Το τελευταίο ματς της 36ης αγωνιστικής, αργά το βράδυ της Δευτέρας, «έδειξε» τη νέα πρωταθλήτρια Ισπανίας. Ούτε ο πιο φανατικός εχθρός της δεν πιστεύει, πια, ότι η Ρεάλ Μαδρίτης δεν θα καταφέρει να συγκεντρώσει άλλους δύο βαθμούς στα δύο επόμενα παιχνίδια της, ώστε να κατακτήσει το τρόπαιο της La Liga, που πριν από την εμφάνιση του κορονοϊού φαινόταν να καταλήγει στα χέρια της Μπαρτσελόνα. Την Πέμπτη υποδέχεται στο «Αλφρέδο ντι Στέφανο» τη Βιγιαρεάλ. Εάν νικήσει, όλα τελειώνουν. Διαφορετικά, θα ολοκληρώσει τη δουλειά την Κυριακή στην έδρα της Λεγανές, μιας από τις πιο αδύναμες ομάδες του ισπανικού πρωταθλήματος.
Στις 8 Μαρτίου η Ρεάλ γνώριζε την τρίτη της ήττα στην εφετινή σεζόν (2-1 από την Μπέτις, στο «Μπενίτο Βιγιαμαρίν». Αμέσως μετά, η πανδημία έκλεισε τα γήπεδα. Στα τέσσερα τελευταία (πριν από τη διακοπή) παιχνίδια της, η «Βασίλισσα» είχε κερδίσει μόλις τέσσερις βαθμούς. Βρισκόταν δύο πόντους πίσω από την Μπαρτσελόνα. Η διαφορά ήταν ελάχιστη, όμως η Ρεάλ δεν «έπειθε», ούτε τους υποστηρικτές της, πως θα μπορούσε να κατακτήσει αυτόν τον τίτλο. Η εικόνα άλλαξε άρδην, όταν το ισπανικό ποδόσφαιρο βγήκε από την καραντίνα.
Σε εννέα αγώνες μετά την επανεκκίνηση της La Liga, η Ρεάλ νίκησε όποιον αντίπαλο βρήκε απέναντί της: την Εϊμπαρ, τη Βαλένθια, τη Σοσιεδάδ, τη Μαγιόρκα, την Εσπανιόλ, τη Χετάφε, την Μπιλμπάο, την Αλαβές και, χθες, τη Γρανάδα. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, ο Μέσι και η «παρέα» του παραχώρησαν τρεις ισοπαλίες. Ετσι, η Ρεάλ πέρασε τέσσερις βαθμούς μπροστά από την Μπαρτσελόνα, και η «γκρίνια» μετακόμισε στο «Καμπ Νου».
Το χθεσινό ματς ήταν καθοριστικό. Η Ρεάλ προηγήθηκε με 2-0, χάρη στο παρθενικό γκολ του Φερλάν Μεντί (10′) και το 19ο εφετινό του Καρίμ Μπενζεμά (16′), όμως η συνέχεια δεν ήταν… ο περίπατος που όλοι περίμεναν. Μετά το 50′, που ο Ντάργουιν Ματσίς μείωσε το σκορ σε 2-1, η «Βασίλισσα» πέρασε δύσκολες στιγμές. Ιδίως στο τελευταίο δεκάλεπτο της αναμέτρησης. Οι σωτήριες επεμβάσεις του Τιμπό Κουρτουά δεν θα αρκούσαν για να πάρει τη νίκη εάν δεν υπήρχε ο Σέρχιο Ράμος, που στο 85′ έδιωξε την μπάλα λίγο πριν αυτή περάσει τη γραμμή τέρματος, γλιτώνοντας την ομάδα του από περιπέτειες για πολλοστή φορά εφέτος.
Στα 34 του ο αρχηγός είναι -μακράν- ο πιο επιδραστικός παίκτης της. Οχι μόνον επειδή κουμαντάρει μια άμυνα που σε εννέα διαδοχικά ματς έχει δεχθεί μόλις τρία γκολ, αλλά και γιατί σκοράρει και ο ίδιος, με επιδόσεις που παραπέμπουν σε «κυνηγούς» κλάσης. Σε αυτό το διάστημα, από το restart μέχρι σήμερα, ο Ράμος έχει πετύχει έξι γκολ. Στο σύνολο 11, από την αρχή του πρωταθλήματος. Κανένας άλλος αμυντικός δεν διακρίνεται (και) στην επίθεση, όσο εκείνος. Από τότε που ο Ρονάλντο αναχώρησε για το Τορίνο, εκτελεί και τα (μπόλικα) πέναλτι που κερδίζει η Ρεάλ. Δεν έχει αστοχήσει ούτε μια φορά μετά το 2012. Εχει βάλει, όμως, και αρκετά γκολ σε ροή αγώνα, και μάλιστα από αυτά που κερδίζουν ένα παιχνίδι. Στην Ισπανία λένε γι’ αυτόν πως είναι «el señor del descuento» (ο κύριος των καθυστερήσεων).
