Επαναλαμβανόμενα είναι τον τελευταίο καιρό τα φαινόμενα απεργιακών κινητοποιήσεων -και μάλιστα διαρκείας σε κάποιες περιπτώσεις- σε μεγάλους ομίλους, όπως η Τράπεζα Πειραιώς και ο ΟΤΕ, ως μέσο αντίδρασης στις απολύσεις εργαζομένων οι οποίοι αρνήθηκαν να ενταχθούν στα προγράμματα εθελουσίας εξόδου που έχουν εξαγγελθεί και εφαρμόζονται.
Αποτέλεσμα; Η προσπάθεια εκλογίκευσης των δαπανών και εκσυγχρονισμού των εν λόγω ομίλων πέφτει πάνω σε συνδικαλιστικές αγκυλώσεις ετών που όμως παραπέμπουν σε παρωχημενες λογικές και εποχές οι οποίες έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.
Με δεδομένη την απροθυμία ή/και άρνηση μικρού ποσοστού των εργαζομένων για τη μεταφορά της θέσης τους σε άλλες εταιρείες και μάλιστα με bonus (στην περίπτωση της Πειραιώς για παράδειγμα, σε σύνολο 1300 μόλις 140 είπαν «όχι»), τη σκυτάλη πήραν οι συνδικαλιστικοί τους εκπρόσωποι που άδραξαν την ευκαιρία, με «πύρινες» ανακοινώσεις κατά των διοικήσεων. Νομοτελειακά η σύγκρουση των δύο πλευρών οδηγήθηκε στην προκήρυξη απεργιακών κινητοποιήσεων με άδοξο όμως αποτέλεσμα.
Το ίδιο απορριπτική ήταν -σύμφωνα με τις διοικήσεις- η στάση των εν λόγω υπαλλήλων να ακολουθήσουν την ιδιαίτερα προνομιακή σε ορισμένες περιπτώσεις διέξοδο που τους προσφέρθηκε στη συνέχεια της διαπραγμάτευσης, μέσω εθελουσίας.
Ενδεικτικό παράδειγμα αυτό των εργαζομένων της Τράπεζας Πειραιώς που αρνήθηκαν να μεταφερθούν στην Intrum (την κοινή εταιρεία της Πειραιώς [20%] με τον σουδικό όμιλο Ιntrum [80%] έναν από τους κορυφαίους παρόχους υπηρεσιών διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων με παρουσία σε 24 ευρωπαϊκές αγορές, για τη διαχείριση των υφισταμένων μη εξυπηρετούμενων δανείων της Τράπεζας και τη διαχείριση των ιδιόκτητων ακινήτων/ REOs).
Εξ αυτών 24 απολύθηκαν ήδη, ενώ την ίδια τύχη κινδυνεύουν να έχουν άλλοι 115 αν επιμείνουν τελικά να μην μεταφερθούν στην Ιntrum.
Η λύση που βρέθηκε σε πρώτη φάση, κατά την τριμερή συνάντηση που έγινε την Πέμπτη 19/12 στο υπουργείο Εργασίας μεταξύ τράπεζας, εργαζομένων, ΟΤΟΕ, παρουσία του πρόεδρου της ΓΣΕΕ, ήταν να καλέσει η γενική γραμματέας του υπουργείου Αννα Στρατινάκη (η οποία έχει αναλάβει από την αρχή τον χειρισμό της υπόθεσης) έναν – έναν τους απολυμένους, προκειμένου να εξειδικεύσει τις απαιτήσεις τους, ώστε να μην οδηγηθούν οριστικά στην ανεργία.
Στη συνάντηση οι εκπρόσωποι της ΟΤΟΕ επανέλαβαν ότι βούλησή τους είναι να συζητήσουν για λύσεις, οι οποίες θα καλύπτουν όλους τους εργαζόμενους που δεν επέλεξαν να πάνε στην Intrum, συμπεριλαμβανομένων των 24 απολυμένων.
Η Τράπεζα Πειραιώς από την πλευρά της, συμφώνησε να μην υπάρξει καμία «επιθετική» ενέργεια, έως ότου ολοκληρωθούν οι συζητήσεις, αν και κύκλοι της ξεκαθάρισαν πως «η πρωτοβουλία του υπουργείου Εργασίας, δεν είναι δεσμευτική» δεδομένου πως η διοίκηση «έχει καταστήσει σαφές ότι οι απολύσεις δεν ανακαλούνται».
