«Μαζι τα φάγαμε». Και λοιπόν;

Το «Μαζί τα φάγαμε» δεν θεμελιώνει κατ' ανάγκη ηθική υποχρέωση για τον μέσο Έλληνα πολίτη να συμβάλλει στην εξόφληση του εξωτερικού χρέους.

Τάκης Μίχας

Καθώς οι νέοι φόροι θα αρχίσουν να «δαγκώνουν», η ανεργία να αυξάνεται, οι δημόσιες υπηρεσίες να χειροτερεύουν και οι επιχειρήσεις να κλείνουν, θα επανέλθει  επιτακτικά στο προσκήνιο το ερώτημα σχετικά με το αν υπάρχει ηθική υποχρέωση για τους Έλληνες πολίτες να ξεπληρώσουν  ένα χρέος το οποίο προφανώς δεν έχει συναφθεί απ αυτούς άλλα από τις κυβερνήσεις που εξέλεγαν.

Το ερώτημα αυτό υποτίθεται ότι απαντήθηκε ικανοποιητικά από την περίφημη ρήση του κ. Πάγκαλου: «Μαζί τα φάγαμε!». Και ενώ υπήρξαν πλήθος αντιδράσεων στην άποψη του κ. Πάγκαλου, που αμφισβητούσαν την ορθότητα του ισχυρισμού, εν τούτοις όλοι συμφωνούσαν ότι αν ίσχυε ο ισχυρισμός, τότε πράγματι οι Έλληνες πολίτες είχαν την ηθική υποχρέωση να ξοφλήσουν το χρέος (μέσω των φόρων τους).

Όμως τα πράγματα είναι πιο πολυσύνθετα. Ακόμα και αν δεχθούμε ότι ισχύει το «Μαζί τα φάγαμε» (και πράγματι ισχύει!), το γεγονός αυτό δεν θεμελιώνει κατ' ανάγκη ηθική υποχρέωση για τον μέσο Έλληνα πολίτη να συμβάλλει στην εξόφληση του εξωτερικού χρέους. Ας δούμε γιατί.

Αν «μαζι τα φάγαμε» συνεπάγεται και «μαζί θα τα ξοφλήσουμε», αυτό θεμελιώνεται στην γενική αρχή σύμφωνα με την οποία ο ωφελημένος από κάποια υπηρεσία είναι υποχρεωμένος να αποζημιώσει τον πάροχο. Στον βαθμό που οι Έλληνες ωφελήθηκαν από τα δάνεια (διορισμοί, μαγικές συντάξεις κλπ) οφείλουν να τα ξεπληρώσουν.

Όμως πόσο σωστό είναι αυτό;

Aς υποθέσουμε ότι κάθε εβδομάδα το Economist στέλνει στον Γιώργο έναν κωδικό που του επιτρέπει να διαβάζει την on line εκδοσή του εξαίρετου αυτού προϊόντος. Η ιστορία αυτή συνεχίζεται για έξι μήνες, μέχρι μια ημέρα που ο Γιώργος λαμβάνει μια επιστολή με την οποία το περιοδικό του ζητά να καταβάλλει ένα ποσό που ισοδυναμεί με το κόστος της ανάγνωσης 6 μηνών.

Είναι υποχρεωμένος να πληρώσει ο Γιώργος; Στο βαθμό που επωφελείτο έξι μήνες απολαμβάνοντας αυτό το εξαιρετικό προϊόν, δεν θα πρέπει τώρα να πληρώσει για το όφελος που αποκόμισε;

Ο Γιώργος θα διαφωνήσει ριζικά και πιστεύω ότι οι περισσότεροι θα συμφωνήσουμε μαζί του. «Γιατί να πληρώσω;» θα πει. «Εγώ δεν σας ζήτησα πότε να μου στέλνετε τον κωδικό!» θα προσθέσει.

