Οι νεαροί παίκτες των Οράνιε πανηγυρίζουν το πρώτο γκολ κόντρα στη Γερμανία. Μιλάμε για μια Ολλανδία που πριν δύο χρόνια είχε χάσει ακόμα και από την Εθνική Ελλάδας του Σκίμπε... | REUTERS/Leon Kuegeler
Επικαιρότητα

Οι Ολλανδοί ξανάρχονται

Αλλαζαν τους προπονητές σαν τα πουκάμισα, αναζητώντας την έξοδο από την παρακμή τους. Δεν έφταιγαν, όμως, οι προπονητές. Επρεπε να περιμένουν μια νέα «φουρνιά» ταλέντων να ωριμάσει. Επειτα από μια σαρωτική ανανέωση, που δεν έχει προηγούμενο στην Ευρώπη, οι «τουλίπες» ανθίζουν και πάλι
Sportscaster

Η ποδοσφαιρική γειτονιά της Ολλανδίας ξύπνησε την Τρίτη ευτυχισμένη. Μεθυσμένη, ακόμη, από τον θρίαμβο στο Γκελζενκίρχεν. Κυρίως, από τον τρόπο με τον οποίο επιτεύχθηκε. Μέχρι το 85′ οι Γερμανοί νικούσαν 2-0. Πίστευαν πως το ματς είχε κριθεί. Αλλά, με δυο γκολ σε πέντε λεπτά, οι «Οράνιε» ισοφάρισαν (2-2). Κάποιες ισοπαλίες δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις νίκες. Με το αποτέλεσμα αυτό οι επίγονοι του Γιόχαν Κρόιφ επιστρέφουν στην «ελίτ» της μπάλας, έπειτα από μια οκταετία ηχηρών αποτυχιών. Και το κάνουν, έχοντας ρίξει στο καναβάτσο τους πιο μισητούς τους αντιπάλους.

Η Ολλανδία κατέκτησε την πρωτιά στον όμιλό της, στο παρθενικό Nations League, κι έτσι στο Final-4 που θα διεξαχθεί το καλοκαίρι του 2019 θα έχει την ευκαιρία να διεκδικήσει την απευθείας πρόκρισή της στο Euro 2020, μαζί με τα 7,5 εκατομμύρια ευρώ που θα εισπράξει ο νικητής της νεοσύστατης διοργάνωσης. Μεγάλη υπόθεση γι’ αυτή την ευρωπαϊκή υπερδύναμη, που είχε αποτύχει να φτάσει στην τελική φάση του Euro του 2016 και του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ρωσίας (2018). Παραλλήλως, σφράγισε τον υποβιβασμό της Γερμανίας στη Β’ Κατηγορία του επόμενου Nations League. Μετά τον τελικό του Μουντιάλ 1974 τίποτα δεν προσφέρει στους Ολλανδούς μεγαλύτερη χαρά, από το να ταπεινώνουν τα «πάντσερ». Πράγμα που δεν καταφέρνουν και πολύ συχνά.

Στο πρώτο εικοσάλεπτο του αγώνα οι Γερμανοί προηγούνταν, ήδη, με 2-0. Εχασαν ευκαιρίες και για άλλα γκολ. Εάν νικούσαν, πρώτοι στον όμιλο θα έβγαιναν οι Γάλλοι. Το προσπάθησαν, όμως, με όλες τους τις δυνάμεις. Πρώτον, γιατί εδώ και μήνες παλεύουν να διώξουν μακριά την αμφισβήτηση που τους βαραίνει μετά τον οδυνηρό, πρόωρο αποκλεισμό τους στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας. Και, δεύτερον, επειδή ήθελαν να εκδικηθούν για τη βαριά τους ήττα (3-0) στην Ολλανδία. Εκείνο το αποτέλεσμα, στα μέσα Οκτωβρίου, είχε κάνει πάταγο σε όλη την Ευρώπη. Ηταν το δεύτερο σημάδι πως οι Ολλανδοί «επιστρέφουν». Είχε προηγηθεί η εξαιρετική εμφάνιση των «Οράνιε» στο «Σταντ ντε Φρανς», όπου οι παγκόσμιοι πρωταθλητές δυσκολεύτηκαν πολύ, για να πάρουν στο τέλος μια αγχωτική νίκη (2-1). Στη ρεβάνς, στην Ολλανδία, οι Γάλλοι έχασαν καθαρά (2-0).

