Σχεδόν μια ζωή ήταν στη φυλακή, από νεαρή ηλικία, ο Βαλεντίνο Ντίξον, για ένα έγκλημα που υποστήριζε πάντα ότι δεν διέπραξε.
Από αυτή την εβδομάδα, όταν επιτέλους μετά από 27 χρόνια βγήκε από τη φυλακή ελεύθερος, θα μπορεί να ισχυρίζεται ότι τον δικαίωσε ένα περιοδικό για γκολφ.
Ο Ντίξον, 48 ετών σήμερα, ήταν κρατούμενος στην περιβόητη φυλακή της Ατικα, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Είχε μεγαλώσει στο Μπάφαλο. Μέχρι την αποφοίτηση από το Λύκειο, αν και ζούσε σε δύσκολη γειτονιά, είχε μείνει «καθαρός» από παραβατικές συμπεριφορές. Ωστόσο, λόγω της σχέσης του με μια γυναίκα, έγινε «μεσαίου επιπέδου διακινητής κοκαΐνης», ένοπλος μάλιστα «όπως όλοι οι άλλοι».
Τον Αύγουστο του 1991 ήταν παρών, όπως δεκάδες άλλα άτομα, σε περιστατικό πυροβολισμών στο Μπάφαλο με ένα νεκρό και δύο τραυματίες. Ο ίδιος διακήρυττε ότι δεν σχετίζεται και ότι οι μάρτυρες θα τον δικαίωναν.
Αν και ένας άλλος άνδρας, ο Λεμάρ Σκοτ, είχε συλληφθεί και ομολογήσει για τον φόνο, η εισαγγελία υποψιαζόταν ότι είχε εξαναγκαστεί να το πράξει. Τελικά στη φυλακή κατέληξε ο Ντίξον.
Μέσα στη φυλακή έφτιαχνε ζωγραφιές (επάνω) γηπέδων γκολφ – κάτι στην ηρεμία που απέπνεε το περιβάλλον του άρεσε ιδιαίτερα. Η δουλειά του τράβηξε την προσοχή ενός φύλακα και τελικά τα έργα του Ντίξον βρήκαν το δρόμο τους στο περιοδικό Golf Digest, το οποίο έγραψε και για την υπόθεση του ισοβίτη και το αδύναμο κατηγορητήριο που τον έστειλε στη φυλακή.
Από μια σύμπτωση (μια συνέντευξη με τον Σκοτ που είχε αρχικά κατηγορηθεί για τον φόνο) και από την εργασία πολλών εθελοντών η υπόθεση του Ντίξον άνοιξε ξανά και οι εισαγγελείς δέχτηκαν επιτέλους ότι ήταν αθώος.
Στην έξοδο από τη φυλακή την Τετάρτη, εκτός από του συγγενείς του, τον περίμενε και ένας δημοσιογράφος του περιοδικού, στο οποίο κατά κάποιο τρόπο χρωστά την απελευθέρωση του. Η δικαίωση άργησε, αλλά ήλθε μετά από 27 χρόνια.