Η συνεδρίαση στην Κουμουνδούρου το πρωί της Πέμπτης δεν ήταν εύκολη. Μία ημέρα μετά την ανακοίνωση της πρότασης του Κυριάκου Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας, με υποψήφια την Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, ανώτατη δικαστικό που είχε προωθήσει στην κεφαλή του ΣτΕ η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κλήθηκε να εξετάσει τι θα κάνει και με τα χρονικά περιθώρια μάλιστα να είναι ιδιαίτερα στενά – η πρώτη ψηφοφορία στη Βουλή ορίστηκε (εδώ) για την ερχόμενη Τετάρτη.
Και θα είναι και η τελευταία ψηφοφορία καθώς όλα δείχνουν πως η κυρία Σακελλαροπούλου θα ψηφιστεί όχι μόνο από τους 158 της ΝΔ και από τους 22 του Κινήματος Αλλαγής (που συνεδρίασε για τα τυπικά) αλλά και από τους 86 του ΣΥΡΙΖΑ. Αρα μια πανηγυρική εκλογή με τουλάχιστον 266 ψήφους είναι πιθανή –και ενώ ΚΚΕ για λόγους αρχής, Ελληνική Λύση και ΜέΡΑ25 προσανατολίζονται στην καταψήφιση της υποψηφιότητας.
Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά.
Με την ανακοίνωση της υποψηφιότητας της κυρίας Σακελλαροπούλου το βράδυ της Τετάρτης, ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε ξαφνικά σε ένα αδιέξοδο. Η εμμονή του Αλέξη Τσίπρα στην επανεκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, σε μια προσπάθεια να διχάσει τη ΝΔ, αποδείχτηκε όχι μόνο ατελέσφορη, αλλά οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια παγίδα. Μπορούσε άραγε να αρνηθεί την υποψηφιότητα της κυρίας Σακελλαροπούλου; Μιας γυναίκας; Μιας δικαστικού με σαφές προοδευτικό και οικολογικό πρόσημο; Ενός προσώπου με ιδεολογικά ερείσματα στην Κεντροαριστερά;
Η σύσκεψη λοιπόν στην Κουμουνδούρου το πρωί της Πέμπτης ήταν δύσκολη. Ο κ. Τσίπρας συναντήθηκε με το προεδρείο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και με στελέχη και συνεργάτες του, για να δουν τι γραμμή θα ακολουθήσουν.
Κάποιοι, σκληροί, πρότειναν ο ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσει «παρών» στην ψηφοφορία της 22ας Ιανουαρίου, καθώς άλλος υποψήφιος –και με δεδομένο ότι ο κ. Παυλόπουλος δεν θα δεχόταν να μην είναι υποψήφιος από το κόμμα του, τη ΝΔ– ήταν αδύνατο να βρεθεί σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Αλλοι όμως επέμειναν ότι πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να επιδείξει αίσθημα ευθύνης και ενότητας και να ψηφίσει την κυρία Σακελλαροπούλου.
Αυτή η άποψη επικράτησε. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα ψηφίσει για ΠτΔ την πρόεδρο του ΣτΕ και τη σχετική απόφαση ανακοίνωσε με δήλωσή του λίγο μετά τις 3 μ.μ. ο ίδιος ο κ. Τσίπρας.
Το πρόβλημα άλλωστε ήταν η επικοινωνιακή διαχείριση της όλης κατάστασης. Ετσι αποφασίστηκε να ανακοινωθεί μεν το «ναι» στην κυρία Σακελλαροπούλου, αλλά παράλληλα να καταγγελθεί (!) η ΝΔ επειδή, όπως είπε στη δήλωσή του ο κ. Τσίπρας, ως κυβέρνηση «διέσυρε» τον θεσμό του ΠτΔ και προχώρησε σε «μέγα ατόπημα» να μην προτείνει την επανεκλογή του κ. Παυλόπουλου και επειδή ως αντιπολίτευση δεν είχε συμφωνήσει στην επιλογή της ανώτατης δικαστικού για την προεδρία του ΣτΕ.
Η ειρωνεία είναι ότι μετά την ανακοίνωση από τον Πρωθυπουργό της υποψηφιότητας της προέδρου του ΣτΕ, η Κουμουνδούρου είχε κάνει αυτή λόγο για «επικοινωνιακή διαχείριση» της εκλογής του ΠτΔ.
