Καλώς ήρθατε στη χώρα μας!
Θα μπορούσα να γράψω αυτή την επιστολή στα Γερμανικά, μια και έζησα έξη χρόνια στη χώρα σας, σπουδάζοντας και μαθαίνοντας. Αλλά τελικά, ενώ απευθύνεται σε σας, είναι πολύ απίθανο να την διαβάσετε. Οπότε παραμένω στην μικρή αλλά ένδοξη γλώσσα μας.
Σας έχουμε πολύ κακομεταχειριστεί τα τελευταία χρόνια. Μέχρι και το μουστάκι του Χίτλερ κολλήσαμε στο πρόσωπό σας. Κι όμως πριν από λίγα χρόνια οι συμπατριώτες σας ήταν στις δημοσκοπήσεις ο πιο αγαπημένος μας λαός. Είχαμε ξεχάσει τα βάσανα και τις βαρβαρότητες της Κατοχής και σας βλέπαμε με νέο βλέμμα. Πώς φτάσαμε τώρα να μιλάμε για νέα κατοχή και να σας θεωρούμε υπεύθυνους για τις τωρινές μας ταλαιπωρίες;
Είμαστε ένας ιδιότυπος παλιός/νέος λαός, με πολλά προτερήματα και ελαττώματα. Από το παρελθόν κουβαλάμε κακές συνήθειες. Μία από αυτές είναι να ρίχνουμε σε άλλους την ευθύνη για ότι κακό μας συμβαίνει. Κάποτε μας έφταιγαν οι Άγγλοι, μετά οι Αμερικανοί και τώρα εσείς. Δεν είχαμε όμως πάντα άδικο. Μία μικρή χώρα γίνεται συχνά κλοτσοσκούφι στα παιχνίδια των μεγάλων. Κι η μοίρα μας καθορίστηκε συχνά από τρίτους. Όπως τώρα. Όχι πως δεν κάναμε κι εμείς σφάλματα.
Δέχομαι ότι θέλατε να μας βοηθήσετε. Το κάνατε με λάθος τρόπο. Όχι εσείς προσωπικά – όλα τα μέλη της Τρόικα. Οι άνθρωποί σας πολύ λίγα γνώριζαν για μας, για το πώς σκεπτόμαστε, νιώθουμε και αντιδρούμε. Μπορεί να ευεργετήσεις κάποιον έτσι, που να τον κάνεις εχθρό σου. Σχεδόν το καταφέρατε.
Φαντάζομαι πως η επίσκεψή σας θέλει να βελτιώσει τις σχέσεις μας. Δεν θα είναι εύκολο – αλλά είναι αναγκαίο. Ανήκουμε στην ίδια οικογένεια. Η μεγάλη Γερμανία και η μικρή Ελλάδα πρέπει να ζήσουν μαζί. Στο πλούσιο ευρωπαϊκό μενού, εσείς είστε κύριο πιάτο, κι εμείς ένας μεζές. Που όμως δίνει ιδιαίτερη γεύση στο σύνολο. Και η έλλειψή του θα γινόταν πολύ αισθητή.