«Η πυρκαγιά είναι απίστευτη… Φόβος παρανοϊκός με συνέχει και από τότε επαναλαμβάνω μια απλή φράση στον εαυτό μου διαρκώς: Δεν θέλω να καώ ζωντανή. Δεν γνωρίζω πάνω σε πόσους ανθρώπους έπεσα. Ξέρω μόνον ένα πράγμα: ότι δεν πρέπει να καώ». Με αυτά τα λόγια είχε σχολιάσει η Μάργκαρετ Φράιαρ όλα όσα έζησε κατά τον βομβαρδισμό της Δρέσδης από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς λίγους μήνες πριν από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πριν από 75 χρόνια, στις 13 Φεβρουαρίου του 1945, βρετανικά αεροσκάφη εξαπέλυσαν την πρώτη αεροπορική επίθεσή τους κατά της Δρέσδης στην ανατολική Γερμανία. Και έως και την 15η Φεβρουαρίου οι Βρετανοί, μαζί με τους αμερικανούς συμμάχους τους, έριξαν σχεδόν 4.000 τόνους βομβών στην πόλη.
Οι πυρκαγιές που ξέσπασαν προκάλεσαν το θάνατο 25.000 ανθρώπων και την ολική καταστροφή του ιστορικού κέντρου της πόλης. Στο στόχαστρο των συμμαχικών βομβαρδιστικών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου δεν βρέθηκε μόνον η Δρέσδη, καθώς χιλιάδες άνθρωποι, άμαχοι στην πλειονότητά τους, έχασαν επίσης τη ζωή τους εξαιτίας ανηλεών βομβαρδισμών στην Κολονία, το Αμβούργο και το Βερολίνο, πριν οι Αμερικανοί αποφασίσουν να αφανίσουν από τον χάρτη τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Αλλά ο βομβαρδισμός της Δρέσδης κατέληξε να αποτελεί και να θεωρείται ακόμη και σήμερα ως μία από τις πιο αμφιλεγόμενες ενέργειες των συμμαχικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ακόμα και ο Ουίνστον Τσόρτσιλ εξέφρασε τις αμφιβολίες του αμέσως μετά την πρώτη επίθεση. «Μου φαίνεται ότι ήρθε η στιγμή που πρέπει να επανεξεταστεί το ζήτημα του βομβαρδισμού γερμανικών πόλεων, απλώς και μόνο για την αύξηση του τρόμου, παρά τα όποια προσχήματα. Η καταστροφή της Δρέσδης αποτελεί ένα σοβαρό ζήτημα όσον αφορά τη διεξαγωγή των συμμαχικών βομβαρδισμών», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά σε υπόμνημά του ακόμα και αυτός ο war time leader της Βρετανίας.
Εως τον βομβαρδισμό της, η ιστορική γερμανική πόλη και πρωτεύουσα του κρατιδίου της Σαξονίας ήταν γνωστή ως «Φλωρεντία του Ελβα», ενώ αρκετοί την αποκαλούσαν και «Μπιζουτιέρα», μας πληροφορεί το BBC, λόγω των αρχιτεκτονημάτων και του ιδανικού, για τα γερμανικά δεδομένα, κλίματός της.
Τον Φεβρουάριο του 1945 τα γερμανικά στρατεύματα που πολεμούσαν στο Ανατολικό Μέτωπο, προσπαθώντας να απωθήσουν την επέλαση των Σοβιετικών κατά τους τελευταίους μήνες του πολέμου, απείχαν από τη Δρέσδη μόλις 250 χιλιόμετρα. Η πόλη ήταν σημαντικό διαμετακομιστικό και βιομηχανικό κέντρο της εμπόλεμης Γερμανίας. Δεκάδες εργοστάσια προμήθευαν τη Βέρμαχτ με πυρομαχικά, τμήματα πολεμικών αεροσκαφών και άλλες προμήθειες που ήταν απαραίτητες για τη συνέχιση του πολέμου, ενώ από την πόλη περνούσαν, οδικώς και σιδηροδρομικώς, στρατιώτες, τεθωρακισμένα και μονάδες πυροβολικού. Την ίδια ώρα εκατοντάδες χιλιάδες γερμανοί πρόσφυγες που είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, έβρισκαν καταφύγιο εκεί.
