Αφορμή αποτέλεσε ο σχεδιασμός του Μουσείου Μπενάκη για την ίδρυση παραρτήματος στη Μελβούρνη με συλλογές που ανήκουν στο ελληνικό Δημόσιο, όπως τα εκθέματα της φωτογραφίας στο κεντρικό κτίριο του Μουσείου | Μουσείο Μπενάκη
Επικαιρότητα

Ψηφίζεται η διάταξη για τον μακροχρόνιο δανεισμό κινητών μνημείων

Η απάντηση του υπουργείου Πολιτισμού στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης. Ονομαστική ψηφοφορία ζήτησε μέσω του Νίκου Φίλη ο ΣΥΡΙΖΑ
Protagon Team

Εν μέσω αντιδράσεων από την πλευρά της αντιπολίτευσης, ψηφίζεται την Πέμπτη στη Βουλή η ρύθμιση για δυνατότητα δανεισμού κινητών μνημείων από τα ελληνικά μουσεία για 25 χρόνια – με δυνατότητα παράτασης για επιπλέον 25 χρόνια.

Η επίμαχη διάταξη περιλαμβάνεται στο άρθρο 59 του νομοσχεδίου «Eκσυγχρονισμός, αναδιοργάνωση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων και μετονομασία του σε Οργανισμό Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (Ο.Δ.Α.Π.)» και αφορμή αποτέλεσε ο σχεδιασμός του Μουσείου Μπενάκη για την ίδρυση παραρτήματος στη Μελβούρνη με συλλογές που ανήκουν στο ελληνικό Δημόσιο.

Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης, ζήτησε ονομαστική ψηφοφορία για το άρθρο 59, λέγοντας χαρακτηριστικά:

«Με τον αρχαιολογικό νόμο που ισχύει, υπάρχει το 5 + 5. Πέντε χρόνια συν 5 χρόνια, για να βγαίνουν ευρήματα αρχαιολογικά στο εξωτερικό. Εισαγωγικά, με το νομοσχέδιο αυτό, είδαμε να αυξάνεται στο 10 συν 10. Μετά είδαμε, μπαίνει στη Βουλή το νομοσχέδιο, με 50 συν 50 χρόνια. Και τώρα, πέφτει στο 25 συν 25, ακούσαμε νωρίτερα. Είναι αυτό μια σοφή νομοθέτηση; Μια χρηστή νομοθέτηση; Είναι μια καλή νομοθέτηση αυτό το πράγμα; Να παίζουμε με δεκάδες χρόνια; Τι είναι αυτά τα πράγματα; Δεν καταλαβαίνω. Είναι περιουσία του Υπουργείου, η περιουσία του ελληνικού λαού; Και με αυτό τον τρόπο; Με έναν τρόπο, επαναλαμβάνω, πρόχειρο ή και ύποπτο, δυστυχώς. Το λέω. Παίζουμε με τα χρόνια που θα βγαίνουν στο εξωτερικό σημαίνοντα αρχαιολογικά ευρήματα;»

Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό, αν η κυβέρνηση επιμείνει να αλλάξει τον ισχύοντα αρχαιολογικό νόμο, που προβλέπει 5 + 5 χρόνια για εξαγωγή των αντικειμένων αρχαιολογικών συλλογών, πρέπει να γίνει ονομαστική ψηφοφορία, ώστε όπως είπε, «να πάρει την ευθύνη ο κάθε βουλευτής  εν συνειδήσει και όχι με κομματική πειθαρχία».

Από την πλευρά του, ο βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέας Λοβέρδος, τάχθηκε υπέρ της νομοθετικής παρέμβασης, τονίζοντας:

«Πολύ καλά έκανε η κυβέρνηση και το υπουργείο Πολιτισμού που δέχτηκαν αυτό το αίτημα και του Μουσείου Μπενάκη και των Αυστραλών.

»Τώρα, αν θα γίνει κάτι παρόμοιο με άλλες αρχαιολογικές συλλογές, επιτρέψτε μου, να έχω πολλές επιφυλάξεις. Δηλαδή, δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα υπάρξει κυβέρνηση που θα στείλει τον Ηνίοχο, για 50 χρόνια στο εξωτερικό», παρατήρησε χαρακτηριστικά.

Στην αξιωματική αντιπολίτευση συνδέουν τη σχετική διάταξη με τη δήλωση του Πρωθυπουργού στον Observer και την πρόταση προς τον βρετανό ομόλογό του για την αποστολή των Γλυπτών του Παρθενώνα, υπό την μορφή δανείου, από το Βρετανικό Μουσείο, και με τη σειρά της η Αθήνα να επιτρέψει την έκθεση σημαντικών αντικειμένων -που δεν έχουν βγει ποτέ από τη χώρα- στο μουσείο του Λονδίνου.

