Protagon A περίοδος

Φωτοπούλεια δάκρυα

Οι σύντροφοί του από την αρχή του ΠΑΣΟΚ τον χαρακτηρίζουν οραματιστή με «εικονίσματα» του Τσε, του Άρη, του Μαρξ, του Ανδρέα. Μετά αγάπησε τον Άκη κι αργότερα τον Γιώργο. Και χρόνια μετά τον Αλέξη.

Λίνα Παπαδάκη

«Το σκισμένο χαρτί της επιστράτευσής μου, ως μια μικρή κίνηση τιμής σε αυτούς που αντιστάθηκαν για να είναι η χώρα μας ελεύθερη από τους Γερμανούς κατακτητές, το έχω καταθέσει αντί στεφάνου στο μνημείο των 11 ηρώων μαχητών του ΕΛΑΣ που στις 13.10.1944 έπεσαν, υπερασπιζόμενοι στη μάχη της ηλεκτρικής το εργοστάσιο της ΔΕΗ στο Κερατσίνι, που εσείς σήμερα ως υποτακτικοί της ΜΕΡΚΕΛ θέλετε να ξεπουλήσετε στα συμφέροντα».

Είναι η λεπτή εκείνη γραμμή που χωρίζει την ταύτιση με τις ιερές παρακαταθήκες των προγόνων από την καπήλευση και την αυτογελοιοποίηση. Άλλος θα δει το πρώτο άλλος το δεύτερο, έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι τον τέταρτο χρόνο της κρίσης έχουν διαλέξει στρατόπεδο και δεν χάνονται σε λεπτομέρειες. Άλλοι πάλι θα πείθονταν ευκολότερα αν πριν το χαρτί της επιστράτευσης είχε σκίσει τις επιταγές πολλών εκατομμυρίων της Διοίκησης ή έστω το κλητήριο θέσπισμα από τον εισαγγελέα. Παρεξηγημένος ή επαναστάτης α λα καρτ;

Ο κύριος Νίκος Φωτόπουλος, ο αρχισυνδικαλιστής, δεν υποτάσσεται. Με καταγωγή Πελοποννήσια -γεννήθηκε στην Αμαλιάδα- και γονείς εργάτες στη Γερμανία -μεγάλωσε με γιαγιά και παππού- χρωστά τον τσαμπουκά του στην απόσταση της οικογένειας και στον αγώνα για τον βιοπορισμό. Ο πατέρας του στη χαλυβουργία και η μητέρα του σε κλωστοϋφαντουργία. Δέκα χρόνια μακριά του, μετανάστες του μεροκάματου και μετά όλοι μαζί στον Πειραιά και το Περιστέρι.

Το στόρι έχει όλα τα στοιχεία του λαϊκού αγωνιστή aκαι οι φωτογραφίες του επίσης. Η μπουνιά στην υψωμένη χούφτα και το αγέρωχο μούσι. Οι σύντροφοί του από την αρχή του ΠΑΣΟΚ τον χαρακτηρίζουν οραματιστή με «εικονίσματα» του Τσε, του Άρη, του Μαρξ, του Ανδρέα. Μετά αγάπησε τον Άκη κι αργότερα τον Γιώργο. Και χρόνια μετά τον Αλέξη.

Ποια κλωστή υφαίνει το νήμα της πορείας του ανδρός που αποστηθίζει τον ρόλο του κεντρικού ήρωα, που η υστεροφημία του το λιγότερο προβλέπει προτομή αγαλματένια στο Σύνταγμα και κεφάλαιο στη σύγχρονη ιστορία και καταλήγει σε «πιασάρικο» λογύδριο ενός ακόμη «Μήτσου»;

Οι πετυχημένοι ρόλοι που συνεχίζουν να καταχειροκροτούνται στην πλατεία καταλήγουν στην κάθαρση. Το κακό για τον κ. Φωτόπουλο είναι ότι οι ρόλοι αυτοί προκύπτουν αβίαστα σαν κορύφωση του δράματος, δεν απαγγέλλονται αυτόκλητα σε ραντεβού με τους δημοσιογράφους, γιατί τότε το δάκρυ για τον λαό μοιάζει με την υγρασία στα μάτια του ζωντανού που βρέθηκε στο Ρέθυμνο.