Στο πλαίσιο αυτό οι εκπρόσωποι της Τράπεζας συμφώνησαν στην πρόταση της ΟΤΟΕ να δοθεί παράταση της προθεσμίας για τις απαντήσεις που είχαν ζητήσει από τους εργαζόμενους μέχρι τις 3/1/2020.
Με τη σειρά της, η γ.γ. του υπουργείου Εργασίας ξεκαθάρισε ότι στόχος της παρέμβασης της είναι η διασφάλιση της εργασίας όλων των εργαζόμενων που εμπλέκονται στη διαδικασία. Κατά την εκτίμησή της μάλιστα, η επιλογή ορισμένων εξ αυτών, θα ήταν διαφορετική αν είχαν την κατάλληλη πληροφόρηση.
Στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις της την Παρασκευή με τους 24 απολυμένους θα παρευρίσκοντο ο εκπρόσωπος της ΟΤΟΕ, αντιπρόεδρος Σωτήρης Σαξώνης, και η νομική σύμβουλος Γεωργία Φιλιπποπούλου.
Στη συνέχεια η κυρία Στρατινάκη θα δει έναν προς έναν και τους υπόλοιπους εργαζόμενους, που μέχρι σήμερα δεν έχουν επιλέξει να πάνε στην Intrum, και θα παρουσιάσει όλες τις διαθέσιμες επιλογές, για να δηλώσουν την τελική τους επιλογή.
Και όλα αυτά ενώ η απεργία που προκήρυξε προ ημερών η ΟΤΟΕ στην Πειραιώς για το θέμα των απολύσεων είχε παταγώδη αποτυχία, με τη συμμετοχή να μην ξεπερνά το 6%.
Εκτός από τους 140 υπαλλήλους που σύμφωνα με την Τράπεζα Πειραιώς δεν δέχθηκαν τις επιλογές που τους προτάθηκαν, σε λίγες μέρες θα κριθεί και το μέλλον άλλων 250 υπαλλήλων που μεταφέρθηκαν στη νέα εταιρεία ως δανειζόμενοι υπάλληλοι με τρίμηνες και εξάμηνες συμβάσεις.
Οι πρώτες από αυτές τις συμβάσεις λήγουν στα τέλη Δεκεμβρίου και οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι θα πρέπει σε λίγες μέρες να αποφασίσουν εάν θα παραμείνουν σε περιβάλλον Intrum ή αν θα επιλέξουν να επιστρέψουν στην τράπεζα, με αβέβαιο όμως μέλλον.
Οπως έχει ενημερώσει η διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς, όσοι επέλεξαν να μείνουν στην τράπεζα ενημερώθηκαν εγκαίρως ότι οι δυνατότητες να βρουν θέση στην τράπεζα ήταν και παραμένον περιορισμένες.
Ειδικότερα, στους 24 που απολύθηκαν, τους προσφέρθηκε θέση στο δίκτυο, την οποία, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «απέρριψαν γιατί ήταν μακριά».
Στη συνέχεια τους προτάθηκε θέση σε θυγατρική της τράπεζας εντός Αττικής, την οποία επίσης απέρριψαν επειδή «δεν θα ήταν τραπεζοϋπάλληλοι».
Τέλος, απορριπτική ήταν η στάση τους να ενταχθούν σε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου (ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σε γενικές γραμμές, το πλαφόν της αποζημίωσης στο πρόγραμμα εθελουσίας της Τράπεζας Πειραιώς αφορά 61 μισθούς + bonus 12 μηνών, με ανώτατο πλαφόν τις 180.000 ευρώ).
Η διαπραγμάτευση διήρκεσε συνολικά έξι μήνες, εξαντλώντας τις επιλογές που, σύμφωνα με τη διοίκηση της Τράπεζας, απορρίφθηκαν συνολικά.
Η Τράπεζα, όμως, όπως υπογραμμίζεται, δεν μπορεί να έχει εργαζόμενους δύο ταχυτήτων: «αυτούς που κάνουν θυσίες και προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα του κλάδου και αυτούς που θεωρούν τους εαυτούς τους ξεχωριστούς και προνομιούχους, προσκολλημένοι σε νοοτροπίες του παρελθόντος», γι αυτό και η διοίκηση «έπρεπε να υπερασπιστεί την αξιοπιστία της απέναντι στους υπόλοιπους εργαζομένους που έχουν υποστεί περικοπές μισθών και θυσίες».
Η «μάχη» για τους οκτώ του ΟΤΕ
Ανάλογο σκηνικό και στον ΟΤΕ με το φυτίλι να το ανάβει ο τερματισμός των συμβάσεων οκτώ εργαζομένων φύλαξης (εκ των συνολικά 74 που αρνήθηκαν να μεταφερθούν σε εταιρεία σεκιούριτι).
