Protagon A περίοδος

ΣΥΡΙΖΑ: Ο Μικρός Πρίγκιπας και η αλεπού

Στον Μικρό Πρίγκιπα του Σαιντ Εξυπερύ, η αλεπού εξηγεί στον πρίγκιπα ότι θέλει να την εξημερώσει. Κάτι σαν αυτού του είδους την εξημέρωση πάει να ζήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, τώρα, στην ενδεχόμενη προσέγγιση της εξουσίας. Κι αυτόν τον ρόλο πάει να παίξει η τριβή του με τον «μεγάλο, έξω κόσμο».

Αντώνης Παπαγιαννίδης

Στον Μικρό Πρίγκιπα του Σαιντ Εξυπερύ, η αλεπού εξηγεί στον πρίγκιπα ότι θέλει να την εξημερώσει. Απορεί εκείνος, τι είναι αυτό! Του εξηγεί ότι πρέπει να φτάσουν σ’ ένα σημείο που να έχει εξοικειωθεί, εκείνη να περιμένει να ακούσει τα βήματά του, να γνωρίζει την παρουσία του. Κάτι σαν αυτού του είδους την εξημέρωση πάει να ζήσει ο ΣΥΡΙΖΑ , τώρα, στην ενδεχόμενη προσέγγιση της εξουσίας. Κι αυτόν τον ρόλο – σταθερά – πάει να παίξει η τριβή του με τον «μεγάλο έξω κόσμο»: αρχικά τα ταξίδια Τσίπρα με κορύφωση την συνάντηση με Σόϊμπλε, ύστερα το συναπάντημα με την αμερικανική προσέγγιση.

Τη διαδρομή αυτή ήρθε να ολοκληρώσει η διημερίδα «Έξοδος από την Κρίση: η Πρόκληση της Εναλλακτικής Πορείας» στην οποία ο – αντιμέτωπος με την προοπτική της εξουσίας – ΣΥΡΙΖΑ, ήρθε σε στενότερη επαφή, τόσο με τις προσεγγίσεις του διεθνούς συστήματος (μετακεϋνσιανό, εμπνεόμενο από τον Hyman Minski, χαρακτήρισε το Levy Economics Institute του Bard College, συνδιοργανωτή: παρεμβάσεις από τον Dani Rodrik του Harvard και τον James Galbraith τράβηξαν την προσοχή) όσο και με την πείρα από την εφαρμογή σοσιαλιστικής έμπνευσης προσεγγίσεων «υπό ελληνικές συνθήκες» στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ (με βασική τη συνεισφορά του Γεράσιμου Αρσένη, της Λούκας Κατσέλη, του Τάκη Ρουμελιώτη, αλλά και πολλών άλλων που στρατεύονται στον χώρο του ΙΝΕΡΠΟΣΤ). Υπήρξε μια συνάντηση που άφησε πολλά πίσω της που θα άξιζαν να προσεχθούν, πέρα από την υπέροχη χειρονομία της Beatriz Talegon, έναντι των Μέρκελ και Σαρκοζί!

Ήδη η αναγωγή του Δημήτρη Παπαδημητρίου του Levy στην παρατήρηση του Minski, ότι η σταθερότητα (και μάλιστα με τη μορφή της λατρείας της σταθεροποίησης, θα προσέθετε κανείς, με την εμπειρία της Ελλάδας του 2010-13…) είναι αφ’ εαυτής αποσταθεροποιητική, αλλά και η παραπομπή στην διέξοδο για τις συστημικές κρίσεις «μεγάλο Κράτος, συν μεγάλες Τράπεζες» έδωσε ένα στίγμα. (Για όσους θα ήθελαν να πουν ότι ο 21ος αιώνας είναι ριζικά διαφορετικός από τον Μεσοπόλεμο του 20ού, ο Παπαδημητρίου έδωσε προκαταβολικά την απάντηση: το συνολικό κόστος των ανοιγμάτων που οργάνωσε σ’ αυτήν τη φάση η FED για στήριξη του αμερικανικού, συν του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά και της πραγματικής οικονομίας, των ΗΠΑ και των διεθνών εμπορικών ροών, άγγιξε τα 27 τρισεκατομμύρια δολάρια). Η τοποθέτηση, πάλι, Αρσένη σύμφωνα με την οποία στην αρχική φάση της «ελληνικής διάσωσης» το ΔΝΤ υπήρξε «απροσδόκητος σύμμαχος», καθώς πίεζε για εξαρχής αναδιάρθρωση του χρέους (που η τότε ελληνική Κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να διαπραγματευθεί) ώστε να απευχόταν η αναπτυξιακή καταβύθιση, έδειξε πως η μόνη βιώσιμη κατεύθυνση για την ελληνική οικονομία – που δεν ακολουθήθηκε – θα ήταν μια σταθεροποίηση που θα βασιζόταν σε δημιουργία πλεονάσματος, μέσα από ανάπτυξη. Εκείνο που ακολουθήθηκε, ήταν και παραμένει ακριβώς το αντίθετο. Πάλι επιστροφή στον Δ. Παπαδημητρίου: για αναπτυξιακή επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, θα χρειάζονταν πόροι 45-50 δισ., δηλαδή το ισόποσο ενός «νέου σχεδίου Μάρσαλ».