«Σε αντίθεση με την κυβέρνηση και τον κ. Μητσοτάκη που λειτούργησε εξαρχής με όρους επικοινωνιακής διαχείρισης και ευτέλισε το θεσμό του ΠτΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή αντιμετώπισε το ζήτημα της εκλογής του ΠτΔ με όρους σοβαρότητας και θεσμικής υπευθυνότητας» είπαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το μεσημέρι της Πέμπτης, μιλώντας από το γραφείο του στην Κουμουνδούρου, ο κ. Τσίπρας είπε:
«Εξι μήνες διακυβέρνησης της ΝΔ ήταν αρκετοί για να αναδειχθούν όλες οι αντιφάσεις, η υποκρισία και η πολιτική ένδεια του κου Μητσοτάκη.
Δεν είναι μόνο οι υψηλές προσδοκίες που μέρα με τη μέρα παταγωδώς διαψεύδονται, στην πραγματική οικονομία, στην καθημερινότητα, στην αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων εθνικής κλίμακας, όπως τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και το προσφυγικό.
Αλλά είναι και μια συμπεριφορά αβάσταχτης ελαφρότητας και ανευθυνότητας απέναντι στους θεσμούς.
Μια στάση αμοραλισμού και υποταγής των πάντων στις ανάγκες της επικοινωνίας και όχι της ουσίας της πολιτικής.
Την ίδια ανεύθυνη στάση που είχε κρατήσει ο κος Μητσοτάκης απέναντι σε κρίσιμα ζητήματα όσο ήταν στην αντιπολίτευση, συνεχίζει δυστυχώς και ως πρωθυπουργός.
Στο θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας είχε την επιλογή να ανανεώσει τη θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου, ενός κατά γενική ομολογία επιτυχημένου Προέδρου που είχε εκλεγεί με ευρεία διακομματική συναίνεση πριν από 5 χρόνια.
Δεν το έπραξε, χωρίς ποτέ να εξηγήσει το λόγο.
Αντ’ αυτού προχώρησε συνειδητά σε μια μακρά και εξευτελιστική για τον θεσμό διαδικασία Προεδρικών καλλιστείων, αποφεύγοντας να ανακοινώσει την όποια επιλογή του για αρκετούς μήνες.
Και τελικά επέλεξε να την ανακοινώσει, πάλι για λόγους επικοινωνίας, έξω από το σχεδιασμό του, σε μια μέρα με βαριά και αρνητική πολιτική ατζέντα για τη κυβέρνηση, μήπως και καταφέρει να την αλλάξει.
Όμως στη πολιτική δεν υπάρχει μόνο η επικοινωνία.
Υπάρχει και η ουσία.
Και ειδικά σε θέματα κρίσιμα για το πολίτευμα και για τη θεσμική λειτουργία της Δημοκρατίας μας, οφείλουμε να ενεργούμε με υπευθυνότητα.
Ο κ. Μητσοτάκης διέπραξε μέγα ατόπημα που επί μήνες διέσυρε το θεσμό της Προεδρίας της Δημοκρατίας και μέγα σφάλμα που επιλέγει να μην ανανεώσει τη θητεία ενός πετυχημένου Προέδρου, του Προκόπη Παυλόπουλου, σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία για τα εθνικά μας θέματα.
Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ δε πρόκειται να τον αντιγράψει ή να τον ακολουθήσει στον ολισθηρό αυτό δρόμο της ανευθυνότητας.
Εχω δηλώσει και από το βήμα της Βουλής ότι εγώ ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, Μητσοτάκης δε θα γίνω.
Δε θα κάνω δηλαδή αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση.
Και σήμερα δε πρόκειται να κάνω ότι ακριβώς έκανε εκείνος το 2015, που μόνος καταψήφισε τη συναινετική επιλογή του Προκόπη Παυλόπουλου για τη Προεδρία της Δημοκρατίας.
Παρά την απαράδεκτη διαχείριση της διαδικασίας της Προεδρικής εκλογής από πλευράς του.
Παρά το προφανές και μεγάλο του σφάλμα, να μην ανανεώσει τη θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου,
Εμείς δε θα προσθέσουμε ένα ακόμη σφάλμα, δίπλα στα πολλά σφάλματα του κ. Μητσοτάκη.
