Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, επάνω στην κάψα του Ψυχρού Πολέμου, ένα άτομο που είχε σπουδάσει ηθοποιός και δεν είχε καμία σχέση με το δημοσιογραφικό επάγγελμα διορίστηκε στη σοβιετική τηλεόραση για να εκφωνεί τις ειδήσεις του βραδινού δελτίου της. Από τότε το ονοματεπώνυμο, το πρόσωπο και η φωνή του Ιγκόρ Κιρίλοφ συνδέθηκαν με τα σημαντικότερα γεγονότα της Σοβιετικής Ενωσης, μέχρι και την ημέρα της εξαφάνισής της από προσώπου Γης.
«Γκαβαρίτ Μασκβά». Μιλάει η Μόσχα. Δηλαδή μιλούσε. Μιλούσε εκείνη η συγκεκριμένη σοβιετική Μόσχα που δεν υπάρχει πια εδώ και τριάντα χρόνια, η Μόσχα που την άκουγαν εκατομμύρια άνθρωποι και την πίστευαν κιόλας. Και εκείνος που έλεγε αυτές τις δύο μαγικές λεξούλες έπαψε και αυτός να υπάρχει πια, αφού πέθανε στα 89 χρόνια του – ο Θεός να τον συγχωρέσει, όπως θα έλεγαν και οι ήρωες του Τολστόι, κάνοντας τον σταυρό τους αντί να υψώσουν τη γροθιά τους.
Υπήρξε θρύλος της σοβιετικής τηλεόρασης, και στη σημερινή εποχή είναι πολλοί οι Ρώσοι που ακόμη τον θεωρούν πρωτοπόρο και δάσκαλο της τέχνης του εκφωνητή. Οχι, δεν τον δολοφόνησε η Κα Γκε Μπε επειδή στραβομάσησε ένα κείμενο προπαγάνδας, αφού ούτε Κα Γκε Μπε υπάρχει πλέον. Μόνο γηρατειά υπήρχαν για αυτόν τα τελευταία χρόνια, και αυτά τον σκότωσαν με τις αρρώστιες τους που δεν χαμπαριάζουν από περασμένα μεγαλεία.
Ο Κιρίλοφ είχε επιτύχει σημαντικά πράγματα στον τομέα του. Είχε ενημερώσει τον σοβιετικό λαό για τις καθεστωτικές πρωτιές και περίλαμπρες νίκες, λόγου χάρη για την εκτόξευση του πρώτου δορυφόρου στο Διάστημα τον Οκτώβριο του 1957, για την πτήση του κοσμοναύτη Γιούρι Γκαγκάριν τον Απρίλιο του 1961, αλλά και για την εισβολή των σοβιετικού στρατού στο Αφγανιστάν το 1979.
Δικές του ήταν, φυσικά, και οι ανακοινώσεις για τους επαναλαμβανόμενους θανάτους των σοβιετικών ηγετών τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80 – θάνατοι που, όπως καταλαβαίνετε, βύθισαν στο πένθος τον ρωσικό λαό αλλά και όλους τους άλλους που στριμώχνονταν μέσα στη λοκομοτίβα της ΕΣΣΔ. Ο Κιρίλοφ πρώτα είπε τα κακά μαντάτα για τον Μπρέζνιεφ τον Δεκέμβριο του 1982, το 1984 για τον διάδοχο του Μπρέζνιεφ, τον Γιούρι Αντρόποφ, και κατόπιν για τον Κονσταντίν Τσερνιένκο – και δεν είναι εύκολη δημοσιογραφία η εκφώνηση αγγελτηρίων θανάτου.
Ο θανών ήταν επίσης αυτός που έδωσε σε όλη τη χώρα να καταλάβει ότι μετά τη λήξη της περιόδου της γεροντοκρατίας, τον Μάρτιο του 1985, στο Κρεμλίνο έπνεε ένας καινούργιος άνεμος, ζωογονητικός και μεταρρυθμιστικός, και ότι η καταλυτική εποχή του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ είχε επιτέλους φθάσει.
Για τις εν γένει υπηρεσίες που προσέφερε στο κράτος και στους πολίτες, ο Κιρίλοφ παρασημοφορήθηκε και επί δημοκρατίας, το 2018, από τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν. Νωρίτερα, βέβαια, επί σοβιετικής δικτατορίας, ο Κιρίλοφ είχε περάσει και αυτός (όπως εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι βαστάζοι του καθεστώτος) από το… ταμείο των «κόκκινων» παρασήμων και είχε πάρει διάφορα κρατικά σουβενίρ, αφού είχε ανακηρυχθεί μέχρι και «λαϊκός καλλιτέχνης της ΕΣΣΔ».