Τα εμβόλια για τον κορονοϊό, μέχρι να αρχίσει η πραγματικά μαζική παραγωγή από τις αρχές του 2021, θα είναι λίγα και μόνο για τους πιο ευπαθείς και αυτούς που τα έχουν περισσότερη ανάγκη. Αλλά ποιοι είναι αυτοί;
Το ερώτημα –ή μάλλον το δίλημμα– δεν είναι απλώς επιστημονικό, έχει και μια σοβαρή πολιτική διάσταση που δεν μπορούν να αγνοήσουν οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, αναφέρει το αμερικανικό Politico.
Η Pfizer, μεταξύ άλλων, είναι έτοιμη να διαθέσει στις ΗΠΑ 6,4 εκατ. δόσεις του εμβολίου της 24 ώρες μετά την έγκριση των Αρχών (που αναμένεται στα μέσα του Δεκεμβρίου). Μπορεί να αφορούν εργαζόμενους πρώτης γραμμής στην υγεία, αλλά ακόμη και αυτές μπορεί να σπαταληθούν. Και αυτό είναι μόνο το πρώτο βήμα σε μία χώρα, γράφει ο ιστότοπος.
Οι κυβερνήσεις θα έχουν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε πολλές διαφορετικές παραμέτρους και περιπτώσεις για το ποιοι και πότε θα εμβολιαστούν. Πρέπει, για παράδειγμα, να δοθεί πρώτα το εμβόλιο σε γιατρούς (γενικά) ή σε επαγγελματίες που ταξιδεύουν πολύ και μπορούν να διασπείρουν τον ιό σε διαφορετικές περιοχές; Πρέπει να εμβολιαστεί από την αρχή και το μη ιατρικό προσωπικό ενός νοσοκομείου; Και τι θα γίνει με τους γιατρούς που δεν εργάζονται για το σύστημα υγείας;
Ακόμη περισσότερο, αν τα εμβόλια γίνονται από κινητές μονάδες έξω από νοσοκομεία και κέντρα υγείας ή, λόγου χάρη, σε φαρμακεία, πώς θα πιστοποιηθεί ότι αυτός που θα προσέλθει ανήκει σε ευπαθή ομάδα; Επιπλέον, πώς θα αποτραπούν φαινόμενα παράκαμψης της προτεραιότητας με το αζημίωτο ή με κάποιο «μέσον»;
Τα διλήμματα στο εσωτερικό μιας χώρας συμπληρώνονται και από τα, τρόπον τινά, παγκόσμια: Είναι επιτυχία αν εμβολιαστεί ο καλοζωισμένος νέος από μια δυτική χώρα πριν από ένα γιατρό πρώτης γραμμής σε αφρικανική χώρα όπου η εφοδιαστική αλυσίδα θα στηθεί πιο αργά και πιο δύσκολα;
Το Politico ερεύνησε τις προσεγγίσεις κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο και διαπίστωσε ότι έχουν διαφορετικές προτεραιότητες, σε κάθε περίπτωση πάντως, το υγειονομικό προσωπικό και οι ηλικιωμένοι είναι στην πρώτη γραμμή.
Στις ΗΠΑ υπάρχουν 21 εκατ. εργαζόμενοι στην υγεία που είναι στην πρώτη γραμμή, αλλά ακόμη δεν υπάρχει συμφωνία για το πώς θα εξισορροπηθούν οι ανάγκες ευπαθών ομάδων. Τον τελικό λόγο για τις προτεραιότητες θα έχουν οι Πολιτείες, στις οποίες τα εμβόλια θα μοιραστούν αναλογικά.
Βορειότερα, στον Καναδά, η κοινή γνώμη θέλει να εμβολιαστούν πρώτα όσοι έχουν υποκείμενα νοσήματα και οι ηλικιωμένοι, αλλά μαζί τους και οι στενές οικογενειακές επαφές τους.
Διαφορετική είναι η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Μπορεί οι Βρυξέλλες να έχουν εξασφαλίσει εμβόλια για 430 εκατ. ανθρώπους (σχεδόν κάθε πολίτη της ΕΕ), αλλά τα 27 κράτη-μέλη είναι αυτά που θα αποφασίσουν την προτεραιότητα. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, μαζί με τους εργαζόμενους στην υγεία ψηλά στη λίστα είναι εργαζόμενοι κρίσιμων υποδομών, όπως οι αστυνομικοί και πυροσβέστες, αλλά και οι εκπαιδευτικοί.
Καλά προετοιμασμένη είναι η Βρετανία, που έχει 11 ομάδες του πληθυσμού σε προκαθορισμένη προτεραιότητα: πρώτα οι εργαζόμενοι στην υγεία, μετά οι ηλικιωμένοι σε μονάδες φιλοξενίας και έπειτα οι ηλικιωμένοι, ξεκινώντας από τους γηραιότερους.
Δύσκολο πρόβλημα συνιστούν οι προτεραιότητες για την Ινδία. Ο τεράστιος πληθυσμός και οι διαφορές προσδόκιμου ζωής από την μία πολιτεία στην άλλη, όπως και γενικά στη χώρα, επηρεάζουν τις αποφάσεις. Η χώρα έχει χαμηλότερο όριο ηλικίας για την προτεραιότητα, μόλις τα 50 έτη, ενώ σχεδιάζει ηλεκτρονική πλατφόρμα για τη διανομή των εμβολίων και την καταγραφή των εμβολιασθέντων.
Η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν, πρωτοπόρες στην αντιμετώπιση του κορονοϊού, έχουν τελος την πιο χαλαρή αντιμετώπιση, γράφει το Politico. Θα αγοράσουν εμβόλια για το 60% του πληθυσμού τους (δεκάδες εκατομμύρια δόσεις για κάθε χώρα), αλλά δεν βιάζονται και προτιμούν μια καλή τιμή, παρά τη γρήγορη παράδοση.