Από το καλοκαίρι του 2005 που τον απέκτησε η Ρεάλ (στα 19 του χρόνια πρωταγωνίστησε στην πιο δαπανηρή μεταγραφή αμυντικού παίκτη στην ιστορία του ισπανικού ποδοσφαίρου) μέχρι σήμερα, έχει πετύχει -μόνο στο πρωτάθλημα- 71 γκολ. Το talkSport τον κατατάσσει στην πέμπτη θέση των αμυντικών που έχουν πετύχει τα περισσότερα τέρματα, πίσω από τον Ρόναλντ Κούμαν, τον Ντανιέλ Πασαρέλα, τον Φερνάντο Ιέρο και τον Λοράν Μπλαν. Εχει το ένστικτο του σκόρερ. Αλλωστε, στα πρώτα του χρόνια στα γήπεδα αγωνιζόταν ως επιθετικός. Μετατέθηκε στην άμυνα όταν έπαιζε στη δεύτερη ομάδα της Ρεάλ.
Αν και πολλοί δεν τον συμπαθούν, επειδή το πάθος του για τη νίκη τον κάνει, συχνά, να ξεπερνά τα όρια (κανένας άλλος παίκτης στα χρονικά της Ρεάλ δεν έχει αντικρίσει 21 κόκκινες και 153 κίτρινες κάρτες), η αλήθεια είναι πως η Ρεάλ του οφείλει, εν πολλοίς, τον σχεδόν βέβαιο εφετινό της τίτλο. Θα είναι μόλις ο τρίτος της στα 12 τελευταία χρόνια. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η Μπαρτσελόνα έχει ανακηρυχθεί πρωταθλήτρια Ισπανίας οκτώ φορές.
Ο Νο2 συντελεστής αυτής της επιτυχίας είναι ο Ζινεντίν Ζιντάν. Μέσα σε λιγότερο από ενάμισι χρόνο μετά την επιστροφή του στην τεχνική ηγεσία της Ρεάλ (11 Μαρτίου 2019), ο γάλλος προπονητής κατάφερε να συμμαζέψει τα συντρίμμια που άφησαν πίσω τους οι δύο προκάτοχοί του, ο Τζουλέν Λοπετέγκι και ο Σαντιάγο Σολάρι, και να παρουσιάσει μια ανταγωνιστική ομάδα, σχεδόν με τους ίδιους παίκτες.
Ο Ζιντάν είχε αποχωρήσει στις 31 Μαΐου 2018, έχοντας κατακτήσει εννέα τίτλους (τρία διαδοχικά Champions League, το πρωτάθλημα Ισπανίας του 2017, δύο Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ, δύο Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων και ένα Σούπερ Καπ Ισπανίας), επειδή ο πρόεδρος Πέρεθ είχε μπει στον πειρασμό να γίνει (και) τεχνικός διευθυντής. Αλλά, 284 μέρες μετά, ζήτησε… γονατιστός από τον Γάλλο να επιστρέψει, αποδεχόμενος να του παραχωρήσει και πάλι την απόλυτη εξουσία στο ποδοσφαιρικό τμήμα.
Ο Πέρεθ συμφώνησε ακόμη και στην απομάκρυνση του «αγαπημένου» του Γκάρεθ Μπέιλ, που στο χθεσινό ματς ήταν -για άλλη μια φορά- προκλητικός. Την ώρα που όλοι οι αναπληρωματικοί της Ρεάλ παρακολουθούσαν με αγωνία την εξέλιξη του αγώνα, εκείνος έβαλε τα χέρια του στα μάτια, για να δείξει ότι βλέπει τον αγωνιστικό χώρο με τα κυάλια!
Αυτό, ακριβώς, συμβαίνει, εδώ που τα λέμε. Μπορεί ο Ζιντάν να μην είναι εφευρέτης ενός νέου στιλ ποδοσφαίρου, όπως ο Γκουαρντιόλα ή ο Κλοπ, όμως είναι ένας δίκαιος καπετάνιος: στις ομάδες του «χωράνε» μόνον όσοι εργάζονται σκληρά. Γι’ αυτό η Ρεάλ θα ξαναγίνει πρωταθλήτρια.