Υστερα από μία δεκαετία διαπραγματεύσεων, η Ευρωπαϊκή Ενωση κατέληξε την Τρίτη στο νέο κανονισμό που θα ισχύσει για τη διασφάλιση της διαφάνειας στα φορολογικά των επιχειρήσεων.
Με βάση το νέο, αποτελεσματικό και δίκαιο σύστημα φορολόγησης, σύμφωνα με την Κομισιόν, οι μεγάλες εταιρείες, με τζίρο άνω των 750 εκατ. ευρώ τον χρόνο, θα είναι υποχρεωμένες να δηλώνουν δημόσια πόσο φόρο πληρώνουν και πού, μέσα στην ΕΕ.
Η συμφωνία επιτεύχθηκε λίγο καιρό μετά το κάλεσμα του Τζο Μπάιντεν να τεθεί ένα κατώτερο όριο του φόρου που πληρώνουν οι επιχειρήσεις σε κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ.
Οπως αναφέρουν οι Financial Times, αργότερα μέσα στον Ιούνιο, οι Βρυξέλλες θα ανακοινώσουν το σχέδιό τους για έναν νέο ψηφιακό φόρο. Λόγω της οικονομικής κρίσης που επέφερε η πανδημία, πολλές κυβερνήσεις αναζητούν τρόπους να αυξήσουν τα έσοδά τους και η φορολογική διαφάνεια είναι ένας από αυτούς.
Η ανακοίνωση των Βρυξελλών θεωρείται ένα σημαντικό πρώτο βήμα για την πάταξη της εταιρικής φοροαποφυγής στην Ευρώπη. Οι εταιρείες είναι ήδη υποχρεωμένες να αναφέρουν σε ποια χώρα της ΕΕ καταχωρίζουν τα κέρδη τους και να πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν, όμως αυτές οι πληροφορίες δεν είχαν δημοσιοποιηθεί ποτέ.
Η συμφωνία της Τρίτης θα εντατικοποιήσει τον έλεγχο στα φορολογικά των πολυεθνικών, καθιστώντας προσβάσιμα σε πολιτικούς, ακτιβιστές και ψηφοφόρους τα στοιχεία που χρειάζονται για να φέρουν στο φως τις παράνομες πρακτικές μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών –και των χωρών που τους τις επιτρέπουν.
Ομως, όπως σημειώνουν οι FT, αρκετοί αριστεροί ευρωβουλευτές θεωρούν ότι το νέο κανονιστικό πλαίσιο δεν διεισδύει όσο βαθιά χρειάζεται για να αποκαλύψει όλες τις παρανομίες.
Οι νέοι κανόνες αφορούν μόνο τις 27 χώρες της ΕΕ και τους φορολογικούς παραδείσους που βρίσκονται στη μαύρη λίστα των Βρυξελλών, κάτι που σημαίνει ότι οι εταιρείες μπορούν να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε άλλα κράτη, τα οποία δεν τις υποχρεώνουν να τα δηλώσουν δημόσια.
Επίσης, υπάρχουν δικλίδες ασφαλείας για τις επιχειρήσεις στο νέο σύστημα, όπως η δυνατότητα άρνησης της αποκάλυψης στοιχείων τα οποία οι εταιρείες χαρακτηρίζουν «ευαίσθητα», για μία πενταετία.
Η αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος θα εξεταστεί σε τέσσερα χρόνια, διάστημα που θεωρείται πολύ μεγάλο από τους ακτιβιστές και θεωρείται ότι θα ωφελήσει τις εταιρείες.