Ο ηθοποιός Ντένις Χόπερ φορά ένα φθαρμένο τζιν μπουφάν και ένα παραδοσιακό καουμπόικο καπέλο με ένα τσιγάρο να κρέμεται στο χέρι μπροστά του, οι πολύβουοι δρόμοι της Νέας Υόρκης της δεκαετίας του 1970 και διάφορες ημιφωτισμένες ανθρώπινες φιγούρες σ’ ένα μπαρ, κάπου στη μέση του (αμερικανικού) πουθενά.
Αυτές είναι ελάχιστες από τις «στιγμιαίες ιστορίες» του Βιμ Βέντερς, όπως τις αποκαλεί ο ίδιος, με αφορμή μια έκθεση που έχει ανοίξει τις πύλες της στο Βερολίνο αυτές τις ημέρες και περιλαμβάνει εκατοντάδες φωτογραφίες που είχε τραβήξει ο γερμανός σκηνοθέτης σε διάφορα ταξίδια του στην Ευρώπη και κυρίως στις ΗΠΑ.
Οι πολαρόιντ αυτές έχουν τραβηχτεί στην πιο παραγωγική περίοδο του σκηνοθέτη, στα μέσα και στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν γύριζε την περίφημη «Τριλογία του δρόμου», δηλαδή τις ταινίες «Η Αλίκη στις πόλεις» (1974), «Λάθος κίνηση» του 1975 και «Στο πέρασμα του χρόνου» του 1976, ενώ αρκετές από αυτές φθάνουν έως το 1988.
O ίδιος λέει ότι όλες οι φωτογραφίες της εν λόγω έκθεσης είναι τραβηγμένες σε χρονική περίοδο όπου «δεν υπήρχε θλίψη και θυμός, δεν υπήρχε τίποτα παρά μόνο αθωότητα, όχι μόνο από μένα, αλλά από όλους γύρω μου. Οι ταινίες που κάναμε τότε γίνονταν από την μια μέρα στην άλλη, δίχως ιδιαίτερη σκέψη. Τις κάναμε με το ένστικτο και κάπως έτσι τράβαγα κι αυτές τις φωτογραφίες».
Ο Βέντερς υπολογίζει ότι τράβηξε περισσότερες από 10.000 φωτογραφίες σε περίπου 15 χρόνια που η καριέρα του βρισκόταν στο απόγειό της, κάτι σαν οπτικό σημειωματάριο της καθημερινότητάς του, αλλά λιγότερες από 3.500 έχουν απομείνει.
«Η αλήθεια είναι ότι απλά τις χάριζες. Είχες μπροστά σου τον άνθρωπο του οποίου τη φωτογραφία είχες μόλις βγάλει και ήταν σαν εκείνος να είχε περισσότερα δικαιώματα πάνω της απ’ όσα εσύ. Οι πολαρόιντ με βοήθησαν στο να κάνω τις ταινίες μου, αλλά δεν τις έβγαζα για να τις κρατήσω. Ηταν μίας χρήσεως» σημειώνει.
«Η φωτογραφική μηχανή» λέει «αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι και εργαλείο ενός ταξιδιού, όπως το αυτοκίνητο ή το αεροπλάνο».
Χόμπι που ξεκίνησε νωρίς
Ο 73χρονος σήμερα Βέντερς απέκτησε την πρώτη του κάμερα ως παιδί στο Ντίσελντορφ, από τον γιατρό πατέρα του. «Φωτογράφιζα σε όλη μου τη ζωή αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα τον εαυτό μου ως φωτογράφο» λέει ο Βέντερς. «Μου άρεσε πολύ να ασχολούμαι με τα τεχνικά της φωτογραφίας, αλλά αν ποτέ ήθελα να τραβήξω μια φωτογραφία για κάτι, δεν θα το έκανα ποτέ με μια πολαρόιντ» αστειεύεται σήμερα.
Παρ’ όλα αυτά, εκ των υστέρων, βλέπει πως είχε άδικο και πως η όλη διαδικασία της λήψης με μια πολαρόιντ είχε κάτι το ρομαντικό που δεν συναντάμε σήμερα.
«Η όλη διαδικασία των πολαρόιντ δεν έχει καμία σχέση με τη σύγχρονη εμπειρία. Σήμερα βλέπουμε πάνω στην οθόνη ψηφιακές εικόνες έτοιμες να περάσουν στη λήθη, τις οποίες μπορούμε να σβήσουμε ή να προσπεράσουμε με μια κίνηση του δαχτύλου μας. Τότε, παρήγαγες και σου ανήκε ένα πρωτότυπο. Ηταν ένα αληθινό αντικείμενο, όχι κάποιο αντίτυπο ή μια ανατύπωση. Είχες στα χέρια σου κάτι που δεν μπορούσε να πολλαπλασιαστεί, ούτε να επαναληφθεί. Δεν μπορούσες παρά να νιώσεις ότι είχες κλέψει αυτή την εικόνα από τον κόσμο. Είχες μεταφέρει ένα κομμάτι του παρελθόντος μέσα στο παρόν» καταλήγει με νόημα ο γερμανός σκηνοθέτης.
Ιnfo
H φωτογραφική έκθεση «Wim Wenders Instant Stories» στον εκθεσιακό χώρο C|O Berlin θα διαρκέσει μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου.
Βίντεο για την έκθεση του Βέντερς μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ.