Προεκλογική περίοδος ποσοστών. Οι δημόσιες συζητήσεις στρέφονται κυρίως γύρω από αυτά. Και ανάμεσα στις συζητήσεις, πέφτουν και τα διλήμματα. Το πρώτο και πιο εντυπωσιακό, είναι αυτό που έβαλε ο Βενιζέλος ως προς την εκλογική απόδοση της Ελιάς. Σε μια πρώτη συνέντευξή του, άφησε να εννοηθεί πως το 10% είναι το ποσοστό εκείνο που θα τον ικανοποιεί. Και αν ικανοποιηθεί ο Βενιζέλος, δεν θα έχει πρόβλημα και η κυβέρνηση. Θα εξακολουθήσει να τη στηρίζει το ΠΑΣΟΚ και όλα θα προχωρήσουν όπως πριν. Τον Βενιζέλο, τον διαδέχτηκαν και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ με μικρότερες ή μεγαλύτερες εκτιμήσεις ποσοστών. Ένας μίλησε για 12%, ένας άλλος για 8%, ένας τρίτος για 4% κ.ο.κ. Ο καθένας λέει ό,τι θέλει.
Στην λογική των ποσοστών κάποια στιγμή μπήκε και ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο βουλευτής του Γιώργος Σταθάκης, είπε πως αν το άθροισμα των ποσοστών των δυο κομμάτων που συγκυβερνούν είναι χαμηλότερο από το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, τότε θα δικαιούται η αξιωματική αντιπολίτευση να θέσει ζήτημα κυβερνητικής νομιμοποίησης. Είναι μια άποψη και αυτή. Ακούστηκαν και άλλες απόψεις από στελέχη της Κουμουνδούρου. Ενδιαφέρουσες και μη. Δεν ξέρω πού να κατατάξω την άποψη της κυρίας Σακοράφα, η οποία …διεθνοποίησε κάπως το θέμα. Είπε πως αν ο ΣΥΡΙΖΑ προηγηθεί έστω και μία μονάδα παραπάνω, τότε θα φέρει αναταραχή στην Ευρώπη! Ή άλλο έργο βλέπει η βουλευτίνα ή άλλο έργο βλέπω εγώ. Ας το αφήσουμε αυτό.
Και ας μείνουμε στα ποσοστά. Είναι αλήθεια, πως τα ποσοστά της Κυριακής των ευρωεκλογών (και δευτερευόντως των τοπικών εκλογών), θα παίξουν καθοριστικό λόγο στις εξελίξεις τις ημέρες που θα ακολουθήσουν. Αλλά για να συμβεί αυτό, θα πρέπει τα ποσοστά αυτά να στέλνουν ένα σαφές και συγκεκριμένο μήνυμα. Να είναι ξεκάθαρο αυτό το μήνυμα. Αν, για παράδειγμα, ενδεχόμενη πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ συνοδευτεί από θεαματική διαφορά από τη δεύτερη Ν.Δ., ή είναι πολύ μεγαλύτερη από το άθροισμα των ποσοστών Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, τότε ναι, η κυβέρνηση θα έχει πρόβλημα. Όπως και το αντίστροφο δηλαδή. Αν η Ν.Δ. κερδίσει την πρωτιά με διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε το πρόβλημα θα μεταφερθεί στην Κουμουνδούρου.
Με δυο λόγια, τα ποσοστά θα εχουν σημασία αν έχουν μεταξύ τους γενναίες διαφορές. Αν όχι, τότε δεν θα συμβεί απολύτως τίποτα. Ο Βενιζέλος και μ' ένα 4% στην Ελιά, θα βρει κάτι να πει ώστε να πορευτεί όπως σήμερα. «Πέσαμε θύμα της πόλωσης, σηκώσαμε το βάρος της κρίσης στους ώμους μας, η ψήφος αφορούσε στις ευρωεκλογές όπου ψηφίζουμε πιο χαλαρά». Δεν είναι καλές δικαιολογίες για να παραμυθιάσει κάποιους; Ενδεχομένως και τον εαυτό του.
Να αναφέρουμε και ένα αντίστροφο παράδειγμα που μπορεί να επικαλεστεί ο Τσίπρας αν τα ποσοστά ΣΥΡΙΖΑ δεν ενθουσιάσουν; «Τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ έδωσαν τα πάντα για να στηρίξουν τα συγκυβερνώντα κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε τον αγώνα με τα πενιχρά οικονομικά μέσα που είχε. Ο λαός έπεσε θύμα της προπαγάνδας». Καλά δεν ακούγονται;
Συμπέρασμα πρώτο. Για να δρομολογηθούν σημαντικές εξελίξεις, θα πρέπει τα ποσοστά να έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. Αλλά ακόμα και αν συμβεί αυτό, υπάρχει μια ακόμα παράμετρος που πρέπει να πάρουμε υπ' όψη μας. Τα αποτελέσματα σε δημοτικές και περιφερειακές εκλογές. Εκεί, τα πράγματα είναι πολύπλοκα. Έχουν μεγάλες ιδιομορφίες. Πολλοί υποψήφιοι που έχουν πολλά κομματικά ένσημα σε Ν.Δ. ή ΠΑΣΟΚ, τώρα δηλώνουν «ανεξάρτητοι». Αν κερδίσουν, εύκολα τα δύο αυτά κόμματα θα σπεύσουν να τους χαρακτηρίσουν ως «δικούς τους». Αυτό είναι ένα παράδειγμα. Υπάρχουν πολλά ακόμα. Ενδεχόμενη νίκη ενός περιφερειάρχη ή δημάρχου, η οποία θα εχει προσωπικά χαρακτηριστικά (θα οφείλεται δηλαδή στην προσωπικότητά του), προσκείμενου στη Ν.Δ. ή το ΠΑΣΟΚ μπορεί να θεωρηθεί ως κομματική τους νίκη.
Η πιο σημαντική πολιτική παράμετρος, όμως, είναι άλλη. Πως αν αθροίσουμε τα ποσοστά όλων εκείνων που δηλώνουν στις δημοσκοπήσεις ότι θα ψηφίσουν όλα τα κόμματα, δεν ξεπερνούν τη μισή κοινωνία. Η υπόλοιπη μισή απέχει (συνειδητά ή όχι), δηλώνει πως δεν ικανοποιείται από τους πολιτικούς σχηματισμούς, δεν μετέχει σε όσα συμβαίνουν. Γι' αυτούς, λίγοι μιλάνε. Και ακόμα λιγότεροι ασχολούνται μαζί τους…