Η φωνή της Γαλλίας σίγησε. Ο τραγουδιστής που γέμιζε το θρυλικό «Ολυμπιά» και τραγουδούσε με την ίδια ευκολία το «La Boheme», το «Et Pourtant», αλλά και το «She» ή το «Yesterday, when I was young», ο μέγας Σαρλ Αζναβούρ, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού -και όχι μόνο- πενταγράμμου, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 94 ετών.
Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, το 1998 το CNN είχε κατατάξει τον Αζναβούρ στην τριάδα των σημαντικότερων και επιδραστικότερων τραγουδιστών του 20ου αιώνα μαζί με τον Ελβις Πρίσλεϊ και τον Μπομπ Ντίλαν –ναι, ο Φρανκ Σινάτρα δεν ήταν στην τριάδα.
Κάποιοι βέβαια τον είχαν αποκαλέσει «Γάλλο Σινάτρα», όμως ο Σινάτρα δεν έγραφε τα δικά του τραγούδια όπως έκανε κατά εκατοντάδες (!) ο Αζναβούρ.
Και όλα αυτά από έναν άνθρωπο που όταν ξεκινούσε του είχαν πει ότι «είναι πολύ κοντός, πολύ άσχημος και δεν μπορούσε να τραγουδήσει»…
Ο Αζναβούρ γεννήθηκε στο Παρίσι στις 22 Μαΐου του 1924 σε μια καλλιτεχνική οικογένεια εμιγκρέδων που βρέθηκαν στη γαλλική πρωτεύουσα για να γλιτώσουν από τη ζοφερή κατάσταση στη διαλυμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το πραγματικό του όνομα ήταν Βαγινάκ Αζναβουριάν, γιος του Αρμένη Μικαέλ Αζναβουριάν, βαρύτονου από την Τυφλίδα, και της ηθοποιού Κναν Μπαγδασαριάν, από τη Σμύρνη.
Σύμφωνα με το βιογραφικό του είχε λάβει τα πρώτα μαθήματα μουσικής από τους γονείς του και από την ηλικία των μόλις πέντε ετών συμμετείχε σε παραστάσεις βαριετέ, συνοδεύοντας τον πατέρα του παίζοντας κιθάρα.
Σε ηλικία εννέα ετών εγκατέλειψε το σχολείο –κάτι για το οποίο πάντα θα μετάνιωνε–, προκειμένου να συνεχίσει τις παραστάσεις του. Ο νεαρός Βαγινάκ χόρευε, έκανε σκετς και τραγουδούσε με το καλλιτεχνικό όνομα Σαρλ Αζναβούρ. Το 1946, σε μια παράσταση, τον εντόπισε η θρυλική Εντίθ Πιάφ, η οποία τον πήρε στην περιοδεία της στις ΗΠΑ, ενώ για ένα διάστημα ο νεαρός Αζναβούρ θα άνοιγε το σόου της στο Μουλέν Ρουζ.
Η άνοδός του υπήρξε μετεωρική στα 50s και κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1960. O Αζναβούρ ήταν ένας σόουμαν, με χαρακτηριστική φωνή και έναν πρωτοφανή ριζοσπαστισμό στο τραγούδι του καθώς έσπαγε συνεχώς ταμπού με τους στίχους του· χαρακτηριστικά, το 1973 θα έγραφε και θα τραγουδούσε το «What makes a man», για έναν τραβεστί.
«Είναι κάτι σαν αρρώστια που έχω, θέλω να λέω πράγματα που δεν πρέπει να ειπωθούν» είχε πει.
Ο Αζναβούρ υπήρξε ένας άοκνος ερμηνευτής 1.300 τραγουδιών, ένας εξωπραγματικός «πωλητής» 180 εκατομμυρίων δίσκων.
Ομως ο ίδιος, ορμώμενος από την κληρονομιά των ημερών του βαριετέ, έλεγε ότι βλέπει περισσότερο τον εαυτό του ως «ηθοποιό που τραγουδά από τραγουδιστή που παίζει».
Ηταν εξάλλου τέτοια η δημοτικότητά του που παρά το μη λαμπερό παρουσιαστικό του είχε παίξει σε περίπου 60 κινηματογραφικές ταινίες.
Στη μακρά ζωή του τιμήθηκε με πάμπολλα βραβεία μεταξύ των οποίων τον Χρυσό Λέοντα της Βενετίας, το βραβείο Βικτουάρ της Γαλλίας, το βραβείο Σιζάρ, το βραβείο του 30ου Φεστιβάλ κινηματογράφου Αιγύπτου, όπως επίσης μετάλλιο της Γαλλικής Ακαδημίας, του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής, Ιππότη Τάγματος του Καναδά, Ιππότη Τάγματος της Αρμενίας, παράσημο της Δημοκρατίας Ναγκόρνο Καραμπάχ καθώς και χωρών της Λατινικής Αμερικής. Πρωτοστάστησε στην αποστολή βοήθειας στην Αρμενία και Αϊτή όταν επλήγησαν από σεισμούς.
Κατείχε διπλωματικό διαβατήριο Γαλλίας και Αρμενίας και ήταν πρέσβης καλής θέλησης της Αρμενίας στην UNESCO, καθώς επίσης και μόνιμος αντιπρόσωπος της Αρμενίας στον ΟΗΕ. Στην Αρμενία ανακηρύχθηκε εθνικός ήρωας ενώ μεγάλη πλατεία της πρωτεύουσας Γερεβάν φέρει το όνομά του.
Φυσικά η απώλειά του έγινε πρώτο θέμα στη Γαλλία.
O Εμανουέλ Μακρόν, σε μήνυμά του, αναφέρθηκε στη διπλή γαλλοαρμενική εθνική υπόσταση του εκλιπόντος και σημείωσε ότι ο Αζναβούρ συνόδευσε τις χαρές και τις λύπες τριών γενιών.
Και ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ έσπευσε να τον αποχαιρετήσει με μήνυμά του στα social media: «Ο Σαρλ Αζναβούρ μας είπε “αντίο”, αλλά για εμάς θα είναι πάντα στην σκηνή».