Θα κρατήσουμε και τώρα στάση ευθύνης, όπως έχουμε αποδείξει ότι κρατήσαμε πάντα σε κρίσιμες επιλογές.
Και θα δώσουμε τη δυνατότητα η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκλεγεί με ευρεία πλειοψηφία, καθώς έτσι αρμόζει για όποιον αναλαμβάνει τη βαριά ευθύνη – όπως το Σύνταγμα ορίζει- να είναι για τα πέντε επόμενα χρόνια ο εκφραστής της ενότητας του λαού και της Δημοκρατίας μας.
Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου αποτέλεσε κορυφαία επιλογή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να διατελέσει η Πρώτη γυναίκα Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Πρόταση η οποία τότε καταψηφίστηκε από τον κ. Μητσοτάκη και τους βουλευτές του.
Και δεν ήταν τυχαία επιλογή μας για τη θέση αυτή, αφού υπήρξε μια εξαίρετη δικαστής που υπηρέτησε με σθένος τη δικαιοσύνη, την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους.
Και δεν δίστασε να συνταχθεί ακόμη και με τη μειοψηφία για να υπερασπιστεί το δικαίωμα των παιδιών των μεταναστών που έχουν γεννηθεί ή έχουν πάει σε ελληνικό σχολείο, να αποκτούν την Ελληνική ιθαγένεια.
Η εκλογή της λοιπόν στο Ανώτατο Πολιτειακό αξίωμα δεν ακυρώνει απλά την άθλια προπαγάνδα επί 4,5 χρόνια της ΝΔ, ότι δήθεν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ χειραγωγούσε την ηγεσία της Δικαιοσύνης, αλλά επιβραβεύει και το περιεχόμενο των αξιών που η ίδια ως δικαστής υπερασπίστηκε.
Γνωρίζω, όπως γνωρίζουν όλοι, ότι ο κ. Μητσοτάκης με τη πρόταση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου δεν επιχειρεί μια υπέρβαση, αλλά μια ακόμη επικοινωνιακή ντρίμπλα.
Φοβάμαι όμως ότι στο τέλος, χωρίς να το καταλαβαίνει, ντριμπλάρει τον ίδιο του τον εαυτό, ακυρώνει το ίδιο του το κόμμα και τον πυρήνα των ιδεών που έχει υιοθετήσει.
Από τη μεριά μας η θετική μας ψήφος στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν είναι μια επικοινωνιακή επιλογή αλλά μια συνειδητή επιλογή.
Γιατί είναι συνδεδεμένη όχι μόνο με τη στάση ευθύνης που επιλέγουμε πάντα απέναντι τους θεσμούς αλλά και με τις ιδέες και τις αξίες μας.
Με τη συνέπειά μας.
Και στην πολιτική, όπως και στη ζωή, έχει πάντα μεγαλύτερη αξία η συνέπεια από τα πολιτικά παιχνίδια».
«Χρειάστηκαν 718 λέξεις για να πει ο κ. Τσίπρας ένα απλό “ναι”»
Στη δήλωση του κ. Τσίπρα απάντησαν από το Μαξίμου, σχολιάζοντας πως «χρειάστηκαν 718 λέξεις για να πει ο κ. Τσίπρας ένα απλό “ναι” στην πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για την εκλογή στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου. Αντιλαμβανόμαστε ότι η απόφαση δεν του ήταν εύκολη. Γνωρίζουμε επίσης ότι στη διαδρομή του πάντα συνόδευε τις πολιτικές του πιρουέτες με δηλώσεις υψηλών ντεσιμπέλ» προσέθεσαν κυβερνητικές πηγές, που επεσήμαναν ότι η ευρεία πλειοψηφία στην οποία αποσκοπούσε η συναινετική πρόταση του πρωθυπουργού, σχηματίζεται στη Βουλή κι αυτό είναι απολύτως θετικό για τη Δημοκρατία μας και ότι τα υπόλοιπα, όπως υπογράμμισαν, «απευθύνονται στο κομματικό στελεχικό του ΣΥΡΙΖΑ και δεν μας αφορούν». Και κατέληξαν λέγοντας: «Θα συμφωνήσουμε πάντως σε μια και μόνη διαπίστωση του κ.Τσίπρα: ότι Μητσοτάκης δεν θα γίνει».