Οντας εκείνη την περίοδο η μοναδική από τις μεγάλες πόλεις της Γερμανίας που δεν είχε βομβαρδιστεί συστηματικά, οι επιτελείς της RAF, της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας της Βρετανίας, αποφάσισαν τελικά να πλήξουν τη Δρέσδη για να συνδράμουν τους σοβιετικούς συμμάχους τους – περιορίζοντας τις μετακινήσεις των γερμανικών στρατευμάτων και παρεμποδίζοντας τη φυγή αμάχων Γερμανών από την Ανατολή.
Αλλά ακόμη και σήμερα, παρότι από τότε έχουν περάσει 75 χρόνια, για τον βομβαρδισμό της Δρέσδης δυσκολεύονται να μιλήσουν και οι Γερμανοί και οι πρώην εχθροί τους. Αδιαμφισβήτητα ο φριχτός θάνατος χιλιάδων ανθρώπων που ξεψύχησαν βασανιστικά μέσα σε μια πύρινη κόλαση αποτέλεσε ένα επονείδιστο γεγονός. Συγχρόνως, όμως, η Δρέσδη ήταν ένα από τα κύρια γρανάζια της πολεμικής μηχανής ενός απάνθρωπου καθεστώτος που είχε κηρύξει τον πόλεμο στη μισή υφήλιο.
Σύμφωνα με αμερικανική έκθεση του 1953, ο τριήμερος βομβαρδισμός της Δρέσδης κατέστρεψε μόλις το 23% των βιομηχανικών εγκαταστάσεων της πόλης αλλά τουλάχιστον το 50% των κατοικιών της. Ωστόσο η Δρέσδη ήταν ένας «θεμιτός στρατιωτικός στόχος», είχαν αποφανθεί τότε οι Αμερικανοί, ενώ ο βομβαρδισμός της πραγματοποιήθηκε με βάση τη σχετική συμμαχική πολιτική.
Η συζήτηση για την εκστρατεία στρατηγικού βομβαρδισμού της ναζιστικής Γερμανίας από τους Συμμάχους και για την καταστροφή της Δρέσδης συνεχίζεται έως τις ημέρες μας, με αρκετούς ιστορικούς να εξακολουθούν να διερωτώνται εάν όντως η ισοπέδωση γερμανικών πόλεων κατά τη διάρκεια του πολέμου έπληξε τη γερμανική πολεμική μηχανή ή απλώς προκάλεσε το θάνατο χιλιάδων αμάχων, ειδικά κατά το τελευταίο διάστημα του πολέμου. Κάποιοι κάνουν λόγο για «ηθικό ατόπημα» των Συμμάχων, ακόμα και για έγκλημα πολέμου, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως οι βομβαρδισμοί ήταν απαραίτητοι για την ολοκληρωτική ήττα του χιτλερικού καθεστώτος.
Υπάρχουν, ωστόσο, και κάποιοι που δεν έχουν την παραμικρή αμφιβολία για τα «πραγματικά» γεγονότα, τα οποία προασπίζονται με σθένος, παρουσιάζοντας τη δική τους εκδοχή. Το ερχόμενο Σάββατο, χιλιάδες νεοναζί από τη Γερμανία αλλά και άλλες χώρες της Ευρώπης πρόκειται να συγκεντρωθούν στη Δρέσδη για να πραγματοποιήσουν μια πένθιμη πορεία διαμαρτυρίας κατά των «αγγλο-αμερικανών γκάνγκστερ των αιθέρων» που τιμώρησαν «αθώους» Γερμανούς με πύρινη βροχή. Και ανάμεσά τους θα βρίσκεται εκτός απροόπτου και ο Τίνο Κρουπάλα, ένας εκ των δύο ηγετών του εθνικολαικιστικού ακροδεξιού (με ναζιστικές καταβολές) κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Αμέσως μετά τον βομβαρδισμό της Δρέσδης, οι προπαγανδιστές του Χίτλερ έσπευσαν να εκμεταλλευτούν την τραγωδία, υποστηρίζοντας πως στην πόλη δεν υπήρχαν βιομηχανικές εγκαταστάσεις και ότι με τις βόμβες τους οι συμμαχικές δυνάμεις κατέστρεψαν μια πόλη των τεχνών και του πολιτισμού. Και παρότι οι τοπικοί αξιωματούχοι έκαναν λόγο για 25.000 νεκρούς, το ναζιστικό Υπουργείο Προπαγάνδας ισχυριζόταν πως τη ζωή τους έχασαν τουλάχιστον 200.000 άμαχοι.
