Τριάντα μία σελίδες. Σε τόσες περιγράφονται τα κακουργήματα για τα οποία παραπέμπονται ο Πολ Μάναφορτ και ο επί χρόνια συνεργάτης του Ρικ Γκέιτς, διαβόητοι λομπίστες της Ουάσιγκτον. Ομως δεν είναι δύο οποιοδήποτε λομπίστες. Ο Μάναφορτ ήταν για καιρό ο επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ και ο Γκέιτς είχε επίσης ρόλο-κλειδί στο να πάρει ο μεγιστάνας το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών. Η παραπομπή τους σε δίκη μπορεί να θεωρηθεί ως ένα πρώτο σοβαρό ρήγμα που προκαλούν οι αμερικανικές διωκτικές αρχές στο έως τώρα αδιαπέραστο τείχος του Λευκού Οίκου. Στο βάθος αυτής της διαδρομής βρίσκεται ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Σε πρώτη ανάγνωση οι κατηγορίες δεν αφορούν άμεσα τις φημολογούμενες σκοτεινές διασυνδέσεις της καμπάνιας Τραμπ με τη Μόσχα. Ομως τόσο η εικόνα του Μάναφορτ να παραδίδεται το πρωί της Δευτέρας στο FBI, όσο και το γεγονός ότι μαζί με τον Γκέιτς εμφανίζονται, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, να δρούσαν και για λογαριασμό ενός φιλορωσικού ουκρανικού κόμματος, είναι ένα βαρύτατο πλήγμα για τον 45ο πρόεδρο των ΗΠΑ.
Εως τώρα ο Τραμπ απέρριπτε τις αιτιάσεις για τον ρόλο των ρωσικών υπηρεσιών στις εκλογές του 2016 ως «κυνήγι μαγισσών», όμως τώρα η έρευνα του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μόλερ φαίνεται ότι βρίσκει αποδείξεις.
Μαναφορτ και Γκέιτς παραδόθηκαν τη Δευτέρα στο FBI στο πλαίσιο της έρευνας του Μόλερ. Μεταξύ των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν είναι συνωμοσία εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, ξέπλυμα χρήματος, δράση ως πράκτορες της ουκρανικής κυβέρνησης, ψευδορκία και φοροδιαφυγή.
Οπως σημείωσε το Politico, μολονότι οι Μάναφορτ και Γκέιτς ήταν στην ηγετική ομάδα της καμπάνιας Τραμπ, οι κατηγορίες δεν σχετίζονται άμεσα με την προεκλογική εκστρατεία ή με τον πιθανολογούμενο ρόλο της Μόσχας στις εκλογές. Ωστόσο τονίζεται ότι ένα ουκρανικό κόμμα για το οποίο δούλεψαν είχε καθαρά φιλορωσική πολιτική.
Είναι η πρώτη περίπτωση που η έρευνα Μόλερ για τη σχέση του Τραμπ και του περιβάλλοντός του με τις ρωσικές υπηρεσίες, φτάνει στο σημείο να αποδώσει κατηγορίες σε συγκεκριμένα πρόσωπα.
Αυτό συνιστά σημαντική κλιμάκωση σε ένα ζήτημα που έχει ρίξει τη σκιά του στην θητεία του Ντόναλντ Τραμπ καθώς αγγίζει άμεσα τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Ο Γκέιτς είναι εδώ και χρόνια προστατευόμενος και συνεταίρος του Μάναφορτ. Το όνομά του εμφανίζεται σε έγγραφα από εταιρείες που ίδρυσε ο Μάναφορτ στην Κύπρο για να δέχεται μέσω αυτών πληρωμές από ανατολικοευρωπαίους πολιτικούς, γράφουν οι New York Times.
Επιπλέον, ο Μάναφορτ ερευνάται για φοροδιαφυγή, ξέπλυμα χρήματος και για το αν κοινοποίησε όπως θα έπρεπε στοιχεία για το λόμπινγκ υπέρ ξένων το οποίο ασκούσε.
Το καλοκαίρι είχε γίνει έρευνα στην κατοικία του, ενώ οι Αρχές τον είχαν προειδοποιήσει ότι ενδέχεται να ασκήσουν δίωξη σε βάρος του.
Αναλυτές εκτιμούν πως είναι πιθανό ο Μάναφορτ να προσπάθησε να έλθει σε συμβιβασμό με τις Αρχές. Ο δικηγόρος του πάντως έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται να δώσει επιβαρυντικές πληροφορίες κατά του προέδρου σε αντάλλαγμα ευνοϊκότερη μεταχείριση για τον ίδιο, αλλά και ότι δεν θα πει ψέματα.
Ο Τραμπ είχε προσλάβει τον Μάναφορτ τον Μάρτιο του 2016 για να τον βοηθήσει να συγκρατήσει τους εκλέκτορες από το να επιλέξουν άλλους, παραδοσιακούς υποψήφιους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Σύντομα προήχθη σε πρόεδρο της εκστρατείας και βασικό διαμορφωτή της στρατηγικής -στην πράξη ήταν αυτός που «έτρεχε» την προεκλογική εκστρατεία.
Ωστόσο μερικούς μήνες αργότερα, τον Αύγουστο, ο Τραμπ τον απέπεμψε όταν αποκαλύφθηκε ότι ο Μάναφορτ είχε λάβει χωρίς να το αναφέρει 12 εκατ. δολάρια από τον (φιλορώσο) πρόεδρο της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς.