Είναι μια δημοσιογραφική νομοτέλεια: μετά τους πρώτους πέντε-έξι μήνες ενός πρωθυπουργού στην εξουσία, η τελευταία ερώτηση που του γίνεται στις συνεντεύξεις είναι αν σκέφτεται να προσφύγει στις κάλπες. Βεβαίως, είναι μια ερώτηση των δημοσιογράφων εν γνώσει του γεγονότος ότι κανείς δεν πρόκειται να αποκαλύψει σε απευθείας μετάδοση τον εκλογικό του σχεδιασμό. Κάθε φορά, όμως, το ύφος και το περιεχόμενο της απάντησης έχουν το δικό τους ενδιαφέρον. Το ίδιο ισχύει και για τη χθεσινή αποστροφή του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συνέντευξή του στο κεντρικό δελτίο του Star.
Δεν είναι μυστικό για όσους γνωρίζουν την πολιτική συλλογιστική Μητσοτάκη ότι ο ίδιος είναι θιασώτης των κυβερνητικών τετραετιών. Βεβαίως, πολιτικός είναι και ποτέ δεν ξέρεις πώς σου τα φέρνει η ζωή. Όμως, εκ πεποιθήσεως ο Πρωθυπουργός είναι πεπεισμένος ότι οι κυβερνήσεις «δείχνουν» σε βάθος χρόνου και δεν μπορούν να κρίνονται στη βάση μιας συγκυρίας. «Έχω αποφασίσει εξάντληση της τετραετίας», είπε κοφτά χθες στο Star, τονίζοντας ότι έχει πάρει την απόφαση – όχι λέγοντας απλώς ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, ως είθισται. Ο κ. Μητσοτάκης, άλλωστε, εκτιμά ότι, παρά την όποια φθορά μπορεί να υπάρχει, η κυβέρνηση απολαμβάνει την εμπιστοσύνη του λαού και διαθέτει μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, άρα, δεν τεκμαίρεται ζήτημα προσφυγής στις κάλπες. Χωρίς αυτό, όμως, να σημαίνει ότι δεν τίθεται επί τάπητος ένα δίλημμα – εξ ου και ο κ. Μητσοτάκης επιμένει στην εξάντληση της τετραετίας του.
Οταν έρθει η ώρα των εκλογών, θέλει να θέσει στην κρίση των πολιτών δύο τετραετίες: τη δική του κόντρα στην τετραετία-και κάτι- του Αλέξη Τσίπρα. Στόχος, οι πολίτες να συγκρίνουν, να κρίνουν και να αποφασίσουν για την επόμενη τετραετία, η οποία θα έχει προοπτική φυγής προς τα εμπρός, αν σκεφτεί κανείς ότι η πανδημία, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα είναι πίσω μας και τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης θα πέφτουν στην ελληνική οικονομία.
Το δίλημμα, με άλλα λόγια, είναι ήδη εδώ, έστω και αν οι κάλπες αργούν ακόμα. «Θα πρέπει να διαλέξουν αν θα θέλουν να συνεχίσουν σε αυτόν τον δρόμο ή αν θα θέλουν να επιστρέψουν σε κάτι το οποίο είναι πολύ διαφορετικό και το οποίο θεωρώ ότι πήγε τη χώρα πίσω», είπε ο κ. Μητσοτάκης, οριοθετώντας το πλαίσιο των επιλογών των πολιτών.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το δίπολο αυτό δεν είναι απόλυτο, ότι ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο υπάρχει το γκρίζο. Αληθές, αλλά η στρατηγική τετραετίας του Μητσοτάκη δρομολογείται προκειμένου, στο τέλος του πολιτικού χρόνου, να υπάρχει ένα μετρήσιμο παραχθέν αποτέλεσμα που θα μπορεί να συγκριθεί και με το χθες, ώστε οι πολίτες να κάνουν μια επιλογή για το αύριο. Με γνώμονα τη διαχείριση τόσο των πολλαπλών κρίσεων όσο και των συνειδητών κυβερνητικών επιλογών, πέραν του crisis management.
Ακρως ενδιαφέρουσα ήταν και η ακροτελεύτια αναφορά του κ. Μητσοτάκη. «Αν κάποιοι φοβούνται εκλογές και την ανακινούν αυτή τη συζήτηση, είναι δικό τους πρόβλημα, δεν είναι δικό μου», είπε. Να ήταν μια απάντηση στη διαρροή δήλωσης του κ. Τσίπρα στο Πολιτικό Συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ, ότι «η ραγδαία κυβερνητική φθορά μπορεί να οδηγήσει σε πολιτικές εξελίξεις»; Ίσως, επειδή, ομολογουμένως, ο κ. Τσίπρας δεν έχει κανέναν λόγο να θέλει τις εκλογές. Και γιατί η επίκληση του κινδύνου πολιτικών εξελίξεων είναι πάντα μια καλή μέθοδος προκειμένου να συμμαζευτεί ένα κόμμα αντιπολίτευσης που δύο χρόνια μετά την ήττα, αν δεν πελαγοδρομεί, σίγουρα δεν έχει βρει τον βηματισμό του.