Κατά πώς φαίνεται, ζούμε σε μια χώρα που το αυτονόητο παραμένει ζητούμενο. Πρέπει να γράφουμε συχνά-πυκνά ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα δεξιό κόμμα με αρκετά ακροδεξιά στοιχεία μέσα του (Βορίδης, Γεωργιάδης κ.α.). Ότι ερωτοτροπεί κατά καιρούς με τη φασιστική Χρυσή Αυγή προς άγρα ψήφων (Μπαλτάκος κ.ο.κ.). Ότι ακολουθεί πιστά τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις χωρίς διάθεση μαχητικής διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Ότι δεν έχει ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση, αλλά φορολογεί άγρια τους πολίτες, αποφεύγει να ελέγξει τον πλούτο και δεν προστατεύει τους οικονομικά αδύνατους. Ότι λαϊκίζει ασύστολα τοποθετώντας σε κυβερνητικές θέσεις πρόσωπα που ρέπουν προς αυτή τη λογική με σκοπό την περιχαράκωση ψηφοφόρων (Γιακουμάτος, Ντινόπουλος κ.λπ.). Και γενικά, πρέπει να σημειώνουμε πως πρόκειται για μια παράταξη που δεν απεμπολεί τον παλιό κακό εαυτό της, ο οποίος συντέλεσε στη σημερινή κρίση.
Τα ίδια, με μικρές παραλλαγές, πρέπει να λέμε και για το ΠΑΣΟΚ του Β. Βενιζέλου. Ούτε αυτό είναι αυτονόητο γι' αρκετούς ψηφοφόρους. Και ιδιαίτερα, για αρκετούς αναγνώστες του protagon, οι οποίοι έσπευσαν να με επικρίνουν για ένα άρθρο ήπια κριτικό για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, την ψηφοθηρική επίσκεψή του στο Άγιο Όρος, τη διάθεσή του -αυτού του… άθεου- να μείνει ένα δεκάλεπτο μόνος του με μια σπουδαία αγιογραφία, τον παραλληλισμό των μοναχών με τους Ζαπατίστας (!) και όλα όσα συνέβησαν παραμονές του Δεκαπενταύγουστου.
Η λογική των αναγνωστών (και κάποιων φίλων), συνοψίζεται στη φράση «εδώ ο κόσμος χάνεται και εσύ ασχολείσαι με τον ΣΥΡΙΖΑ». Και σε πιο ελεύθερη απόδοση: «η κοινωνία υποφέρει και αντί να ασχολείσαι με τα καμώματα Σαμαρά-Βενιζέλου, στοχεύεις πάλι στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης». Όσοι δεν έχουν σκοπιμότητα πίσω από αυτή την κριτική τους (είναι δηλαδή μέλη ή φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ και θεωρούν κομματικό καθήκον τους να κλείνουν τα μάτια σε οποιαδήποτε έκπτωση κάνει η ηγετική του ομάδα), νομίζω πως κάνουν λάθος.
Αφού επαναλάβουμε τα προαναφερόμενα αυτονόητα λοιπόν (για το πόσο αποτυχημένη και αδιέξοδη είναι η πολιτική που ακολουθείται από τη συγκυβέρνηση), πρέπει να προχωρήσουμε παρακάτω. Ζητούμενο στις ημέρες μας είναι μια εναλλακτική κυβερνητική πρόταση. Σε όλα τα επίπεδα. Το έδειξαν και οι πρόσφατες κάλπες, όπου τα ποσοστά των δυο κυβερνητικών κομμάτων, σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν πλειοψηφία. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, υπόσχεται κάτι τέτοιο. Πως έχει τις λύσεις, πως έχει και τη διαφορετική πρόταση. Είναι λογικό να αναζητούνται εχέγγυα ότι αυτή η πρόταση είναι πράγματι πειστική, έχει προοπτική και ιδιαίτερα έχει προοδευτικό χαρακτήρα. Αν η πρόταση αυτή διακρίνεται από εκπτώσεις, μάλλον θα πάψει να είναι και τόσο εναλλακτική.
