Το βράδυ της Πέμπτης 12 Μαρτίου 2020, η Ιταλία πέρασε ένα μακάβριο ορόσημο: οι νεκροί από τον κορονοϊό έφτασαν τους 1.016 (ο απολογισμός της Τετάρτης ήταν 827 νεκροί), το ψυχολογικό όριο των 1.000 θυμάτων έσπασε. Η χώρα είναι σε καραντίνα, τα μαγαζιά –πλην των σουπερμάρκετ και των φαρμακείων– έχουν κλείσει, ο πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε επαναλαμβάνει σε δραματικούς τόνους το σύνθημα «Io resto a casa», σε μια προσπάθεια να περιοριστεί ο Covid-19. Ομως η μάχη έχει ήδη χαθεί…
Και έχει χαθεί στο κρισιμότερο πεδίο, αυτό των υποδομών υγείας – το σύστημα έχει καταρρεύσει. Και πλέον οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό βρίσκονται σε μια συνθήκη που μόνο σε πόλεμο έχει όμοιά της: καλούνται να επιλέξουν ποιος από τους αναρίθμητους ασθενείς έχει τις περισσότερες πιθανότητες να επιζήσει για να τον περιθάλψουν και να τον σώσουν. Οι άλλοι αφήνονται στην τύχη τους. Είναι πρωτόκολλα που εφαρμόζονται μόνο σε εμπόλεμη ζώνη – και στα νοσοκομεία της γείτονος…
Αυτό το δίλημμα περιέγραψε σε έγγραφό της η ιατρική εταιρεία των αναισθησιολόγων και των ειδικοτήτων ΜΕΘ της Ιταλίας (Siaarti, Società Italiana di Anestesia, Analgesia, Rianimazione e Terapia Intensiva). Στο κείμενο με ημερομηνία 6ης Μαρτίου, εξετάζονται, επί της ουσίας, σενάρια ιατρικών διλημμάτων υπό συνθήκες «σοβαρής έλλειψης πόρων» και όσον αφορά το ποιος θα εισαχθεί στη ΜΕΘ και ποιος όχι.
Δηλαδή οι γιατροί της ειδικότητας εντατικής θεραπείας ασχολήθηκαν ήδη με το «ποιος ζει και ποιος πεθαίνει» εξαιτίας της αδυναμίας του κράτους να περιθάλψει τους πάντες σε ΜΕΘ.
Το κείμενό τους τιτλοφορείται «Συστάσεις κλινικής ηθικής όσον αφορά την εισαγωγή σε εντατικές θεραπείες και την αναστολή τους, υπό εξαιρετικές συνθήκες ανισορροπίας μεταξύ υπαρχουσών αναγκών και διαθέσιμων πόρων».
Οι γιατροί εκτιμούν ότι «τις επόμενες εβδομάδες» η εξέλιξη της επιδημίας κορονοϊού θα δημιουργήσει «αύξηση των περιπτώσεων οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας», κάτι που συνεπάγεται «την ανάγκη εισαγωγής στη ΜΕΘ» σε πολλά νοσοκομεία της Ιταλίας.
- Τονίζουν ότι οι συνθήκες είναι εξαιρετικές και ότι διαμορφώνονται στη βάση της «τεράστιας ανισορροπίας» μεταξύ των κλινικών αναγκών και της διαθεσιμότητας των πόρων.
Οι γιατροί εκτιμούν ότι ένα τέτοιο σενάριο ακραίας «ανισορροπίας» ισοδυναμεί με κατάσταση «ιατρικής καταστροφής», δηλαδή οι ιατροί θα κληθούν να λάβουν αποφάσεις για το ποιος θα εισαχθεί και ποιος όχι. Πρόκειται για ασήκωτο βάρος, ωστόσο οι γιατροί ομολογούν ότι κάπως πρέπει να αποδοθεί κλινική δικαιοσύνη.
- Αυτή η κλινική δικαιοσύνη, κατά την πρόταση των ιατρών της Siaarti, εξασφαλίζεται με την εισαγωγή στην εντατική θεραπεία εκείνων των ασθενών οι οποίοι έχουν και τις μεγαλύτερες πιθανότητες θεραπείας. Πρέπει να υπολογιστεί, λοιπόν, το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής. (Με συνεκτίμηση παραμέτρων όπως η σοβαρότητα της κατάστασης του ασθενούς, η παράλληλη νόσηση, η βλάβη άλλων οργάνων ή συστημάτων του ασθενούς πέρα από τους πνεύμονές του κ.ά.)
Δεν μπορεί να ισχύσει το «θα εισαχθεί και θα εξυπηρετηθεί όποιος έλθει πρώτος», γράφουν, διότι αυτό συνιστά αδικία εις βάρος των επομένων.
«Είναι προφανές ότι η εφαρμογή των κριτηρίων επιλογής είναι δικαιολογημένη μόνο αφού έχουν καταβληθεί όλες οι προσπάθειες για την αύξηση της διαθεσιμότητας από τη διοίκηση των νοσοκομείων» υποστηρίζουν. Υπογραμμίζουν, δε, πόσο αναγκαίο είναι να ενημερώνονται για τον έκτακτο χαρακτήρα των μέτρων τόσο οι ασθενείς όσο και οι συγγενείς τους, ειδικά στο ακανθώδες από κάθε άποψη ζήτημα της αναστολής μιας εντατικής θεραπείας.