωρο. Να δούνε μια ωραία παράσταση χωρίς προδιαγεγραμμένο τέλος όπως συμβαίνει στο θέατρο. Να ευχαριστηθούν ή να στενοχωρηθούν, να πλημμυρίσουν λογιών-λογιών συναισθήματα, εξαιρουμένων όμως της οργής και της μανίας.
Το θέαμα που παρουσίαζαν οι δύο ομάδες ήταν ζηλευτό. Δεν σου αρκούσε η τηλεόραση για να το παρακολουθήσεις αλλά κάτι σε μαγνήτιζε να πας στο γήπεδο να το απολαύσεις live, σε ένα περιποιημένο και πολιτισμένο περιβάλλον που σέβεται τον πελάτη – θεατή.
Οι παίκτες φέρονται σαν επαγγελματίες. Δεν προσπαθούν να σακατέψουν τους αντιπάλους-συνάδελφούς τους στο όνομα μιας πρόσκαιρης νίκης. Τα δίνουν όλα για να κερδίσει η ομάδα τους, αφήνοντας πίσω στα αποδυτήρια το κακομαθημένο παιδάκι που μπορεί να κρύβουν μέσα τους. Δεν διαμαρτύρονται συνεχώς σε διαιτητή και αντιπάλους (ενίοτε και σε συμπαίκτες ή προπονητή), αλλά κάνουν αυτό για το οποίο πληρώνονται αδρά: παίζουν ποδόσφαιρο. Δεν προσπαθούν να δυναμιτίσουν την εξέδρα με θεατρινίστικες συμπεριφορές. Δίνουν το χέρι για να σηκωθεί ο αντίπαλος από το έδαφος, δίνοντας ταυτόχρονα κι ένα μήνυμα στην κερκίδα.
Πριν από τον αγώνα οι προπονητές δηλώνουν «Δεν μας ενδιαφέρει η νίκη με κάθε τίμημα. Αν είναι να χάσουμε την αξιοπρέπειά μας ας χάσουμε ένα παιχνίδι ή ένα πρωτάθλημα. Θέλουμε να κερδίσουμε καθαρά γιατί θα είμαστε καλύτεροι. Δεν έχουμε συμβόλαιο με τη νίκη, έχουμε υποχρέωση όμως να δώσουμε τον καλύτερο εαυτό μας για τη νίκη». Μετά το παιχνίδι ο προπονητής της νικήτριας ομάδας λέει «Συγχαρητήρια στον αντίπαλο η αξία του οποίου μας κάνει ακόμα πιο περήφανους για τη νίκη μας» και ο προπονητής της ηττημένης λέει «Ηταν μια δίκαιη νίκη του αντίπαλού μας. Η ήττα αυτή όμως θα προετοιμάσει την επόμενη νίκη μας».
Ο διαιτητής κάνει ανθρώπινα λάθη χωρίς δόλο. Δεν έχει κατέβει στο γήπεδο έχοντας προειλημμένες αποφάσεις στο μυαλό του αλλά σφυράει ότι βλέπει. Μέσα σε μια στιγμή πρέπει να αποφασίσει για κάτι που οι εκ των υστέρων επικριτές του το βλέπoυν χιλιάδες φορές στο replay και το αναλύουν καρέ – καρέ.
Ενίοτε κάποια ομάδα ευνοείται από τις αποφάσεις του διαιτητή. Τότε ο πρόεδρος της ευνοημένης ομάδας βγαίνει και λέει «Σήμερα κάποια σφυρίγματα μας ευνόησαν και ίσως και να διαμόρφωσαν το τελικό αποτέλεσμα. Αυτά τα είδε όλος ο κόσμος και δεν κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου, το αναγνωρίζω, όπως πιστεύω και η πλειοψηφία των φιλάθλων μας. Αυτό όμως δεν μειώνει την προσπάθεια των παικτών μας που έκαναν το παν για τη νίκη. Έχουμε αδικηθεί και μεις στο παρελθόν και θα αδικηθούμε και στο μέλλον, γι αυτό καταλαβαίνουμε απόλυτα το συναίσθημα αδικίας που πνίγει τους αντιπάλους μας. Την επόμενη φορά όμως ίσως είναι αυτοί στη θέση μας. Όπου υπάρχει ο ανθρώπινος παράγοντας πάντα θα υπάρχουν και τα ανθρώπινα λάθη».
