Με τους δημοσιογράφους τα έβαλε ο νομπελίστας Λογοτεχνίας για το 2019, Πέτερ Χάντκε και δήλωσε πως δεν θα ξαναμιλήσει ποτέ σε κανέναν εκπρόσωπο ΜΜΕ επειδή από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η βράβευσή του, το μόνο που τον ρωτούν είναι για τις αμφιλεγόμενες απόψεις του για τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και όχι για το συγγραφικό του έργο.
Μιλώντας σε αυστριακούς δημοσιογράφους την Τρίτη, ο Χάντκε παραπονέθηκε ότι οι δημοσιογράφοι τον βομβαρδίζουν με ερωτήσεις για τις πολιτικές του θέσεις.
«Στέκομαι στην πύλη του κήπου μου και είναι εκεί 50 δημοσιογράφοι και όλοι με ρωτούν ερωτήσεις όπως εσείς, και δεν βρέθηκε ένας να μου πει ότι έχει διαβάσει τα βιβλία μου και ξέρει τι έχω γράψει», είπε ο συγγραφέας σε αυστριακό τηλεοπτικό δίκτυο.
«Είναι μόνο ερωτήσεις για το πώς αντέδρασε ο κόσμος. Αντιδράσεις στις αντιδράσεις των αντιδράσεων. Είμαι συγγραφέας, προέρχομαι από τον Τολστόι, τον Ομηρο, τον Θερβάντες. Αφήστε με στην ησυχία μου και μην με ρωτάτε τέτοιες ερωτήσεις».
Σύφωνα με τον δημοσιογράφο που του πήρε την συνέντευξη, ο συγγραφέας και νομπελίστας είπε ότι δεν θα ξαναμιλήσει ποτέ σε δημοσιογράφους.
Το ξέσπασμα του Χάντκε ήρθε μετά την ερώτηση δημοσιογράφου για την κριτική που του ασκήθηκε την προηγούμενη ημέρα από το Σάσα Στάνισιτς, βόσνιο-γερμανό συγγραφέα, που κέρδισε το μεγαλύτερο γερμανικό βραβεία λογοτεχνίας την Δευτέρα.
«Είχα την καλή τύχη να δραπετεύσω από αυτό που ο Πέτερ Χάντκε απέτυχε να περιγράψει στα κείμενά του», είπε ο Στάνισιτς στην ομιλία του στην τελετή απονομής. «Μπορώ και στέκομαι εδώ μπροστά σας λόγω μίας πραγματικότητας, την οποία αυτό το πρόσωπο δεν αποδέχθηκε».
Εξίσου επικριτικοί ήταν και άλλοι συγγραφείς, όπως ο Σαλμάν Ρούσντι και Χάρι Κούνζρου που επιτέθηκαν στην επιτροπή των Νομπέλ για τη βράβευση του Χάντκε. Σε άρθρο του στους New York Times, ο Αλεκσάνταρ Χέμον, βοσνιο-αμερικανός συγγραφέας, αποκάλεσε τον Χάντκε, «τον Μπομπ Ντύλαν των απολογητών της γενοκτονίας».
Η Σουηδική Ακαδημία δεν έχει σχολιάσει την κριτική που της έχει ασκηθεί για τη βράβευση του Χάντκε, παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις από δημοσιογράφους.
Ο Χάντκε, Αυστριακός από Σλοβένα μητέρα θεωρείτο ένας από τους σπουδαιότερους και ήταν από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς στην ιστορία της της χώρας του. Αυτό μέχρι τη δεκαετία του ’90, όταν εξόργισε πολλούς για τη στήριξή του στους Σέρβους.
Ο συγγραφέας και η επιτροπή των Νομπέλ βρίσκονται στο επίκεντρο των πυρών από τόσους ανθρώπους του πνεύματος γιατί πήρε το μέρος των Σέρβων στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, και μάλιστα έγραψε, το 1996, ένα βιβλίο υπέρ τους, το «Χειμωνιάτικο Ταξίδι στους ποταμούς του Δούναβη και του Μοράβα: Δικαιοσύνη για τη Σερβία», στο οποίο ισχυριζόταν ότι η Σερβία ήταν το αληθινό θύμα του πολέμου.
Παρά τη σφοδρή κριτική που του ασκήθηκε και εκείνα τα χρόνια, και τα εγκλήματα πολέμου από τους Σέρβους, που ήλθαν στο φως, ο Χάντκε συνέχισε να τους υποστηρίζει. Η «σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι», ήταν το 2006, όταν όχι μόνο πήγε στην κηδεία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, που καταδικάστηκε για εγκλήματα πολέμου στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, αλλά δήλωσε κιόλας ότι «Δεν γνωρίζω την αλήθεια. Αλλά παρατηρώ. Ακούω. Αισθάνομαι. Θυμάμαι. Για αυτό είμαι εδώ σήμερα, κοντά στη Γιουγκοσλαβία, κοντά στη Σερβία, κοντά στον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς».
Για αυτές τις απόψεις του, όλος ο κόσμος της λογοτεχνίας πίστευε ότι είχε χάσει για πάντα το βραβείο Νομπέλ, αλλά η Σουηδική Ακαδημία τους διέψευσε. Ακόμα και ο ίδιος ο Χάντκε, όταν έμαθε για τη βράβευσή του, στην αρχή, δεν το πίστεψε…