Με άλλα λόγια στο επίπεδο της γενικής αρχής το επιχείρημα του Γιώργου μεταφράζεται ως εξής: Ο ωφελημένος από μια υπηρεσία οφείλει να αποζημιώσει τον πάροχο μόνο στον βαθμό που έχει συναινέσει ρητά στην παροχή του προιόντος.

Ας μου επιτραπεί άλλο ένα πιο «καλοκαιρινό» παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι μία κοπέλα φοράει ένα μπικινάκι στην παραλία που αναδεικνύει με ιδιαίτερα έντονο τρόπο τα κάλλη της. Το γεγονός ότι τα αρσενικά της παραλίας ωφελούνται  απο το θέαμα σημαίνει οτι θα πρέπει να τρέξουν να την αποζημιώσουν καταβάλλοντας της το μέρος της τιμής του μπικίνι που ισοδυναμεί με την οριακή ικανοποίηση τους από το οφθαλμόλουτρο; Προφανώς οχι!

Αν λοιπόν μεταφέρουμε τα συμπεράσματα των δύο προηγουμένων επιχειρημάτων στην περίπτωση του χρέους,μπορούμε να πούμε ότι ο Έλληνας πολίτης θα είχε  υποχρέωση να συμβάλει στην εξόφληση του χρέους μόνο αν γνώριζε και είχε συμφωνήσει εκ των προτέρων ότι τα οφέλη του συνεπάγονταν την σύναψη εξωτερικού δανεισμού. Όμως δεν γνωρίζω καμία περίπτωση που να ίσχυε αυτό.

Δεν θυμάμαι π.χ. κανέναν να πληροφορεί τον δημόσιο υπάλληλο που διοριζόταν ότι για τον διορισμό του θα χρειαζόταν η σύναψη ενός εξωτερικού δανείου ύψους ορισμένων εκατομμυρίων που κάποτε θα έπρεπε να ξεπληρωθούν από φόρους. Ούτε γνωρίζω κανένα συνταξιούχο που να έλαβε ποτέ καμία επιστολή  που να του καθιστούσε γνωστό το ποσοστό της σύνταξης του που καλυπτόταν από εξωτερικό δανεισμό-και να τον ρωτούσε αν συμφωνεί!

Για να τελειώνω: ακόμα και αν δεχθούμε την ορθότητα του ισχυρισμού «μαζί τα φάγαμε», αυτό δεν τεκμηριώνει κατ' ανάγκη ηθική υποχρέωση των ωφελημένων να αποζημιώσουν τους παρόχους του φαγητού -στο βαθμό στον οποίο ούτε γνώριζαν, ούτε τους είχε πληροφορήσει κανείς για το ποιοι τους τάιζαν, και στο βαθμό φυσικά που δεν είχαν δώσει ποτέ την  ρητή συναίνεση τους.

Και ερχόμαστε στο «δια ταύτα». Σην ουσία δεν υπάρχει δια ταύτα. Η φιλοσοφία, όπως είπε και ο μέγας Witgenstein δεν αλλάζει τίποτα, «αφήνει τα πάντα ως έχουν».

Άλλα αν σώνει και καλά επιμείνουμε για ένα «δια ταύτα»-στην Ελλάδα βρισκόμαστε βρε αδελφέ όχι στο Κέμπριτζ –τότε αυτό είναι το εξής: Εκείνοι πού έχουν την κατ εξοχήν υποχρέωση εξόφλησης του χρέους -μέχρι δήμευσης και του τελευταίου περιουσιακού τους στοιχείου- είναι οι πολιτικοί που είτε συνήψαν το χρέος είτε δεν αντιτάχθηκαν στην σύναψη του. Δηλαδή σχεδόν όλοι.

Το γεγονός ότι πράγματι και ο υπόλοιπος λαός ωφελήθηκε απο τον εξωτερικό δανεισμό, ότι δηλαδή «μαζί τα φάγαμε»,  δεν σηματοδοτεί,όπως προσπάθησα να δείξω, ούτε κατ ελάχιστον ότι οφείλει μέσω της καταναγκαστικής  φορολογίας να επιστρέψει τα χρωστούμενα.