Οι φίλαθλοι μετά το τέλος του αγώνα χειροκροτούν και επευφημούν και τις δύο ομάδες. Ιδιαίτερα, οι φίλαθλοι των γηπεδούχων χειροκροτούν τους φιλοξενούμενους επειδή προσέφεραν ωραίο θέαμα, άσχετα αν καμιά φορά νικούν την ομάδα τους. Κάποιοι λίγοι γιουχάρουν αλλά οι επιπλήξεις των υπολοίπων τους επαναφέρουν στην τάξη. Κάποιοι «φίλαθλοι» όμως ξεπερνούν τα όρια. Ρίχνουν αντικείμενα και μετά την λήξη μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο και επιτίθενται σε αντίπαλους παίκτες. Ο πρόεδρος της ομάδας τους, εμφανώς εκνευρισμένος με τη συμπεριφορά τους, ζητάει συγνώμη από τους αντίπαλους παίκτες και δηλώνει ότι οι υπεύθυνοι θα τιμωρηθούν παραδειγματικά. Και όχι μόνο το δηλώνει αλλά (ώ του θαύματος…) το κάνει κιόλας, επιβάλλοντας απαγόρευση εισόδου στους ταραξίες για εύλογο χρονικό διάστημα.
Η πολιτεία από την άλλη δεν δείχνει διατεθειμένη να ανεχτεί τέτοιες τραμπούκικες συμπεριφορές. Επιβάλει τιμωρίες στις ομάδες που δεν θέλουν να ελέγξουν τους φιλάθλους τους. Εφαρμόζει (ώ του θαύματος, δις!) τους αυστηρούς νόμους που ήδη υπάρχουν. Σιγά-σιγά όλοι παραδειγματίζονται. Πρόεδροι, ομάδες ακόμα και οι επαγγελματίες τραμπούκοι που πάντα ευδοκιμούσαν δίπλα τους και ήταν πάντα χρήσιμοι για ειδικές αποστολές, όταν το απαιτούσε το αφεντικό.
Με τέτοιες ενέργειες σιγά-σιγά το επίπεδο του πρωταθλήματος ανεβαίνει. Το επίπεδο αυτό δεν είναι συνάρτηση μόνο του τι μπάλα παίζεται, αλλά και της γενικής ατμόσφαιρας που κυριαρχεί στα γήπεδα. Η φήμη εξαπλώνεται και αυτό γίνεται σταδιακά μαγνήτης για τους καλούς ξένους παίκτες που θέλουν να έρθουν να παίξουν στο ελληνικό πρωτάθλημα ακόμα και (άκουσον, άκουσον) πριν κλείσουν τα 30 τους. Οι ομάδες με την ολοένα αυξανόμενη προσέλευση των φιλάθλων και την επαγγελματική διαχείριση αποκτούν στέρεη οικονομική βάση (που έχει μόνο φανερούς πόρους) κι έτσι είναι συνεπείς απέναντι στις υποχρεώσεις τους προς την πολιτεία και σε τρίτους.
«Ξύπνα μπαμπά, ξύπνα… » άκουσα ξαφνικά μέσα στον ύπνο μου να με σκουντάει ο μικρός μου γιός (πώς γίνεται τα σαββατοκύριακα να σηκώνεται σαν ελατήριο κι όταν έχει σχολείο να προσπαθώ ένα τέταρτο να τον σηκώσω;). Δεν ήθελα να ανοίξω τα μάτια μου, μην δραπετεύσει το όνειρο που έβλεπα. Σιγά σιγά όμως πέταξε μακριά και χάθηκε μέσα σε κάτι καπνούς από καπνογόνα. Καληνύχτα ελληνικό ποδόσφαιρο. Και καλή τύχη…