Αλήθεια, γιατί; Γιατί την περασμένη Κυριακή πήγαμε στις κάλπες; Σύμφωνα με τον Αλέξη Τσίπρα, οι εκλογές ήταν απαραίτητες για να εγκριθεί από τον λαό η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ με την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου, για να αντιμετωπισθεί η απόσχιση της Λαϊκής Ενότητας που διαφωνούσε, και για να έχει με νωπή λάϊκή εντολή, καθαρό πολιτικό ορίζοντα στην εφαρμογή του Μνημονίου.
Παρακολουθώντας, ωστόσο, από το βράδυ της Κυριακής τα τηλεοπτικά πάνελ και βλέποντας τις πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης, αισθάνομαι ότι οι λόγοι που προέβαλε ο πρωθυπουργός και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εκπληρώνονται. Δεν διαμορφώνονται οι συνθήκες ώστε να τελειώσουμε με το Μνημόνιο και να μπούμε σε μια περίοδο κανονικότητας και ομαλότητας στην οικονομική και πολιτική ζωή.
Αντί με τον αέρα του νικητή ο κ. Τσίπρας να επιδιώξει την συνδρομή όλων των δυνάμεων που ψήφισαν το Μνημόνιο, να καθίσουν κάτω και να το εφαρμόσουν με τον πιο ισορροπημένο τρόπο, χωρίς μονομέρειες και καχυποψίες, ακολούθησε την ίδια συνταγή του τελευταίου επταμήνου, η οποία δεν είχε κανένα πρακτικό αποτέλεσμα. Ούτε η οικονομία αναπτύχθηκε, αντιθέτως επιδεινώθηκε με αποκορύφωση τα capital controls, ούτε μεταρρυθμίσεις έγιναν και εκρεμμούν, ούτε μείζονα ζητήματα που προέκυψαν (προσφυγικό), αντιμετωπίστηκαν.
Αντίθετα, έχουμε εκ νέου τον ιδιο κυβερνητικό συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και σχεδόν τους ίδιους υπουργούς με ολίγη από υπηρεσιακούς. Σαν να μην άλλαξε μια μέρα. Αν πήγαμε γι' αυτά στην κάλπη, τότε κάναμε μια τρύπα στο νερό, διότι η εκλογική διαδικασία φρονώ ότι είχε νόημα για το κατά πόσο δημιούργησε τις πολιτικές συνθήκες ώστε να ληφθούν με συνεννόηση οι σκληρές αποφάσεις που επιτάσσει η νέα δανειακή συμφωνία.
Δεν ήταν απαραίτητο, ως εκ τούτου, να μοιραστεί ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία, που θριαμβευτικά κέρδισε στην κάλπη με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ ή το Ποτάμι. Θα μπορούσε, όμως, κάλλιστα να μην περιοριστεί στη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ και στη δημαγωγία της συνωμοσιολογίας που καλλιεργούν, αλλά να προχωρήσει σε πολιτικά ανοίγματα που θα του επιτρέψουν να έχει μεγαλύτερη άνεση στην εφαρμογή του Μνημονίου. Προτίμησε τη μεμψίμοιρη πεπατημένη συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ αντί ενός γενναιόδωρου ανοίγματος σε προοδευτικές δυνάμεις. Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον αέρα του νικητή θα έβαζε τους όρους.
Την ίδια στιγμή κορυφαία στελέχη του (Π. Σκουρλέτης) δηλώνουν ότι δεν δεσμεύονται από τις προβλέψεις του Μνημονίου. Καλλιεργούν έτσι την αυταπάτη απαγκίστρωσης.. Ούτε που θέλουν, βέβαια, να το ακούσουν οι δανειστές και το ξεκόβουν μαχαίρι. «Η συμφωνία δεν έγινε με τη συγκεκριμένη κυβέρνηση αλλά με τη χώρα και έτσι δεσμεύει όποια κυβέρνηση προκύψει» διαμηνύουν για να μην υπάρχουν ψευδαισθήσεις. Όμως παράγοντες του πολιτικού μας συστήματος ψάχνουν τρόπο να την «κάνουν».
Στελέχη, για παράδειγμα, της ΝΔ ισχυρίζονται ότι θα ψηφίζουν τις μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται και επιφέρουν μείωση δαπανών κι όχι την επιβολή φόρων. Μα το Μνημόνιο που ενέκριναν με τη ψήφο τους στη Βουλή «βρίθει» φόρων μέχρι να ισορροπήσει η οικονομία.
Και στη Δημοκρατική Συμπαράταξη ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ ορισμένοι έχουν την άποψη ότι ο κ. Τσίπρας μπορεί με τον κ. Καμμένο να ψηφίσει τους εφαρμοστικούς νόμους. Με κοινοβουλευτικά κριτήρια η άποψη αυτή είναι βάσιμη. Ενδεχομένως και πολιτικά. Όμως το πώς θα απαντήσουν πειστικά στην κριτική του ΣΥΡΙΖΑ ότι «κι εσείς έχετε ψηφίσει το Μνημόνιο», δεν είναι εύκολο.
Σε κάθε περίπτωση, τα δεδομένα που διαμορφώνονται στο μετεκλογικό τοπίο δεν προοιωνίζονται αισιοδοξία και ελπίδα για το άμεσο μέλλον. Τα ερωτηματικά για ηρεμία και ανάπτυξη παραμένουν και η αγωνία δεν υποχωρεί. Θα χρειαστεί φαίνεται αρκετός χρόνος για να επικρατήσει η κανονικότητα και ο ενθουσιασμός.
* Ο Μιχάλης Μιχαήλ είναι δημοσιογράφος.