Απαντώντας στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, τονίζει ότι η ρύθμιση αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής ενίσχυσης της εξωστρέφειας του ελληνικού πολιτισμού.

«Η Ελλάδα διεθνώς αναγνωρίζεται ως πρωτεύουσα δύναμη στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Θεωρούμε επιβεβλημένο λοιπόν να προβάλλομε τον ελληνικό πολιτισμό σε όλο τον κόσμο. Ιδιαίτερα μάλιστα σε περιοχές που υπάρχει έντονο το ομογενειακό στοιχείο, (Αυστραλία- ΗΠΑ) και δεν είναι το ίδιο εύκολο με κάποιον που μένει στην Ευρώπη, να επισκεφθεί την Ελλάδα», αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού.  «Οπότε με αυτό τον τρόπο ενισχύεται η ταυτότητα της ομογένειας, αναδεικνύεται με τον καλύτερο τρόπο το συγκριτικό πλεονέκτημα της πατρίδας της και έρχονται σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό, άνθρωποι σε όλο τον κόσμο».

Η ρύθμιση, τονίζεται, αφορά καταρχάς το Μουσείο Μπενάκη, το οποίο έχει ήδη προσεγγιστεί από το Ελληνικό Μουσείο της Μελβούρνης –την τρίτη μεγαλύτερη «ελληνική» πόλη,  με 250.000 ομογενειακό πληθυσμό- προκειμένου να συστεγαστεί σε νέο κτίριο το οποίο κατασκευάζεται επί τούτου με τον διακριτό τίτλο «Μουσείο Μπενάκη Μελβούρνης».

Στην πραγματικότητα δημιουργείται ένα μίνι Μουσείο Μπενάκη με εκπροσώπηση όλων των συλλογών του -αντίστοιχου του αθηναϊκού- με αντικείμενα προερχόμενα από τις αποθήκες του.

«Τα μουσεία της χώρας μας διαθέτουν μερικές δεκάδες εκατομμύρια κινητά μνημεία, τα οποία φυλάσσονται στις αποθήκες τους. Από αυτά, κάποια, που επιλέγονται από τα ίδια τα μουσεία και αφού τύχουν της έγκρισης των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και φυσικά του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, σε απόλυτη εφαρμογή των διατάξεων του αρχαιολογικού νόμου (ν. 3028/2002), θα μπορούν να εκτίθενται ως ενιαία συλλογή με μακροχρόνιο δανεισμό σε μουσεία ή εκθεσιακούς χώρους του εξωτερικού διατηρώντας απαραιτήτως την ονομασία του μουσείου που δανείζει τα αντικείμενά του.

»Είναι κάτι που έχουν κάνει μεγάλα μουσεία στον κόσμο, όπως το Μουσείο του Λούβρου. Υπό μία έννοια το Μουσείο Μπενάκη Μελβούρνης αντιστοιχεί στο Μουσείο του Λούβρου στο Αμπου Ντάμπι.

»Είναι προτιμότερο τα κινητά μνημεία να μένουν «ξεχασμένα» στις αποθήκες των μουσείων μας, από το να αποτελούν τους πρέσβεις της Ελλάδας στο εξωτερικό; Είναι προτιμότερο να μένουν αφανή και άγνωστα στις αποθήκες, από το να γίνονται αντικείμενα θαυμασμού και ψυχαγωγίας σε φίλιες χώρες λάτρεις του ελληνικού πολιτισμού;» είναι το ερώτημα τίθεται από την πλευρά του υπουργείου.

Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων επιμένει πάντως ότι η επίκληση της εξωστρέφειας ως αιτιολόγηση της διάταξης είναι προσχηματική,  παραπλανητική και γίνεται κατ΄ επίφασιν.

«Εχει αποδειχθεί», τονιζεται στη σχετική ανακοίνωση, «ότι οι μεγάλες περιοδικές εκθέσεις που έχει οργανώσει το ΥΠΠΟΑ, ανά τον κόσμο, και έχουν αναδειχθεί σε μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα, αποτελούν κύριες δράσεις εξωστρέφειας, προβολής της χώρας, με προεκτάσεις πολιτιστικής διπλωματίας, χωρίς να χρειάζεται να καταφεύγει σε μακροχρόνιο δανεισμό».

Σύμφωνα με τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, «…οι σχετικές παράγραφοι των άρθρων 25 και 34 του Ν. 3028/02 παρέχουν επαρκές πλαίσιο και για μακροχρόνια εξαγωγή, με παρατάσεις ανά πενταετία, αφού ο Νόμος δεν θεσμοθετεί συγκεκριμένο ανώτατο όριο. Θεσμοθετεί όμως συγκεκριμένη διαδικασία, που είναι απαραίτητο να ακολουθείται για τις αρχαιότητες που ανήκουν κατά κυριότητα στο ελληνικό δημόσιο».