Η κυρία Σκόνδρα είναι βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας. Δεν τη γνώριζα. Η «γνωριμία» μας έγινε εκείνο το βροχερό πρωινό, που είχα την κακή ιδέα ν' ανοίξω την τηλεόραση. Καλεσμένη σ' εκπομπή η κυρία Σκόνδρα. Στο ένα «παράθυρο» αυτή, στο διπλανό μια απολυμένη καθαρίστρια του υπουργείου Οικονομικών. Ανάμεσα στα δυο «παράθυρα», ο Γιώργος Αυτιάς. Eιμαι σίγουρος πως αν είχε τη δυνατότητα, θα γέλαγε ηχηρά. Είχε πετύχει το απόλυτα τηλεοπτικό θέαμα. Με αφορμή το πραγματικό δράμα απολυμένων καθαριστριών των 340 ευρώ τον μήνα, το στούντιο είχε μετατραπεί σε αρένα. Και αυτό, το λατρεύουν τα μηχανάκια της AGB.
Η απολυμένη, δικαιολογημένα, φωνάζει. Και όταν η φωνή της δεν είναι τόσο ηχηρή όσο θέλει ο παρουσιαστής, ο τελευταίος έχει τη λύση. Ρίχνει λίγο ακόμα λαδάκι στη φωτιά. «Για πείτε μας, καλή μου κυρία, έχουμε εδώ τη βουλευτίνα της Ν.Δ. την κυρία Σκόνδρα, τι έχετε να της πείτε;». Τι να πει μια απολυμένη, σε μια βουλευτίνα; Πού θα βρει δουλειά; Αυτό τη ρωτάει.
Η κυρία Σκόνδρα δεν έχει μια καλή απάντηση. Και πού να τη βρει; Παρ' όλα αυτά, νιώθει ότι κάτι πρέπει να πει. Και λέει κάτι περίεργα περί της «γραμματείας ισότητας των δυο φύλων, η οποία προσπαθεί να μεριμνήσει για τις απολυμένες καθαρίστριες». Δεν το κατάλαβα. Ούτε η απολυμένη το κατάλαβε, αλλά σ' αυτές τις συζητήσεις, ό,τι καταλάβει ο καθένας.
Στο στούντιο, το κλίμα ήδη έχει ενταθεί. Φωνές από την απολυμένη, φωνές από την κυρία Σκόνδρα, φωνές από παντού. Η πιο ηχηρή ανήκει στον (εκ μεταγραφής από το ΠΑΣΟΚ) βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Μιχελογιαννάκη. Με βαριά κρητική προφορά και βροντερή φωνή, επιτίθεται και αυτός στην κυρία Σκόνδρα. Η φωνή του (αυτός και όταν λέει "καλημέρα", φαντάζομαι πώς θα φωνάζει) και το εκρηκτικό ταμπεραμέντο (είναι συνεχώς εκνευρισμένος) συμπληρώνει το παζλ. Το οποίο αποκτά και… προεκλογικά χαρακτηριστικά. Όταν το κόμμα του έρθει στην εξουσία, λέει ο Μιχελογιαννάκης, θα προσλάβει όλες τις καθαρίστριες.
Παρ' όλα αυτά, το παζλ, μάλλον, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Ακούγεται μια επιπλέον φωνή και εμφανίζεται ένας ακόμα καλεσμένος. «Η κυρία έχει πρόβλημα, δεν το βλέπετε;», φωνάζει. Αναφέρεται στην απολυμένη και απευθύνεται κι αυτός στην κυρία Σκόνδρα. Είναι ο βουλευτής Γιοβανόπουλος του κόμματος Καμμένου.