Ο Dani Rodrik, πάλι, ήρθε να δώσει την περιβάλλουσα σ’ αυτές τις προσεγγίσεις. Πώς; Περιγράφοντας όλη την προσέγγιση που ακολούθησε η Ευρώπη στη χρηματοπιστωτική κρίση/κρίση χρέους ως «πείραμα επιστροφής στον Κανόνα Χρυσού του 19ου αιώνα, υπό συνθήκες 21ου», πείραμα που είναι καταδικασμένο όχι μόνο να αποτύχει, αλλά να δημιουργήσει ιστορικού μεγέθους αδιέξοδα.

Σ’ αυτόν τον καμβά επάνω, ο Γιάννης Δραγασάκης ήρθε να καταθέσει την άποψη ότι «η οικονομική παράλυση που υπάρχει και η κοινωνική καταστροφή που συντελείται, σήμερα, κινδυνεύουν να λάβουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις». Αυτό, άμεσα. Διότι, μακροπρόθεσμα, υπάρχει ο άλλος κίνδυνος: «να μετεξελιχθεί η σημερινή – έκτακτη, υποτίθεται – κατάσταση σε διαρθρωτική κρίση διαρκείας, ετών και δεκαετιών».

Εκεί ακριβώς υπήρξε και η πολιτική διάσταση, η έκκληση για «αναζήτηση «κοινών τόπων» δράσης, με κριτήριο τις ανάγκες του σήμερα και του αύριο και όχι τις διαφορές ή τις προκαταλήψεις του παρελθόντος»…

Αν αυτό ήταν το ξεκίνημα της συνάντησης του ΣΥΡΙΖΑ με τον Levy Institute και το ΙΝΕΡΠΟΣΤ, στην πρώτη φάση της διημερίδας, η αιχμή της συνάντησης ήταν η συζήτηση – ακριβώς – για την «Παραγωγική Ανασύνταξη», δηλαδή για την αναζήτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Εδώ, το πράγμα έσφιξε! Εισάγοντας τη συζήτηση, ο Πρύτανης της ΑΣΟΕΕ, Κ. Γάτσιος, έκανε λόγο για μια γνήσια παραγωγική αποδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, που προέκυψε μετά την «παρανοϊκή δεκαετία» 2000-2010, που εμείς τη βιώναμε ως ανάπτυξη, ενώ δεν ήταν παρά μια φούσκα βασισμένη στον (φθηνό) δανεισμό που χρηματοδοτούσε μιαν κατανάλωση εισαγομένων. Για τον Γάτσιο, η σημερινή κρίση «δεν είναι μια κρίση υποκατανάλωσης» (που, άρα, χρειάζεται βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας), «αλλά μια κρίση προσφοράς». Πώς, όμως, δημιουργείς πλεόνασμα με τη μεταβολή του παραγωγικού πρότυπου υπό συνθήκες υπερφορολόγησης, υψηλών ασφαλιστικών εισφορών και υψηλού ΦΠΑ; (Τουλάχιστον, ο τελευταίος πλήττει και τα εισαγόμενα, ενώ οι άλλες επιβαρύνσεις, βασικά, τα εγχώρια).

