Αγρότης ανάμεσα από τις ανθισμένες ροδακινιές στον κάμπο Ημαθίας. Η Ελλάδα είναι από τις κορυφαίες χώρες παραγωγής και εξαγωγής ροδάκινου | ΤΟΣΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ/intimeNews
Επικαιρότητα

Ποια ελληνική γεωργία χρειαζόμαστε τον 21ο αιώνα

Πανεπιστήμιο, επιχειρήσεις και Τράπεζα Πειραιώς αναζήτησαν τις απαντήσεις: σε μια ημερίδα για την αγροδιατροφή, στη Θεσσαλονίκη, τέθηκαν τα σοβαρά ζητήματα που βρίσκει μπροστά της η αγροτική παραγωγή και οι προκλήσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί.
Χριστίνα Ταχιάου

Στην αρχή της κρίσης, η γεωργία άρχισε να γίνεται κάπως trendy στην Ελλάδα. Υπήρχε μια παρακίνηση για επιστροφή ανθρώπων που γεννήθηκαν σε αστικά κέντρα στο χωριό των γονιών τους για να καλλιεργήσουν τη γη τους. Κάποιοι το επιχείρησαν. Ελάχιστοι τα κατάφεραν, και σίγουρα όχι ακολουθώντας την παραδοσιακή μέθοδο γεωργίας αλλά εκμεταλλευόμενοι την τεχνολογία, τις νέες τάσεις και σίγουρα την επιμόρφωση που μπορούσαν να αναζητήσουν και να αποκτήσουν. Με μεγάλη έμφαση υπήρχαν πάντοτε οι φωνές εκείνες που προειδοποιούσαν για τις δυσκολίες. Προερχόμενες κυρίως από αγρότες οι οποίοι εξελίχθηκαν και ανταποκρίθηκαν στις σύγχρονες απαιτήσεις, έφερναν στο προσκήνιο τις δυσκολίες αλλά και την ανάγκη επίλυσης τους.

Δεν έχουμε κατορθώσει να εντοπίσουμε τα αποτελέσματα εκείνου του trend της «επιστροφής στο χωριό». Δεν υπάρχουν σχετικές μετρήσεις, αλλά έχουμε την εντύπωση ότι νέες τάσεις που εμφανίστηκαν, όπως η δυνατότητα εκμετάλλευσης ακινήτων χάρη στο Airbnb και τις ανάλογες πλατφόρμες, αποδείχτηκαν πολύ προτιμότερη διέξοδος από ό,τι η καλλιέργεια ενός χωραφιού στο χωριό. Κάλλιο ξενοδόχος παρά αγρότης με ροζιασμένα χέρια, δηλαδή.

Την Τετάρτη, 10 Απριλίου, πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη μια ημερίδα στο Συνεδριακό Κέντρο της Τράπεζας Πειραιώς στην οποία τέθηκαν τα σοβαρά ζητήματα που βρίσκει μπροστά της η γεωργία και οι προκλήσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί. Η εκδήλωση διοργανώθηκε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, την Τράπεζα Πειραιώς, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Ελλάδος και τον Σύνδεσμο Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος.

Συνεργασία, εξωστρέφεια, εκπαίδευση και καινοτομία είναι, κατά τους διοργανωτές οι απαραίτητοι παράγοντες προκειμένου να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε στις απαιτήσεις ενός κόσμου που αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και δεν είναι όσο προβλέψιμος υπήρξε κάποιες στιγμές στο παρελθόν.