Η απάντηση του συνδικαλιστικού φορέα, της ΟΜΕ-ΟΤΕ ήρθε με την προκήρυξη απεργιακών κινητοποίησεων διαρκείας (τριών εβδομάδων) εν μέσω της εορταστικής περιόδου.
Σε συνέντευξη Τύπου, το προεδρείο της ΟΜΕ-ΟΤΕ έκανε λόγο για «διάρρηξη της εμπιστοσύνης» μεταξύ εργαζομένων και διοίκησης. Ως βασικό επιχείρημα οι συνδικαλιστές προέταξαν ότι ενώ υπεγράφη συμφωνία (Συλλογική Σύμβαση Εργασίας / ΣΣΕ) μείωσης των μισθών κατά περίπου 10% με την προϋπόθεση της διατήρησης των θέσεων εργασίας, η διοίκηση του ΟΤΕ απεμπόλησε ουσιαστικά τις συμφωνίες διοίκησης και συνδικάτου του 2012, του 2015 και του 2017.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΟΜΕ-ΟΤΕ, Δημήτρη Φούκα, η κυρίαρχη ρήτρα στις ΣΣΕ που υπεγράφησαν από το 2011 και εντεύθεν, ήταν η διατήρηση των θέσεων εργασίας, σε αντιστάθμισμα της οριζόντιας μείωσης της μισθοδοσίας της τάξης του 10% που εφαρμόσθηκε στον ΟΤΕ. Δεν απέφυγε ωστόσο την κινδυνολογία λέγοντας την τύχη των φυλάκων μπορεί «αύριο-μεθαύριο» να έχουν οι τεχνικοί, οι πωλητές, ή οι τηλεφωνητές του Οργανισμού.
Η διοίκηση του ομίλου ΟΤΕ χαρακτήρισε παράνομη και καταχρηστική την απεργία.
Οπως υπογραμμίζεται στη σχετική ανακοίνωση, η παρούσα διοίκηση της ΟΜΕ-ΟΤΕ ορίστηκε στις 26 Νοεμβρίου 2019 και «η πρώτη συνάντηση της νέας διοίκησης της ΟΜΕ-ΟΤΕ με τη διοίκηση του ΟΤΕ για την υπογραφή νέας ΣΣΕ πραγματοποιήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου». Επειτα από έξι μόλις εργάσιμες ημέρες η ΟΜΕ-ΟΤΕ κήρυξε απεργία διάρκειας τριών εβδομάδων.
Στην ίδια ανακοίνωση, επισημαίνεται ότι το εναπομείναν έργο της φύλαξης ανατέθηκε από τις αρχές του 2019 σε εξωτερικούς συνεργάτες, ενώ το αντικείμενο της φυσικής φύλαξης καταργήθηκε, γεγονός για το οποίο -όπως υποστηρίζει τη διοίκηση του ΟΤΕ- η ΟΜΕ-ΟΤΕ και οι φύλακες ενημερώθηκαν άμεσα και έγκαιρα.
Και πάλι η ουσία του θέματος συνίσταται στη βούληση των εν λόγω υπαλλήλων να λογίζονται ως υπάλληλοι του ΟΤΕ και όχι κάποιας εταιρείας σεκιούριτι.
Στους εργαζόμενους στις υπηρεσίες φύλαξης που εξακολουθούσαν να απασχολούνται στον ΟΤΕ προσφέρθηκε ενισχυμένο κίνητρο αποχώρησης που ισοδυναμούσε με καθαρούς μισθούς 4 έως 8 ετών (έως 270.000 ευρώ μικτά), εξασφάλιση εργασίας σε εξωτερικούς συνεργάτες υπηρεσιών φύλαξης για τουλάχιστον 3 χρόνια, καθώς και κάλυψη των εξόδων εκπαίδευσης για την απόκτηση άδειας security.
Στη συντριπτική τους πλειονότητα (66 επί συνόλου 74) οι εν λόγω εργαζόμενοι είπαν «ναι» στο πρόγραμμα κάνοντας χρήση των κινήτρων που προσφέρθηκαν.
Μόλις οκτώ εξ αυτών δεν τα αποδέχθηκαν, με αποτέλεσμα η σύμβασή τους να λυθεί στις 31/12.
Παρά ταύτα η ΟΜΕ-ΟΤΕ βρήκε την ευκαιρία και ουσιαστικά «πάτησε» πάνω στο θέμα των οκτώ φυλάκων για να μην προσέλθει στις συνομιλίες για τη νέα ΣΣΕ.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΟΤΕ έχει ως εξής:
• Η παρούσα διοίκηση της ΟΜΕ-ΟΤΕ ορίστηκε στις 26/11.