Πάνω σ’ αυτήν την πραγματικότητα, η πρόταση του Γιάννη Μηλιού, υπεύθυνου οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ, ξεκίνησε με βάση την εκτίμηση ότι «οι πολιτικές διαχείρισης – και ιδίως η πρακτική της εσωτερικής υποτίμησης – παρόξυναν την κρίση» καθώς δεν σχεδιάστηκαν «ως αναζήτηση εξόδου, αλλά προστασίας κάποιων μειοψηφιών». Για τον Μηλιό, θα χρειαστεί «στροφή προς μια μεταβολή παραγωγικού μοντέλου», με βάση την αναδιανομή του πλούτου, επαναθεμελίωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, απομόχλευση του τραπεζικού δανεισμού με βάση ρυθμίσεις υπέρ των δανειοληπτών και προώθηση συνεργατικών μορφών επενδυτικής δράσης. Όλα αυτά στα πλαίσια μιας διαπραγμάτευσης που (προσδοκάται ότι) θα έχει (παν)ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Το μακροοικονομικό πλαίσιο μιας τέτοιας διαφορετικής πολιτικής αναζήτησε ο Γιώργος Αργείτης, του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος έθεσε την έμφαση στο ότι το επιδιωκόμενο πρωτογενές πλεόνασμα της οικονομίας θα πρέπει να διαμορφωθεί σ’ ένα επίπεδο που να επιτρέπει/να ενισχύει την παραγωγική αναδιάρθρωση, αντί να στοχεύει την εξυπηρέτηση του εναπομένοντος δανεισμού (οπότε θα λειτουργεί σαν συνεχής αποπληθωριστικός παράγοντας). Για να συμβεί κάτι τέτοιο, προϋπόθεση θα ήταν ο περιορισμός του χρέους σε επίπεδα 80% του ΑΕΠ – με κάποιον τρόπο, που θέτει πάλι το ζήτημα της πολιτικής διαπραγμάτευσης.

Για τον Διονύση Γραβάρη, του Πανεπιστημίου Κρήτης και του ΙΜΕ/ΓΣΕΒΕΕ, η ευθεία αναγνώριση της πολιτικής διάστασης του εγχειρήματος της παραγωγικής ανασυγκρότησης έχει  θεμελιώδη σημασία: το γεγονός ότι οι δυο αναπτυξιακοί κύκλοι της μεταπολεμικής οικονομίας (1950-79 και 1995-2007) λειτούργησαν με βάση ολιγαρχικά και πελατειακά συμφέροντα, δεν πρέπει να ξεφύγει από την προσοχή, όταν επιχειρείται οποιαδήποτε ανάλυση.

Ο Γ.Γ. της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας, Απ. Παπατόλιας, έδωσε μια περιγραφή των δυνατοτήτων ανάπτυξης με βάση τη δυναμική των Περιφερειών, που όμως έχει καταπνιγεί στο ίδιο το ξεκίνημα, π.χ. του «Καλλικράτη», από εκείνο που ονόμασε «αντιΑυτοδιοικητικό μνημόνιο».

Σε έντονο φορτισμένο – από τους ίδιους τους αριθμούς – ύφος ήταν η τοποθέτηση του Σάββα Ρομπόλη, Επιστημονικού Διευθυντή του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ, ο οποίος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση «στο στοιχείο του χρόνου, που πιεστικά εξαντλείται», καθώς – μέσα σε λίγους μήνες – θα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση με 30% ανεργία (όταν η κορύφωση τη δεκαετία του ΄60, ήταν στο 26,8% που, μάλιστα, εκτονώθηκε με το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα), όταν σωρευτικά θα έχουμε 27% πτώση του ΑΕΠ, όταν η εκτίμηση για τη μείωση ότι βιοτικού επιπέδου θα ξεπερνά το 50%. Κυριότατα, όμως, πέρα από τους άνω των 1.200.000 ανέργους, από τα κάπου 2.000.000 εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα, σχεδόν 1.500.000 είναι είτε μη-τακτικά αμειβόμενοι/απλήρωτοι, είτε σε ανασφαλείς μορφές απασχόλησης, είτε ανασφάλιστοι. Άνω των 170.000 επιχειρήσεων κινδυνεύουν να οδηγηθούν σε αδιέξοδο τη χρονιά αυτή: ό,τι δε, ακόμη, λειτουργεί, φθίνει – δεν δείχνει τάση επανεκκίνησης.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι η όποια παραγωγική ανασυγκρότηση συντελείται υπό ακραία πίεση του χρόνου, ασύντακτα και με αντίστοιχα ακραίο κοινωνικό κόστος.

Αν η συνάντηση του Μικρού Πρίγκιπα με την αλεπού είχε όλη τη μαγεία της ερήμου του Σαιντ Εξυπερύ, πού θα καταλήξει εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ με τον μεγάλο, «έξω κόσμο»;