Τα προβλήματα, επίσης, δεν είναι κοινά σε όλους τους τομείς. «Υπάρχει πρόβλημα εσωτερικού ανταγωνισμού. Όσοι ασχολούμαστε με το ροδάκινο, δεν μπορούμε να τα βρούμε μεταξύ μας», είπε σε μια αποστροφή του λόγου του ο Στέλιος Θεοδουλίδης, γενικός διευθυντής του συνεταιρισμού Venus Growers. Η Ελλάδα είναι από τις κορυφαίες χώρες παραγωγής και εξαγωγής ροδάκινου. Τι ελπίδα υπάρχει για μια χώρα η οποία δυσκολεύεται να αυξήσει την προστιθέμενη αξία της σε ένα προϊόν στο οποίο κατέχει κυρίαρχη θέση;

Για την επίκουρη καθηγήτρια του ΑΠΘ στον τομέα της Αγροτικής Οικονομίας Μαρία Παρταλίδου, είναι πολύ αισιόδοξο το γεγονός ότι, σύμφωνα με μετρήσεις, η επιστήμη ανεβαίνει στην «αλυσίδα της εμπιστοσύνης» των Ελλήνων. «Τα προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε στον κλάδο της αγροδιατροφής είναι όχι μόνο πολύπλοκα και αλληλένδετα αλλά απαιτούν την σύνθεση γνώσης και τη διεπιστημονική συνεργασία. Χτίζοντας δεσμούς εμπιστοσύνης, επενδύουμε στην εξωστρέφεια», τόνισε.

Ο Φώτης Χατζηπαπαδόπουλος, πρόεδρος της Neuropublic Α.Ε. και μέλος του Δ.Σ. της Gaia Επιχειρείν Α.Ε. έβαλε στο τραπέζι ένα άλλο ελληνικό πρόβλημα. «Ευφυής γεωργία, ένας όρος μόδα πλέον στην ευρωπαϊκή γεωργία και ταυτισμένος με έξυπνα τρακτέρ, drones και άλλα τεχνολογικά καλούδια. Η εφαρμογή της όμως σε παραγωγικές εκμεταλλεύσεις είναι ακόμα σποραδική, ιδιαίτερα στις χώρες του Νότου. Η νέα ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική) την προτάσσει ως την απάντηση στον διπλό στόχο οικονομικής αποδοτικότητας και περιβαλλοντικών απαιτήσεων. Πώς μπορεί να επιτευχθεί η μαζική της εξάπλωση, ιδιαίτερα σε χώρες κατακερματισμένου κλήρου και μικρών και οικονομικά πιεσμένων εκμεταλλεύσεων, όπως η Ελλάδα;»

Στιγμιότυπο από την ημερίδα

Εκτός από την επιστήμη (το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) και τους ανθρώπους της παραγωγής και της αγοράς, στα πάνελ βρίσκονταν και οι χρηματοδότες.

«Τρεις είναι οι σημαντικοί παράγοντες, που διαμορφώνουν το “περιβάλλον” του αγροδιατροφικού τομέα και μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για το επόμενο βήμα του προς τα μπροστά. Κατ’ αρχάς η συνεργασία. Η μεταποίηση, που έχει τις πληροφορίες της αγοράς και μπορεί να καθοδηγήσει τους παραγωγούς. Επίσης η καινοτομία, που στηρίζεται στη γνώση της αγοράς και ακολουθεί τις απαιτήσεις των καταναλωτών και των αγορών. Επιπλέον η εκπαίδευση, καθώς η ταχύτατη μεταβολή της τεχνολογίας και η χρήση των καινοτομιών προϋποθέτει την προσαρμογή και την ευελιξία του ανθρώπινου δυναμικού», τόνισε ο Χριστόδουλος Αντωνιάδης, σύμβουλος Διοίκησης Εμπορικής και Αγροτικής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς.

Ο Ιωάννης Χανιωτάκης, Senior Director Αγροτικής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς στάθηκε ιδιαιτέρως και στις σύγχρονες προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή και οι εκπομπές ρύπων από τη γεωργία. «Οι σημαντικές αλλαγές που συντελούνται σε όλη την αγροδιατροφική αλυσίδα, από την παραγωγή ως την κατανάλωση, κάνουν αναγκαία την αποτελεσματική και σταθερή συνεργασία όλων των μελών της. Ο στόχος της πρόσβασης στη γνώση μέσα από αλυσίδες αξίας με ισχυρούς και σταθερούς δεσμούς γίνεται όλο και πιο επίκαιρος. Το Πρόγραμμα Συμβολαιακής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς, με ισχυρό αποτύπωμα στην αγορά τα τελευταία έξι έτη, στοχεύει τόσο στη χρηματοδοτική στήριξη της αγροδιατροφικής αλυσίδας όσο και στην ενίσχυση των σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας όλων των εμπλεκομένων σε αυτή».