Στο βασικό διακύβευμα, στη διαχείριση του οικονομικού προβλήματος δηλαδή, νομίζω ότι παραμένει ζητούμενο για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πετύχει μια καλύτερη διαπραγμάτευση. Έτσι δηλώνει πάντως και υπάρχουν στελέχη του που δείχνουν αυτή τη διάθεση. Αυτό που μπορούμε να πούμε με σχετική βεβαιότητα, είναι πως είναι θεαματικά δύσκολο ν' ακολουθήσει μια οικονομική πολιτική τόσο αδιέξοδη όσο η σημερινή.
Υπάρχουν και μερικοί άλλοι βασικοί τομείς ωστόσο, που δεν νοείται να ακολουθείται από την αξιωματική αντιπολίτευση πολιτική παρόμοια με τη σημερινή. Όχι μόνο γιατί δυσφημείται η έννοια της Αριστεράς, η οποία δεν θα έπρεπε να έχει σχέση ούτε με ψηφοθηρικές λογικές, ούτε με πολιτικούς έρωτες με ρασοφόρους. Αλλά και επειδή, η ελληνική κοινωνία, έχει ανάγκη από σύγχρονες πολιτικές που δεν θα παραπέμπουν στον δικομματισμό που έφερε μεταπολιτευτικά τη χώρα ως εδώ. Δεν είναι δυνατόν σήμερα, η θρησκευτική ψηφοθηρία του Ανδρέα Παπανδρέου με την Παναγία Σουμελά να αντικαθίσταται από την ανάλογη του Αλέξη Τσίπρα με το Άγιο Όρος. Και αυτό, ας το δούμε σε μια σειρά από άλλα ζητήματα που ταλανίζουν την κοινωνία. Τον κυβερνητικό συνδικαλισμό, τον άκρατο λαϊκισμό, το χάιδεμα των αυτιών των ψηφοφόρων κ.ο.κ.
Αν στόχος της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι να προσεγγίσει μεγαλύτερες ομάδες ψηφοφόρων, με λογικές παρελθόντος οι οποίες κρατάνε τη χώρα καθηλωμένη στα ίδια επίπεδα και την κοινωνία χωρίς ουσιαστική εναλλακτική επιλογή, τότε απλά με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, θα δούμε μια επανάληψη της μεταπολιτευτικής ιστορίας, για την οποία δεν είμαι σίγουρος ότι πρέπει να νιώθουμε υπερήφανοι. Και όσοι αναρωτηθούν αν αυτή τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, την προσδιορίζει και μόνο η επίσκεψη Τσίπρα στο Άγιο Όρος, αν αναλογιστούν πόσο σπάνια πια αναφέρεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στον διαχωρισμό Εκκλησίας-κράτους, στη φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας κ.ο.κ.
Ας σκεφτούν ακόμα για το πόσα στελέχη του λεγόμενου «βαθέως ΠΑΣΟΚ», έχουν εισχωρήσει στο κόμμα τους. Πόσα καθεστωτικά στελέχη με τις πρακτικές τους που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στα χρόνια της μεταπολίτευσης, είδαν νέο τρόπο αναρρίχησης πάλι στην εξουσία μέσω της Κουμουνδούρου.
Συνοψίζοντας. Ενδεχομένως ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει γενναίες εκπτώσεις στη διαχείριση της οικονομίας και αυτό να θεωρηθεί στροφή στον ρεαλισμό. Δεν βλέπω για ποιον λόγο πρέπει αυτές τις εκπτώσεις να τις κάνει και σε ό,τι αφορά όλα τα υπόλοιπα ζητήματα που αφορούν τουλάχιστον τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Ναι, είναι προτεραιότητα να πάψουν οι σημερινές πολιτικές που οδηγούν σε αδιέξοδα. Δεν πρέπει ωστόσο, η διάδοχη κατάσταση να έχει τουλάχιστον έντονο το άρωμα του διαφορετικού;