Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και στενοί συνεργάτες τους Αλέξη Τσίπρα προσδιόρισανως εκλογικό στόχο την επίτευξη αυτοδυναμίας. Με το σκεπτικό ότι θα είναι πολύ δύσκολη η μετεκλογική κυβερνητική συνεργασία με οποιοδήποτε άλλο κόμμα και πως αν δεν έχει λυμένα πλήρως τα χέρια του ο κ. Τσίπρας δεν θα υπάρξει η δυνατότητα ισορροπημένης εφαρμογής του Μνημονίου που υπέγραψε και επαναδιαπραγμάτευση των δυσμενών ρυθμίσεών του.
Κάθε κόμμα και ειδικότερα κόμμα που ήταν στην κυβέρνηση και επιδιώκει να ξανακυβερνήσει είναι λογικό και θεμιτό να διεκδικεί όσο μεγαλύτερους στόχους γίνεται. Το ερώτημα είναι κατά πόσο είναι πολιτικά εφικτή η επίτευξή τους και αν το επιτρέπει ο συσχετισμός των δυνάμεων. Δηλαδή η πολιτική πραγματικότητα.
Στοιχεία δημοσκοπικά ακόμη δεν υπάρχουν. Τις επόμενες μέρες θα δούμε τι θα δείξουν οι πρώτες δημοσκοπήσεις. Με την κοινή λογική όμως τα νούμερα μάλλον δείχνουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει την αυτοδυναμία και πιθανόν ο στόχος να αποσκοπεί στη διατήρηση των κεκτημένων και όχι στη μείωσή τους.
Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε ποσοστό 36,3% και απείχε ελάχιστα από την επίτευξη αυτοδυναμίας, για την οποία χρειάζεται, κατά προσέγγιση 37% και πάνω. Στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση, ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ, κατέρχεται διασπασμένος. Η Λαϊκή Ενότητα, υπό τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, διεκδικεί σημαντικό ποσοστό και κοινοβουλευτική παρουσία στη νέα Βουλή. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψε κι αυτός Μνημόνιο, σε αντίθεση με τα όσα έλεγε τον Ιανουάριο ενώ το μέγεθος της φθοράς του από την επτάμηνη διακυβέρνηση με τα capital controls, τον Βαρουφάκη, τη Ζωή κ.ά, δεν έχει μετρηθεί.
Κατά συνέπεια το εγχείρημα δυσκολεύει αρκετά. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να καλύψει τόσο τη «χασούρα» που θα έχει εξαιτίας των παραπάνω όσο και να κερδίσει το επιπλέον ποσοστό από αυτό του Ιανουαρίου για να πετύχει τον στόχο του. Πολύ δύσκολο, γιατί δεν βλέπω τον λόγο κάποιος ψηφοφόρος, που ψήφισε Ν.Δ τον Ιανουάριο, να θελήσει να μετακινηθεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ τώρα. Ερωτηματικό μάλιστα τίθεται και για όσους συντηρητικούς ψηφοφόρους ψήφισαν τότε ΣΥΡΙΖΑ λόγω του ΕΝΦΙΑ και της υπερφορολόγησης, αν θα το ξανακάνουν.
Έτσι, ο μόνος χώρος από τον οποίο θα μπορούσε να αντλήσει ψήφους ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ενδιάμεσος χώρος με τη Ν.Δ, το Κέντρο δηλαδή, εκεί που καταγράφεται η εκλογική επιρροή του Ποταμιού, του ΠΑΣΟΚ και των μικρότερων δυνάμεων. Όμως τα κόμματα αυτά έχουν στραγγισθεί πλήρως και φαίνεται να διατηρούν μόνο τον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων τους. Και δεν γνωρίζουμε αν, με γνώμονα την αυτοσυντήρησή τους, ευοδωθούν εκλογικές συνεργασίες ανάμεσά τους και τι απήχηση θα έχουν.
Εξάλλου και η Ν.Δ μετακινείται προς εκει, καθώς ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης δείχνει πιο μετριοπαθές προφίλ και αποστασιοποιείται από τη γραμμή Σαμαρά για να αυξήσει το 27,8% του Ιανουαρίου.
Κατά συνέπεια, φρονώ ότι οι βασικοί παράγοντες που θα επιδράσουν στο τελικό εκλογικό αποτέλεσμα είναι το πόσο θα χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά, προς τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και πόσο θα μπορέσει να το αντισταθμίσει από τα δεξιά του, προς το κέντρο. Αυτό θα το μάθουμε όταν ανοίξει η κάλπη.
Και μια επιπλέον παρατήρηση. Δεν ξέρω πόσο σώφρον είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ να θέλει την αυτοδυναμία ώστε να αναλάβει το μέγα ρίσκο εφαρμογής ενός σκληρού Μνημονίου, χωρίς κυβερνητικούς παραστάτες. Δεν το κατάφερε το ΠΑΣΟΚ με τη μέγιστη αυτοδυναμία το 2009, ούτε η τριμερής κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ- ΔΗΜΑΡ το 2012, ούτε η κυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου το 2013-2014.
Οι επιθυμίες είναι λοιπόν θεμιτές, αλλά στο πλαίσιο του εφικτού.
*Ο Μιχάλης Μιχαήλ είναι δημοσιογράφος.