Protagon A περίοδος

Στα όρια της παράνοιας

Βδομάδες πριν έγραφα για μια σταγόνα που περιμένω να σκάσει μέσα στο ποτήρι, να ξεχειλίσουμε πια όλοι, να βγούμε από τα ρούχα μας, να βγούμε από τα κουτάκια μας, τους κορσέδες, τους φόβους μας.

Άρης Δαβαράκης

Είναι πολύς καιρός που, ξαφνικά, για τους πιο πολλούς από μας, στράβωσε εντελώς ο γιαλός ενώ εμείς, αρμενίζαμε μεσοπέλαγα με σπασμένες πυξίδες και με παράξενο καπετάνιο –που ποτέ του δεν πλησίασε καν το τιμόνι- να δει γιατί είναι «κλειδωμένο» και μας στέλνει ντουγρού στη βραχονησίδα της πτώχευσης και της ολικής επαναφοράς στη φτώχεια και την ανέχεια. Χιλιάδες σενάρια: o ΓΑΠ έχει πουλήσει το παιχνίδι πριν τις εκλογές ακόμα, τότε που πήγε στο ΔΝΤ χωρίς την έγκριση (ή την γνώμη έστω) της Ευρωπαϊκής Ένωσης που, τρείς δεκαετίες τώρα, μας χρηματοδοτεί πλουσιοπάροχα για να βάλουμε γερά θεμέλια στην Οικονομία μας –και να πορευτούμε ισότιμα μαζί με τους «μεγάλους» και «δυνατούς» που την συναποτελούν. Γιατί πήγε; Τι δουλειά είχε με το ΔΝΤ  πριν τις εκλογές –ενώ συγχρόνως φώναζε «λεφτά υπάρχουν»;

Ο Καραμανλής εκβιάστηκε, μας λένε, από τους Αμερικάνους όταν πήγε να τα βρει με τους Ρώσους (και το γράφουν τα Επίκαιρα που ανήκουν πια στον όμιλο Λιβάνη, μία από τις παλιότερες και βαθύτερες ρίζες του «παλιού ΠΑΣΟΚ»). Ο Νίκος Παπανδρέου είναι μπλεγμένος σε δουλειές, φωνάζει ο Καμμένος και κουνάει χαρτιά και ντοκουμέντα που κανείς δεν θέλει καν να τα δει, να τα δημοσιεύσει, να τα διαψεύσει ή να τα επιβεβαιώσει. Τα CDS του Ταχυδρομικού μας Ταμιευτηρίου, αγορασμένα επί Νέας Δημοκρατίας σχεδόν ενάμισυ δις δολάρια (γιατί;), μόλις αναλαμβάνει ὁ άνθρωπος του ΓΑΠ  μετά τις εκλογές, πουλιούνται άρον-άρον. Πού; Σε κάποιον. Κάπου. Σε μία offshore. Δεν ξέρουμε. Ο Καμμένος πάλι λέει διάφορα και κουνάει χαρτιά και επιμένει «εδώ τα έχω, να και τα ονόματα βγάλανε 27 δις αυτοί που τ’ αγοράσανε», αλλά ούτε αυτεπαγγέλτως δεν βρίσκεται ένας εισαγγελέας να πει «φέρτα εδώ επιτέλους αυτά τα κωλόχαρτα που μας κουνάς μέσα στα μούτρα να δω τι γράφουν» – και να τον χώσει μέσα για κατασυκοφάντηση συγκεκριμένων ανθρώπων, επιφανών μελών της κοινωνίας μας, των οποίων τα ονόματα έχουνε γίνει πτυελοδοχεία μέσα σε χιλιάδες ταξί και λεωφορεία. Και ενώ τα «κλεμμένα δις» φτερουγίζουνε στον αέρα δυνατά και αόρατα ανάμεσά μας, εμείς αρχίσαμε ήδη την κουβέντα «να δίνει το κράτος κουπόνια των 2 ευρώ («όχι, των 3», λένε οι πιο χουβαρντάδες) στα παιδιά (αυτά που πάνε σχολείο)  –για να ξέρουμε πως σιτίζονται τουλάχιστον μ’ ένα σάντουιτς, γιατί φοβούνται πια «οι γνωρίζοντες» ότι σε δεκάδες χιλιάδες σπίτια υποσιτίζονται εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες. Απολύσεις. Ρευστότητα γιοκ. Χαράτσια. Φόροι. Μαγαζιά που κλείνουν. Άνθρωποι που μέχρι πρόσφατα κάπου δουλεύανε, ψάχνουνε τώρα στα σκουπίδια.