Ακούστηκαν τα παραδείγματα και οι καλές πρακτικές παραδοσιακών εταιριών όπως η ΜΕΒΓΑΛ και η ΒΙΟΖΩΚΑΤ. Απουσίαζαν οι πολιτικοί –και μάλλον ήταν καλό αυτό. Ξεχωριστό ενδιαφέρον είχε η ομιλία του Βάσου Ευθυμιάδη, αντιπροέδρου του Ομίλου Ραιδεστός- Ευθυμιάδης και διευθύνοντος συμβούλου της Κ&Ν Ευθυμιάδης ΑΒΕΕ. Το ενδιαφέρον έγκειται στο ότι αναφέρθηκε συγκεκριμένα στις προκλήσεις και τις νέες συνθήκες που καθιστούν απαραίτητη την στροφή προς τη μελέτη και την προσπάθεια επίλυσης νέων δυσκολιών.

Ποιο θα είναι το νέο περιβάλλον;

Ο ομιλητής έδωσε ορισμένα χρήσιμα στοιχεία:

-Ο παγκόσμιος πληθυσμός το 2050 θα ανέρχεται σε 10 δισ. από 7,5 δισ. που είναι σήμερα. Θα αυξηθεί κατά 34%!

-Το ποσοστό εδάφους που χρησιμοποιείται για καλλιέργεια, όμως, θα παραμείνει σταθερό. Είναι 49 δισ. στρέμματα, που αναλογούν στο 39% της γήινης σταθερής επιφάνειας.

-Μέχρι το 2050 υπάρχει ανάγκη αύξησης της αγροτικής παραγωγής κατά 50%.

-Τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα αυξάνονται, με αποτέλεσμα αύξηση της παραγωγικότητας των φυτών και ώθηση στον πληθυσμό των ζιζανίων που θα εξαπλωθούν σε περιοχές όπου έως τώρα δεν μπορούσαν να επιβιώσουν.

-Η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας θα μειώσει δραματικά την παραγωγικότητα των καλλιεργειών στη ζώνη του Ισημερινού, θα αυξήσει την παραγωγικότητα της Βόρειας Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και Βόρειας Ασίας, θα αυξήσει τα έντομα και θα πλήξει τη γεωργία στις περιοχές με μεγαλύτερη πληθυσμιακή αύξηση.

-Όλα τα μοντέλα πρόβλεψης συμφωνούν ότι θα ανεβεί η παραγωγικότητα στον αναπτυγμένο κόσμο και θα κατέβει στον αναπτυσσόμενο. Όμως, η πληθυσμιακή αύξηση σημειώνεται στον αναπτυσσόμενο.

-Στα παραπάνω, ας προσθέσουμε και την αύξηση αλλά και την όξυνση των ακραίων καιρικών φαινομένων.

Ο κ. Ευθυμιάδης πιστεύει ότι η μεγάλη πρόκληση ονομάζεται «αειφόρος εντατικοποίηση» (sustainable intensification) και αφορά τον –εκ πρώτης όψεως αντιφατικό- στόχο της ταυτόχρονης αύξησης των στρεμματικών αποδόσεων των καλλιεργειών και την δραστική μείωση των εισροών και φυσικών πόρων ανά στρέμμα. Μεγάλο ρόλο σε αυτό θα παίξει η τεχνολογία με τη χρήση Big Data για καλύτερη πρόβλεψη του καιρού. Θα είναι εξάλλου καθοριστική η χρήση software  για καλύτερο έλεγχο των εισροών από δορυφόρους και την ανάπτυξη εργαλείων Γεωργίας Ακριβείας ώστε να γίνεται στοχευμένη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και λιπασμάτων.