Το προηγούμενο Σάββατο ο Κρουπάλα θέλησε να επισημάνει και αυτός από την πλευρά του πως σε αντίθετη με ό,τι υποστηρίζει σύσσωμη η ιστορική κοινότητα (επί του αριθμού των θυμάτων δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία) στη Δρέσδη έπεσαν νεκροί τουλάχιστον 100.000 Γερμανοί. Γέννημα θρέμμα της Δρέσδης ο 44άχρονος ακροδεξιός πολιτικός δεν σταμάτα να μιλά για το πώς κατάφεραν να γλιτώσουν από τους βομβαρδισμούς ο παππούς του και ο ηλικίας μόλις πέντε ετών πατέρας του, βρίσκοντας καταφύγιο κάτω από μια γέφυρα.
Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός πως μέσω των ισχυρισμών του ο Τίνο Κρουπάλα συμμετέχει ενεργά σε μια προσπάθεια της γερμανικής ακροδεξιάς να περιορίσει το αίσθημα ενοχής και συλλογικής ευθύνης των Γερμανών για τα δεινά του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, αποσκοπώντας στην αναβίωση του άκρατου εθνικισμού.
Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Χανς Μέλερ – Σταϊνχάγκεν, πρύτανης του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου της Δρέσδης. «Κατά τη γνώμη μου το AfD χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο την ρητορική των Εθνικοσοσιαλιστών και καταβάλλει συντονισμένες προσπάθειες για να παραποιήσει την κουλτούρα της μνήμης. Ο Τίνο Κρουπάλα αυξάνει εσκεμμένα τον αριθμό των νεκρών της 13ης Φεβρουαρίου του 1945 για να αναθερμάνει τον μύθο που θέλει τη Γερμανία θύμα. Η επανάληψη αυτών των δηλώσεων αποτελεί μια συντονισμένη απόπειρα να καταστεί εκ νέου κοινωνικά αποδεκτή η ακροδεξιά ιδεολογία», εξήγησε δίχως περιστροφές ο γερμανός ακαδημαϊκός, μιλώντας στους λονδρέζικους Times.
Πρώτη φορά η ναζιστική προπαγάνδα στη Δρέσδη επέστρεψε λίγους μήνες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου χάρη στον Ντέιβιντ Ιρβινγκ, έναν βρετανό αρνητή του Ολοκαυτώματος ο οποίος επισκέφτηκε την πόλη τον Φεβρουάριο του 1990, κατά την 45η επέτειο του βομβαρδισμού της, και εκφώνησε μια ομιλία ενώπιον λίγων εκατοντάδων περαστικών.
Εννέα χρόνια μετά ακροδεξιά στοιχεία ξεκίνησαν να πραγματοποιούν νεκρώσιμες ακολουθίες στη μνήμη των θυμάτων ενώ το 2009 συγκεντρώθηκαν στη Δρέσδη περισσότεροι από 6.000 νεοναζιστές από ολόκληρη την Ευρώπη. Τα τελευταία χρόνια οι δημοτικές αρχές και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της πόλης ενέτειναν τις προσπάθειές τους για την προάσπιση της ιστορικής αλήθειας όπως την αποδέχονται οι περισσότεροι ιστορικοί εντός και εκτός της Γερμανίας.
Πλέον, ωστόσο, υπάρχει η Εναλλακτική για τη Γερμανία, η οποία στις κρατιδιακές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν το περασμένο Σεπτέμβριο στη Σαξονία αναδείχτηκε δεύτερο κόμμα με ποσοστό 27,5%. «Το κόμμα ενεργοποιεί τα συναισθήματα πολλών ανθρώπων και έτσι υποστηρίζει πως αποτελεί μέρος ενός αστικού συντηρητικού κινήματος. Η Δρέσδη επιτρέπει επίσης στο AfD να διαδίδει τη δική του εκδοχή της γερμανικής ιστορίας και να προβαίνει στη σχετικοποίηση της γερμανικής ενοχής. Φαίνεται αυτό από τον τρόπο με τον οποίο έχουν αρχίσει να μιλάνε και στελέχη του AfD για τον αριθμό των θυμάτων και τη στρατιωτική σημασία της καταστροφής της πόλης», σημείωσε από την πλευρά του ο Γιοχάνες Σουτς, καθηγητής Ιστορίας στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Δρέσδης.