Η παρακμή των Πρωταθλητών Ευρώπης του 1988 είχε αρχίσει, ουσιαστικά, αμέσως μετά τον χαμένο τελικό (από τους Ισπανούς, στην παράταση) του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Νότιας Αφρικής (2010). Μια γενιά Ολλανδών με εξαιρετικό ποδοσφαιρικό ταλέντο (βαν Μπόμελ, βαν Μπρόκχορστ, βαν ντερ Φάαρτ κ.ά.) βίωσε την κακοτυχία -σαν κατάρα- που ιστορικά συνοδεύει αυτή την ομάδα στους τελικούς των μεγάλων διοργανώσεων. Δυο χρόνια αργότερα, στους τελικούς του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2012, οι απογοητευμένοι «πορτοκαλί» τερμάτισαν τελευταίοι, χωρίς βαθμό, στον «όμιλο του θανάτου» (με Γερμανία, Πορτογαλία και Δανία). Η τρίτη θέση στο Μουντιάλ της Βραζιλίας (2014) δεν ήταν παρά μια αναλαμπή. Στο Euro 2016 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας, η απουσία τους ήταν εμφανής.

Οι Ολλανδοί επιχείρησαν να ανακάμψουν με αλλεπάλληλες αλλαγές στην τεχνική τους ηγεσία. Ο Λουίς φαν Χάαλ αποχώρησε, μετά το Μουντιάλ της Βραζιλίας, για να αναλάβει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ακολούθησαν, ο Μάρκο βαν Μπάστεν και ο Ντάνι Μπλιντ. Τζίφος. Ολοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι το πρόβλημα δεν ήταν ο (κάθε) προπονητής. Επρεπε να περιμένουν μια νέα «φουρνιά» ταλέντων να ωριμάσει. Το ίδιο, άλλωστε, έκαναν και οι τρεις μεγάλοι σύλλογοι που είναι οι «αιμοδότες» της εθνικής ομάδας: ο Αγιαξ, η Αϊντχόφεν και η Φέγενορντ.

Σήμερα, η ποιότητα ξεχειλίζει. Ο ντε Λιχτ, δίπλα στον «ογκόλιθο» της άμυνας, βαν Ντάικ. Ενας 18χρονος που τον… ζαχαρώνουν οι κορυφαίοι σύλλογοι της Ευρώπης. Ο ντε Γιόνγκ, που θυμίζει τον Τσάβι στα καλύτερά του. Ο αναγεννημένος Ντεπάι, ο ηγέτης της επίθεσης. Ο Γιάσπερ Σίλεσεν, κάτω από τα γκολπόστ. Και πολλοί άλλοι. Λιγότερο γνωστοί, όμως όχι λιγότερο καλοί. Από ολόκληρο το ρόστερ, μόνον ένας ποδοσφαιριστής είναι πάνω από 30 ετών. Και μόλις τέσσερις από αυτούς που έπαιξαν στη Βραζιλία, πριν από τέσσερα χρόνια, συνεχίζουν στην εθνική ομάδα της Ολλανδίας: ο Μπλιντ, ο Βαϊνάλντουμ, ο ντε Φράι και ο Ντεπάι. Τέτοια σαρωτική ανανέωση δεν έχει προηγούμενο στην Ευρώπη.

Ο Ρόναλντ Κούμαν, ο οποίος προσλήφθηκε έπειτα από τον αποκλεισμό από το τελευταίο Μουντιάλ, αμέσως μετά την απόλυσή του από την Εβερτον, αποδεικνύεται ο ιδανικός δάσκαλος. Παλιός θρύλος του ολλανδικού ποδοσφαίρου κι αυτός, έχει διανύσει μια μακρά και αμφιλεγόμενη καριέρα. Αφετηρία του ήταν η ταπεινή Φίτεσε (έως το 2000 είχε εργαστεί ως βοηθός προπονητή στην εθνική Ολλανδίας και την Μπαρτσελόνα). Στη συνέχεια, στον Αγιαξ, κατέκτησε δύο πρωταθλήματα σε τέσσερις σεζόν. Στις πέντε επόμενες δουλειές του (Μπενφίκα, Βαλένθια, Αϊντχόφεν, Φέγενορντ και Αλκμααρ) δεν πέτυχε κάτι πραγματικά σπουδαίο. Στη Σαουθάμπτον, όμως, τα πήγε περίφημα. Γι’ αυτό, πήρε… προαγωγή στην Εβερτον. Ηταν η εποχή που το όνομά του ακουγόταν για τη διαδοχή του Λουίς Ενρίκε στην Μπαρτσελόνα. Αλλά, η δεύτερη χρονιά του στους «Εφοπλιστές» ήταν καταστροφική. Δεν κατάφερε να διαχειριστεί τις πανάκριβες μεταγραφές του αγγλικού συλλόγου. Φαίνεται πως με τους νεαρούς τα πηγαίνει πολύ καλύτερα. Οπως οι περισσότεροι ολλανδοί προπονητές, άλλωστε.

Μέσα στο 2018, η Ολλανδία έχει χάσει μόλις δύο παιχνίδια: ένα από την Αγγλία και ένα από τη Γαλλία. Οι «Οράνιε», που τον Σεπτέμβριο του 2016 είχαν ηττηθεί (1-2) ακόμη και από την Εθνική Ελλάδας του Σκίμπε στο «Φίλιπς Στάντιον», φαίνεται πως αφήνουν πίσω τους τα πέτρινα χρόνια.