Η Αν Λακατόν και ο Ζαν-Φιλίπ Βασάλ δεν γκρέμισαν ποτέ ένα κτίριο για να κατασκευάσουν ένα νέο. Οι γάλλοι αρχιτέκτονες, που εδρεύουν στο προάστιο του Μοντρέιγ στο Παρίσι, πιστεύουν ότι κάθε δομή μπορεί να αναδιαμορφωθεί, να επανεφευρεθεί, να αναζωογονηθεί. Και τώρα, 34 χρόνια μετά από την πρώτη εφαρμογή αυτής της προσέγγισης, τιμήθηκαν με το Πρίτσκερ, το ανώτατο βραβείο στον τομέα τους.
«Μέσω των ιδεών τους, της επαγγελματικής τους προσέγγισης και των κτιρίων που έχουν προκύψει», δήλωσε η κριτική επιτροπή, «έχουν αποδείξει ότι η δέσμευση σε μια αρχιτεκτονική αποκατάστασης, η οποία ταυτόχρονα είναι τεχνολογική, καινοτόμος και οικολογική μπορεί να επιδιωχθεί χωρίς νοσταλγία».
Σε κοινή τηλεφωνική τους συνέντευξη, οι Λακατόν και Βασάλ δήλωσαν στους New York Times, ότι εδώ και πολύ καιρό είναι αντίθετοι στην κατάργηση των πραγμάτων: «Γίνονται πάρα πολλές κατεδαφίσεις κτιρίων, που δεν είναι παλιά, τα οποία εξακολουθούν να έχουν ζωή μπροστά τους, τα οποία δεν είναι εκτός λειτουργίας», είπε η 65χρονη Λακατόν. «Πιστεύουμε ότι γίνεται πολύ μεγάλη σπατάλη υλικών. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά, αν κοιτάξουμε τα πράγματα με φρέσκια ματιά, υπάρχει πάντα κάτι θετικό, που μπορεί να προκύψει από μια υπάρχουσα κατάσταση».
Ο 67χρονος Βασάλ, πρόσθεσε ακόμη ότι έστω και αν μια φορά κατασκεύαζε ένα κτίριο γύρω από ένα δάσος, θα φρόντιζε να ενσωματώσει οπωσδήποτε το φυσικό τοπίο και να διατηρήσει το παρελθόν: «Ποτέ μην κατεδαφίζετε, ποτέ μην κόβετε ένα δέντρο, ποτέ μην ξεριζώνετε ένα παρτέρι με λουλούδια», τόνισε, «Φροντίστε τη μνήμη των πραγμάτων που ήταν ήδη εκεί, και ακούστε τους ανθρώπους που ζουν εκεί».
Αυτή η φιλοσοφία είναι εμφανής στα έργα τους, όπως η επέκταση του Palais de Tokyo στο Παρίσι το 2012. Χωρίζοντας το υπόγειο με ακατέργαστα, μινιμαλιστικά υλικά, οι αρχιτέκτονες μετέτρεψαν το κτίριο της Διεθνούς Εκθεσης Τεχνών και Τεχνολογίας του 1937 στο μεγαλύτερο μουσείο έργων μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης στην Ευρώπη.
Ομοίως, κατά την αναβάθμιση του στεγαστικού project «Tour Bois-le-Prêtre» της δεκαετίας του 1960 στα περίχωρα του Παρισιού, οι Λακατόν και Βασάλ, σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Φρεντερίκ Ντρουό, επέκτειναν τους ορόφους -για να αυξήσουν το μέγεθος των δωματίων- προσθέτοντας μπαλκόνια και σέρες (winter gardens).
«Η αρχιτεκτονική μπορεί να εξαρτάται όλο και περισσότερο από την τεχνολογία, να γίνεται όλο και πιο περίπλοκη, όλο και περισσότερο με βάση κανονισμούς, και εμείς προσπαθούμε να τα αποφύγουμε όλα αυτά», δήλωσε ο Βασάλ, προσθέτοντας ότι το ζευγάρι προτιμά «να δουλεύει με πολύ απλά στοιχεία -αέρας, ήλιος- για τα οποία δεν χρειάζεται να πληρώνουμε».
Το project «Tour Bois-le-Prêtre» παρουσιάστηκε το 2010 στην έκθεση του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέα Υόρκης (MoMA), «Small Scale, Big Change», και κέρδισε το βραβείο καλύτερης αρχιτεκτονικής του περιοδικού Dezeen design.
Ο Μάικλ Κίμελμαν, κριτικός αρχιτεκτονικής των New York Times, το επαίνεσε ως «case study αρχιτεκτονικής ευφυΐας και αναζωογόνησης αστικού χώρου». «Είναι επίσης πρόκληση για τους καινοτόμους πολεοδόμους», έγραψε ο Κίμελμαν, «Αντί να αντικαταστήσουν τον παλιό ουρανοξύστη με ένα εντελώς νέο κτίριο, οι αρχιτέκτονες είδαν τι άξιζε στην υπάρχουσα αρχιτεκτονική, και το πρόσθεσαν».
Οι Λακατόν και Βασάλ δήλωσαν ότι δίνουν έμφαση στην ελευθερία και στη λειτουργικότητα, αφήνοντας τους χώρους αόριστους, γεγονός που επιτρέπει στους ένοικους να γίνουν εφευρετικοί. Μερικές φορές, μάλιστα, οι γάλλοι αρχιτέκτονες εκπλήσσονται από τις νέες χρήσεις που δημιουργούνται. Για παράδειγμα, ενώ περίμεναν μια σέρα να γεμίσει με φυτά, οι ένοικοι την έκαναν σαλόνι με πολυθρόνες και τραπέζια: «Σκεφτόμασταν ότι θα μπορούσε να είναι ένα μέρος για τη φύση και να χρησιμοποιείται στο 50% του χρόνου, στην πραγματικότητα έγινε ένα μέρος για δραστηριότητες και χρησιμοποιείται στο 90% του χρόνου», λέει ο Βασάλ.
Τα έργα τους όχι μόνο αποδεικνύονται λιγότερο ακριβά και περιβαλλοντικά πιο βιώσιμα, αλλά επίσης αποφεύγεται η απομάκρυνση των κατοίκων κατά την κατασκευή. Το 2017, οι αρχιτέκτονες – μαζί με τους Ντρουό και Κριστόφ Ουτίν – μπόρεσαν να μεταμορφώσουν και να επεκτείνουν 530 διαμερίσματα στη γειτονιά Grand Parc του Μπορντό χωρίς να απαιτηθεί να εγκαταλείψουν οι κάτοικοι τα σπίτια τους.
Σε δημόσια έργα, οι Λακατόν και Βασάλ αφήνουν σκόπιμα χώρους ελεύθερους, έτσι ώστε οι κάτοικοι να μπορούν να καθορίσουν οι ίδιοι τις χρήσεις. Σε ένα τεράστιο εξαώροφο πολιτιστικό κέντρο για μια περιφερειακή συλλογή τέχνης, το FRAC Dunkerque (2013), οι αρχιτέκτονες πρόσθεσαν έναν δεύτερο χώρο που αντικατοπτρίζει τον αρχικό, επιτρέποντας να χρησιμοποιηθεί είτε ως επέκταση του υπάρχοντος κτηρίου είτε ως ένα ξεχωριστό ανεξάρτητο περιβάλλον: «Είναι ένα μέρος όπου τελικά πραγματοποιήθηκαν οι πιο ενδιαφέρουσες εκθέσεις», δήλωσε η Λακατόν για την προσθήκη, «όπου οι επισκέπτες είναι πιο χαλαροί και έχουν διαφορετική σχέση με το έργο τέχνης».
Στη Σχολή Αρχιτεκτονικής της Νάντης (2014) στις όχθες του ποταμού Λίγηρα, η ομάδα δημιούργησε ευέλικτες περιοχές διαφόρων μεγεθών που θα οριοθετηθούν με την πάροδο του χρόνου. «Ο επιπλέον χώρος εκτός από τις αίθουσες διδασκαλίας, δίνει τη δυνατότητα για πολλές διαφορετικές χρήσεις, όπως ένα μικρό γήπεδο πινγκ πονγκ για μια εβδομάδα ή ένα μεγάλο εργαστήριο ή ένα τηλεοπτικό στούντιο», δήλωσε η Λακατόν, και πρόσθεσε: «Οταν ξεκινάμε ένα project, ο στόχος μας είναι να σχεδιάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο χώρο».
«Πιστεύουμε στους ανθρώπους», συνέχισε, «Έχουμε την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να είναι δημιουργικοί, εάν τους δοθεί ο χώρος να το κάνουν». Και ο Βασάλ πρόσθεσε: «Εάν μέσα σε ένα κτίριο οι άνθρωποι αισθάνονται άνετα, αισθάνονται χαρούμενοι, έχουν τη δυνατότητα να είναι μόνοι τους ή να βλέπουν τα σύννεφα, αυτή είναι η στιγμή που δημιουργείται αρχιτεκτονική».
Ο σχεδιασμός προσιτής κατοικίας ήταν πάντα πρωταρχικός γι’ αυτούς, ανέφεραν οι αρχιτέκτονες, επειδή η ποιότητα συχνά θυσιάζεται και τα αποτελέσματα είναι κατώτερα. Μέσω της χρήσης απλών σχεδίων και βασικών υλικών, αμφισβήτησαν την ιδέα ότι ο άνετος χώρος και τα περιορισμένα κεφάλαια είναι έννοιες ασύμβατες.
Όπως δήλωσε η Λακατόν, πρόκειται για «μια στάση προσεκτικής παρατήρησης»: μελέτη ενός χώρου προτού βιαστείς να βάλεις τη σφραγίδα σου σε αυτό, εξερεύνηση του τι θα μπορούσε να λειτουργήσει προτού εστιάσεις σε αυτό, που πρέπει να διορθωθεί.
Ένα σπίτι μπορεί να φαίνεται «άσχημο ή βαρετό» σε μερικούς, εξηγεί ο Βασάλ. Αλλά κοιτάζοντας μέσα μπορεί να βρείτε «μια κυρία που θα σας προσφέρει κέικ και καφέ. Πίσω από αυτά τα δωμάτια υπάρχει ζωή».
Η σημασία που έδωσαν στη στέγαση επιβεβαιώθηκε από την πανδημία, ανέφεραν ακόμη οι γάλλοι αρχιτέκτονες. Με τους ανθρώπους που αναγκάζονται να περνούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στο σπίτι, «βλέπουμε πόσο σημαντικό είναι να σκεφτόμαστε τις συνθήκες της καθημερινής ζωής», δήλωσε η Λακατόν.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το αποτύπωμά τους συνεπάγεται πολύ μικρή παρέμβαση. Για το project «Léon Aucoc Plaza» του 1996, η κριτική επιτροπή είπε ότι «η προσέγγισή τους ήταν απλώς να αναλάβουν το ελάχιστο έργο της αντικατάστασης του χαλικιού, να φροντίσουν τις φλαμουριές και να τροποποιήσουν ελαφρώς την κίνηση, ώστε να δώσουν νέα δυναμική σε αυτό που υπήρχε ήδη».
Η Αν Λακατόν και ο Ζαν-Φιλίπ Βασάλ γνωρίστηκαν στη Σχολή Αρχιτεκτονικής του Μπορντό στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Κατόπιν δούλεψαν για πέντε χρόνια στον Νίγηρα, στα νότια της Σαχάρας: «Η έρημος ήταν για εμάς ένα δεύτερο σχολείο», είπε ο Βασάλ. Εκεί έμαθαν αυτό που αποκαλεί «ποιητική προσέγγιση», δηλαδή πώς, με στοιχειώδη υλικά όπως το ξύλο και το ύφασμα, μπορείς να δημιουργήσεις σκιά. «Ηταν μια πολύ σημαντική εμπειρία», είπε, «και την έχουμε ακόμα στο μυαλό μας».
Το γραφείο τους είναι μικρό, εργάζονται συνολικά 10 άτομα. Ωστόσο, έχουν ολοκληρώσει περισσότερα από 30 projects στην Ευρώπη και τη Δυτική Αφρική, μεταξύ άλλων ένα θέατρο πολλαπλών χρήσεων στη Λιλ (2013) και ένα κτίριο κατοικιών και γραφείων στη Γενεύη (2020).
Εμπνέονται από το περιβάλλον τους: «Η παρατήρηση της καθημερινής ζωής, των τόπων που ήδη υπάρχουν, των κτιρίων που χτίστηκαν από άλλους, αρχαίων ή σύγχρονων, συναντήσεις, βιβλία», δήλωσε η Λακατόν και πρόσθεσε, «Αυτή η απεριόριστη συσσώρευση εικόνων, συναισθημάτων και αναμνήσεων συνθέτει θραύσματα χώρων, που θυμόμαστε και θέλουμε να συναρμολογήσουμε, να συνδυάσουμε, να προσαρμόσουμε και να επανασυνθέσουμε σχεδιάζοντας κάθε νέο project».
Ορισμένοι αρχιτέκτονες βραβευμένοι με Πρίτσκερ έχουν μια σαφή υπογραφή, και συχνά είναι αναγνωρίσιμο ένα κτίριό τους. Ωστόσο, οι Βασάλ και Λακατόν δήλωσαν ότι δεν ενδιαφέρονται για το πώς θα φαίνεται τελικά ένα έργο. Αντ’ αυτού, είπαν, σχεδιάζουν από μέσα προς τα έξω, εστιάζοντας στον σκοπό ή τη χρήση ενός χώρου, σίγουροι ότι η διαδικασία θα δώσει ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα.
«Δεν ψάχνουμε για αισθητική», είπε ο Βασάλ. «Πιστεύουμε ότι η ομορφιά συμβαίνει πάντα στο τέλος».