Κραυγές και Ψίθυροι: «Ο στρατός μας είναι αφοπλισμένος με τις κομπίνες του Τσοχατζόπουλου, αν κάνει κάνα ντου ο Τούρκος τη βάψαμε».  Φήμες, ναι, φήμες βέβαια. Πολλές φήμες όμως. «Πιάσανε τον Γαβαλά, πιάσανε τον Λαυρεντιάδη, ο Alter χρωστάει πολλά εκατομμύρια», λογαριασμοί στην Ελβετία που πλησιάζουν (και ξεπερνούν σου λένε άλλοι) το ένα τρις ευρώ: Θα τους ανοίξουμε; Θα μας δικαιολογήσουν οι έχοντες που τα βρήκαν; Είναι μπούρδες όλ’ αυτά και φριχτές συκοφαντίες; Θα μας εξηγήσει κανείς τι γίνεται; Γιατί μέχρι κι ο Βενιζέλος, που, το ξέρουμε, την αγαπάει την εξουσία, λέει «θα παραιτηθώ, δεν παίρνω άλλα μέτρα»; Πού είναι αυτός που φώναζε «λεφτά υπάρχουν»; Γιατί δεν δίνει εξηγήσεις μπροστά στις κάμερες των καναλιών απαντώντας σε –ελεύθερες –ερωτήσεις δημοσιογράφων; Και ο Κώστας Καραμανλής το ίδιο: Γιατί δεν τα λέει τα πράγματα με το όνομά τους –αν υπάρχει τίποτα να πει; Γιατί τα κανάλια συνεχίζουν να λειτουργούν χωρίς επίσημη άδεια; Γιατί δεν αδειοδοτούνται, σήμερα κιόλας, να μην υπάρχει αυτή η «εκκρεμότητα»; 

«Δις», «τρις», ευρώ, δολάρια, φτώχεια, κατάθλιψη, ανεργία, μοναξιά, ψυχικές ασθένειες, ο Τσοχατζόπουλος κορδωμένος στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου μπροστά στο Μουσείο της Ακροπόλεως, λες «τι να κάνω τώρα εγώ στα 59 μου, να πάω να βρω γκαζάκια, να γράψω ένα τραγούδι και να το βουλώσω, να κάνω τον μαλάκα – μάλλον το τελευταίο, είναι το πιο βολικό, θα κάνω τον μαλάκα». «Ε, δεν είναι πια και τόσο τραγικά τα πράγματα», «να είμαστε αισιόδοξοι, όλα θα πάνε καλά», «και γιατί σας φοβίζει η δραχμή, θα απαλλαγούμε από τόσα χρέη και από τους φριχτούς αυτούς Γερμαναράδες που έρχονται και μας ελέγχουν λες και είμαστε Νομαρχία τους».

Έλα όμως που δεν είναι έτσι: Βδομάδες πριν έγραφα για μια σταγόνα που περιμένω να σκάσει μέσα στο ποτήρι, να ξεχειλίσουμε πια όλοι, να βγούμε από τα ρούχα μας, να βγούμε από τα κουτάκια μας, τους κορσέδες, τους φόβους μας. Αιωρείται ακόμα αυτή η σταγόνα – αλλά ακόμα να σκάσει. Για μια στιγμή ελπίσαμε στον Παπαδήμο: Τίποτα. Μια από τα ίδια. Κανείς δεν εκθέτει κανέναν. Κανείς δεν μιλάει «σοβαρά» γι’ αυτά τα πράγματα. Αυτά σου λένε «τα λένε ανεύθυνοι άνθρωποι». Δεν ασχολούμεθα. Και; Τι θα γίνει; Για πού προχωράμε; Τι λέει ο σοφός Παπούλιας, ο ανώτατος άρχων μας; «Είναι όλα ΟΚ», λέει. Γιατί αν δεν είναι όλα ΟΚ τότε πρέπει κάτι να κάνει. Αυτός, ή ο ΓΑΠ, ή ο Σαμαράς, η ο Τσίπρας, κάποιος – κάτι συγκεκριμένο. Εκλογές, φωνάζει ο Αντώνης. Μα τι να τις κάνω τις εκλογές Αντώνη μου αν δεν μάθω τι συμβαίνει; Πώς θα ξέρω πού θα ρίξω την ψήφο μου; Ποιος είναι ο ψεύτης, ποιος είναι ο κλέφτης, ποιος είναι ο δοσίλογος, ποιος είναι ο ελπιδοφόρος που κάποιο φώς κρατάει αναμμένο στην άκρη του τούνελ μας;

Δεν μπορούμε (εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες δεν μπορούμε πια) να συνεχίσουμε έτσι: Θέλουμε να μάθουμε τι έγινε. Ας το καταλάβει αυτό κάποιος – κι ας είναι και ο κ. Σαρτζετάκης. Ταινία θα τον κάνουμε. Ήρωα. Βιβλίο. Οχτώ χρόνια Πρόεδρο. Αλλά ας βρεθεί επιτέλους κάποιος – έχουμε φτάσει στα όριά μας.