Η κυρία Σκόνδρα είναι σε δύσκολη θέση. Όλοι εναντίον της. Παρ' όλα αυτά, παραμένει ατάραχη. Κάποια στιγμή και ενώ έχει μεσολαβήσει ένα ακόμα εκρηκτικό πεντάλεπτο η… συζήτηση αρχίζει να χάνει τον ρυθμό της. Παραλίγο να μετατραπεί σε μια κανονική συζήτηση. Ακούγονται κάποια στοιχειωδώς λογικά επιχειρήματα, γίνεται ενός είδους διάλογος. Ο Αυτιάς το αντιλαμβάνεται αμέσως. Και παρεμβαίνει για να επανορθώσει: «Πείτε μου, καλή μου κυρία, πείτε μου, πώς ζείτε;», ρωτάει την απολυμένη. Και ακαριαία και η δεύτερη ερώτηση, πριν η απολυμένη προλάβει ν' απαντήσει, «Τα παιδιά σας, πώς τα ζείτε; τα παιδάκια σας…», ρωτάει μ' εκείνο το δραματοποιημένο ύφος. Το έχω ξαναδεί αυτό. Ένα στυλ δήθεν συγκινησιακής φόρτισης, όπου χρησιμοποιεί συνήθως υποκοριστικά σε όλα. «Η συνταξούλα», «το επιδοματάκι», «τα παιδάκια»…
Παρότι η απολυμένη καθαρίστρια αρχίζει να περιγράφει τα προβλήματα επιβίωσής της, ο δημοσιογράφος γνωρίζει ότι πρέπει ανεβάσει στροφές. Χρειάζεται έντονος διάλογος, έντονες φωνές, μεγαλύτερη φασαρία. Υπερτονίζει κάθε λέξη της απολυμένης που έχει σχέση με δυστυχία. Όμως, δεν αρκείται σ' αυτό. Πρέπει να ξαναβάλει στο παιχνίδι και τους άλλους καλεσμένους. «Τι έχετε να πείτε στην κυρία Σκόνδρα; Σας ακούει, μιλήστε…». Η απολυμένη φυσικά μίλησε και ζήτησε από την κυρία Σκόνδρα «να φύγει». Όχι από το στούντιο, αλλά από την κυβέρνηση. Η κυρία Σκόνδρα ξεροκατάπιε. Ο Γιώργος Αυτιάς το αντιλήφθηκε. Έτσι, αφήνει την καλεσμένη ήσυχη και στρέφεται πάλι στην απολυμένη. «Πείτε μου, μιλήστε μου, αν είχατε εδώ τον κ. Τόμσεν, τι θα του λέγατε;». Ο στόχος μετατίθεται. Από την κυρία Σκόνδρα, πάμε στον Τόμσεν. Τι να έλεγε η απολυμένη στον Τόμσεν; Να φύγει φυσικά κι αυτός. «Θα του έλεγα, ό,τι είπα και στην κυρία Σκόνδρα, να φύγει…», φώναξε.
Η εκπομπή από εκεί και πέρα δεν έκανε μεγάλη «κοιλιά». Όποτε υπήρχε υποψία για κάτι τέτοιο, είτε γιατί ο Μιχελογιαννάκης δεν φώναζε όσο έπρεπε, είτε γιατί ο Γιοβανόπουλος δεν έκανε ανάλογη φασαρία, παρενέβαινε ο Αυτιάς. «Η κυρία αυτή, κοιτάξτε την, η κυρία αυτή παλεύει μ' ένα σκουπόξυλο μια ζωή…», έλεγε κορυφώνοντας το… δράμα. Κάπου εκεί, η τηλεόραση έκλεισε.
Η τηλεοπτική αυτή εκπομπή, είναι χαρακτηριστικό νομίζω δείγμα του κυρίαρχου δημόσιου διαλόγου. Γιατί εκεί γίνεται αυτός, στις τηλεοράσεις. Ένα σημαντικό θέμα μετατρέπεται σε σόου, με την ευθύνη δημοσιογράφων και την… ευγενική συμμετοχή μελών του πολιτικού προσωπικού. Μια πραγματικά σημαντική ιστορία -οι απολύσεις καθαριστριών των 340 ευρώ τον μήνα- γίνεται θέαμα προς κατανάλωση από το οποίο απουσιάζει η ουσία. Οι τηλεθεατές δεν έμαθαν γιατί απολύθηκαν αυτές οι γυναίκες. Δεν έμαθαν γιατί τη δουλειά τους πρέπει να την αναλάβουν ιδιωτικές εταιρείες με ενοικιαζόμενους και επίσης αισχρά αμειβόμενους εργαζόμενους. Έμαθαν μόνο πώς μπορεί να πουληθεί μια ανθρώπινη ιστορία τις ημέρες της κρίσης, ως ένα εύγευστο τηλεοπτικό προϊόν…