Σημαντική βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών σε όλο το εύρος του ελληνικού μεταποιητικού τομέα, λόγω των εντονότερων αυξήσεων της παραγωγής και των επιπέδων απασχόλησης, υπέδειξαν τα δεδομένα της έρευνας PMI του Δεκεμβρίου.
Ο κύριος δείκτης υπευθύνων προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index – PMI) έκλεισε στις 59 μονάδες τον Δεκέμβριο, τιμή ελαφρώς υψηλότερη από τις 58,8 μονάδες του Νοεμβρίου, υποδεικνύοντας σημαντική βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα. Η συνολική αύξηση ήταν η ισχυρότερη που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο, λόγω της βραδύτερης μείωσης των αποθεμάτων προμηθειών και της ταχύτερης αύξησης της παραγωγής και των επιπέδων απασχόλησης.
Η εντονότερη αύξηση της παραγωγής σε όλο το εύρος του ελληνικού μεταποιητικού τομέα συνέβαλε στη συνολική ανάπτυξη. Παρά τις ελλείψεις σε υλικά, η άνοδος ήταν απότομη και η ταχύτερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών, εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης της ζήτησης από την πλευρά των πελατών. Παρότι ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών επιβραδύνθηκε, στο τέλος του 2021, στον ασθενέστερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα πέντε μηνών, ήταν σε γενικές γραμμές απότομος και υποστηρίχθηκε από την εντονότερη ζήτηση των πελατών του εσωτερικού και του εξωτερικού. Ωστόσο, ορισμένες εταιρείες ανέφεραν, στο πλαίσιο της έρευνας, ότι αρκετοί πελάτες δίσταζαν να δώσουν παραγγελίες λόγω των σημαντικών αυξήσεων στις χρεώσεις.
Κατ’ αναλογία με την περαιτέρω αύξηση των συνολικών πωλήσεων σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, οι κατασκευαστές αύξησαν τις δραστηριότητες πρόσληψης προσωπικού τον Δεκέμβριο. Ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας ήταν ο δριμύτερος που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020, καθώς οι επιχειρήσεις προσπάθησαν επίσης να διεκπεραιώσουν ημιτελείς παραγγελίες. Παρότι ο ρυθμός αύξησης των ανεκτέλεστων εργασιών εξασθένησε από το υψηλό ρεκόρ του Νοεμβρίου, ήταν ο δεύτερος ταχύτερος από την αρχή συλλογής στοιχείων πριν από 19 χρόνια. Σύμφωνα με την έρευνα, οι εταιρείες στη συντριπτική τους πλειονότητα συνέδεσαν την αύξηση των εργασιών σε εκκρεμότητα με τις ελλείψεις σε υλικά και με τις καθυστερήσεις των παραδόσεων εισροών.
Η επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών εξασθένησε ελαφρά στο τέλος του 2021, αλλά οι συνεχιζόμενες αναφορές για ελλείψεις υλικών και για συνωστισμό στα λιμάνια οδήγησαν σε ακόμα μία σημαντική αύξηση των τιμών εισροών, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο. Οι εταιρείες εξακολούθησαν να μετακυλίουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες όπου αυτό ήταν εφικτό, καθώς οι τιμές πώλησης αυξήθηκαν με αξιοσημείωτο ρυθμό. Ωστόσο, οι προσπάθειες δημιουργίας αποθεμάτων εισροών ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές ελλείψεις υλικών οδήγησαν στην ταχύτερη αύξηση της αγοραστικής δραστηριότητας που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2000. Τα αποθέματα προμηθειών εξακολούθησαν να μειώνονται, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Μάρτιο του 2020, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν να αναπληρώσουν τα αποθέματά τους. Παρ’ όλα αυτά, τα αποθέματα έτοιμων προϊόντων μειώθηκαν σημαντικά, καθώς οι κατασκευαστές δυσκολεύτηκαν να αναπληρώσουν τα αποθέματα που στάλθηκαν για την εκπλήρωση των παραγγελιών.
Η αισιοδοξία που προήλθε από τις ελπίδες για ασθενέστερη αύξηση των τιμών και συνεχιζόμενη ζήτηση από την πλευρά των πελατών μέσα στο 2022 οδήγησε τις προσδοκίες των παραγωγών αγαθών σε σχέση με την παραγωγή στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί από τον Ιούνιο.