Με πιάνει μια θλίψη βαριά και μια μελαγχολία ασήκωτη όταν αναλογίζομαι αυτό που ζούμε – με τις προεκτάσεις και τις επιπτώσεις του στο μέλλον. Υπάρχουν οι «σοβαροί» (κάποιοι από σας) που ψύχραιμοι έχετε βάλει προτεραιότητες: Πρώτο και βασικότερο να κρατηθούμε μέσα στη ζώνη του ευρώ. Αυτός είναι ο κυρίως στόχος, ο πρωτεύων, ο μη διαπραγματεύσιμος. Και για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος όλες οι θυσίες δικαιολογούνται και όλες οι ταλαιπωρίες και τα βάσανα αξίζουν – πόσω μάλλον όταν δεν τις κάνουμε εμείς τις θυσίες και δεν είμαστε εμείς αυτοί που τραβάμε τα μεγάλα ζόρια και τις στερήσεις. Όσο πιο «Well-off» είσαι τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια, τόσο περισσότερο σε ενδιαφέρει να μην διαταραχθεί το κεκτημένο σου, να είσαι δηλαδή στο κλαμπ του ευρώ και να μπορείς να πολλαπλασιάζεις τους λογαριασμούς σου και να ξοδεύεις το ευρώ σου όπως έμαθες τα δέκα τελευταία χρόνια, «χωρίς πρόβλημα» δηλαδή. Και «well-off» είναι πάντες οι έχοντες αρκετά χρήματα ώστε να μην είναι τα χρήματα το κυρίως πρόβλημά τους. Έτσι χωρίζεται πάντα η ανθρωπότητα με ευκολία: Σε αυτούς που έχουν τόσα ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα -και στους υπόλοιπους που δεν έχουν τόσα ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα. Σ ’αυτούς που δεν έχουν πρόβλημα με το χρήμα, ευρώ, δολάριο, γιέν, γιουάν, στερλίνα ή ρούβλι – και σ’ αυτούς που ζούνε υπό το καθεστώς του «δεν υπάρχει σάλιο» (για να θυμηθούμε και τον κ. Λοβέρδο).
Αυτοί είμαστε πάντοτε οι άνθρωποι χοντρά-χοντρά: Εκείνοι που αποφασίζουνε πόσο ακόμα μπορούν να περικόψουν την σύνταξη της γριάς, όντας οι ίδιοι ασφαλείς (προς το παρόν) μέσα σε περιουσίες, μισθούς και προνόμια γιγαντιαία για τα μάτια της γριάς, και οι άλλοι, οι μη έχοντες εξουσίες και δυνατότητες παρέμβασης, οι οποίοι παρακολουθούν το τατουάζ της πενίας και της απελπισίας να ζωγραφίζεται πάνω στο δέρμα τους, ερήμην τους βέβαια και χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα. Κανείς δεν τους εκπροσωπεί όλους αυτούς, τους πολλούς, την πολύ μεγάλη πλειοψηφία – γιατί οι πολιτικοί φοβούνται να αναλάβουν την ευθύνη της εκπροσώπησης των απελπισμένων: Τα «καθεστωτικά» ΜΜΕ και η καθοδηγούμενη «κοινή γνώμη» θα πέσουν να τους φάνε, είτε γελοιοποιώντας τους, είτε στοχοποιώντας τους – είτε λασπολογώντας σε βάρος τους δια της μεθόδου του «λέγε-λέγε κάτι μένει» η οποία εκτός από εύχρηστο όργανο στα χέρια του κάθε Γκαίμπελς, χρησιμοποιείται ευρέως πια και στην καθημερινότητα, όταν, μέσα σ’ αυτήν, «παίζονται» μεγαλύτερα ή μικρότερα οικονομικά-κοινωνικοπολιτικά συμφέροντα.
Έτσι λοιπόν αποφασίζονται μέτρα και περικοπές και παραλλήλως αποφασίζεται και η προστασία των «φίλων και γνωστών» που ενδεχομένως «κάτι θα ξέρουν και για τα δικά μας». Όμως, παρά το πολύ μελάνι της σουπιάς που όλα πάει να τα θολώσει, παραμένει ευδιάκριτο το γεγονός πως όλοι οι ωφεληθέντες από την επίθεση των ακριδών που διήρκεσε μερικές δεκαετίες, μεγαλοαπατεώνες και μικροαπατεώνες παρέα, μιζαδόροι, «αρπαχτοί», γοργόνες και μάγκες, εργολάβοι, προμηθευτές, τραπεζίτες, όλη η Crème de la Crème της σήψης και της διαφθοράς, όλοι εκτός του Τσοχατζόπουλου και κάτι μικρομεσαίων που δεν έχουν πια «προστασία» και τους τσιμπάει η τσιμπίδα χωρίς πολλά σου-μου-του, είναι ελεύθεροι και με πολλά λεφτά στην «συμπάσχουσα ΕΕ» ή οπουδήποτε αλλού, μια χαρά εξασφαλισμένοι.
Θα μου πείτε «κι’ εσένα τι σε μέλλει»; Θα σας πω: Η θλίψη μου θα ήταν πολύ μειωμένη αν ήξερα ότι γινόταν κάποια προσπάθεια να αποδοθεί δίκαιο, να επιστραφούν τα κλεμμένα. Γιατί ζητάμε τα μάρμαρα του Παρθενώνα που είναι στην Αγγλία και δεν ζητάμε και το κλεμμένο, ξεπλυμένο ή ακόμα άπλυτο βρώμικο χρήμα που έχει σκορπίσει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα; Μη μου πείτε «είναι δύσκολο». Στα δύσκολα μετράνε οι ηγεσίες. Να κόψεις και το δώρο από τη σύνταξη της γριάς και άλλα 20 ευρώ (και άλλα 30 μεθαύριο) είναι το μόνο εύκολο. Και αν δεν πάρει τα φάρμακά της η γριά ή αν δεν μορφωθεί το εγγόνι της ή αν δεν επιζήσει το θύμα της βίας που προκαλείται από αυτό το θλιβερό αδιέξοδο που ζούμε, ε, δεν χάθηκε ο κόσμος.
Το ζήτημα είναι να μείνουμε στο ευρώ. Και όλες οι θυσίες στον βωμό αυτόν αξίζουν το κόπο.
ΥΓ: Για να μην παρεξηγηθώ –κι εγώ το ευρώ προτιμώ ασυζητητί. Είμαι Ευρωπαϊστής, υπέρ μιας αληθινής «παγκοσμιοποίησης» που θα ανεβάσει το επίπεδο διαβίωσης των ανθρώπων σε όλον τον πλανήτη και θα διανείμει με περισσότερη δικαιοσύνη όλα τα αγαθά –από τα νερά του Τίγρη, ως το ουράνιο.