• Η πρώτη συνάντηση της νέας διοίκησης της ΟΜΕ-ΟΤΕ με τη Διοίκηση του ΟΤΕ για την υπογραφή νέας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας πραγματοποιήθηκε στις 5/12.
• Μετά από 6 μόλις εργάσιμες ημέρες από την πρώτη συνάντηση με τη Διοίκηση του ΟΤΕ, η ΟΜΕ-ΟΤΕ κήρυξε απεργία διάρκειας τριών εβδομάδων, εν μέσω της εορταστικής περιόδου.
• Η Διοίκηση του ΟΤΕ θεωρεί την απεργία παράνομη και καταχρηστική [διότι]:
-έχει αδικαιολόγητα μεγάλη διάρκεια τριών ολόκληρων εβδομάδων και μάλιστα μέσα στις γιορτές.
-δεν προηγήθηκε πρόσκληση σε Δημόσιο Διάλογο πριν την κήρυξή της.
• Μετά την προκήρυξη της απεργίας, η ΟΜΕ-ΟΤΕ κάλεσε την εταιρεία σε διάλογο. Η πρόσκληση αυτή είναι προσχηματική. Η πρόσκληση σε διάλογο προηγείται της κήρυξης της απεργίας.
• Στην πρόσκληση της εταιρείας να αναστείλει η ΟΜΕ-ΟΤΕ την απεργία και να προσέλθει σε καλόπιστη και ουσιαστική διαπραγμάτευση για την ΣΣΕ, η ΟΜΕ-ΟΤΕ δεν ανταποκρίθηκε.
• Είναι προφανές ότι η ΟΜΕ-ΟΤΕ δεν είχε την πρόθεση να συζητήσει ουσιαστικά, αλλά να προσδώσει επίφαση νομιμότητας στην παράνομη και καταχρηστική απεργία της.
• Η εταιρεία πάντα επιδιώκει τον διάλογο με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και προσβλέπει στην επίτευξη συμφωνίας για υπογραφή ΣΣΕ, όπως έχει αποδείξει όλα αυτά τα χρόνια.
Αναφορικά τέλος με το θέμα των ο οκτώ φυλάκων, ο ΟΤΕ διευκρινίζει τα εξής:
• Το μεγαλύτερο μέρος του έργου της φυσικής φύλαξης των εγκαταστάσεων και υποδομών του Ομίλου ΟΤΕ επί σειρά ετών υλοποιούνταν από εξωτερικούς συνεργάτες. Από τις αρχές του 2019, ανατέθηκε σε εξωτερικούς συνεργάτες και το εναπομείναν τμήμα του εν λόγω έργου και το αντικείμενο της φυσικής φύλαξης καταργήθηκε με καταληκτική ημερομηνία το τέλος του 2019, γεγονός για το οποίο η ΟΜΕ-ΟΤΕ και οι φύλακες ενημερώθηκαν άμεσα.
• Για τους εργαζόμενους στις υπηρεσίες φύλαξης που εξακολουθούσαν να απασχολούνται στον ΟΤΕ ελήφθη ειδική μέριμνα:
-ενισχυμένο κίνητρο αποχώρησης που ισοδυναμούσε με καθαρούς μισθούς 4 έως 8 ετών (έως 270.000 ευρώ μικτά).
-εξασφάλιση εργασίας σε εξωτερικούς συνεργάτες υπηρεσιών φύλαξης για τουλάχιστον 3 χρόνια.
-κάλυψη των εξόδων εκπαίδευσης για την απόκτηση άδειας security.
• Η συντριπτική πλειονότητα (66 επί συνόλου 74 εργαζομένων) συμμετείχε στο πρόγραμμα και έλαβε τα ελκυστικότατα κίνητρα που προσφέρθηκαν. Οκτώ φύλακες δεν έχουν αποδεχθεί τα κίνητρα, και η σύμβασή τους θα λυθεί στις 31/12.
• Η ΟΜΕ-ΟΤΕ χρησιμοποιεί τους οκτώ φύλακες, για να μην προσέλθει στο διάλογο για την κατάρτιση ΣΣΕ. Στόχος της Ομοσπονδίας, είναι να διοικεί εκείνη την εταιρεία και να αποφασίζει για την οργάνωση και τη λειτουργία της.
Η εταιρεία επιφυλάσσεται να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά της προς όφελος των εργαζομένων, των πελατών και όλων των ενδιαφερομένων μερών.