Εδώ και μήνες, όσο τραβούσε αυτή η διαπραγμάτευση που θα μπορούσε και θα έπρεπε να έχει κλείσει ήδη από πέρυσι, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος λένε πολύ διαφορετικά πράγματα.
Οταν αποφασιζόταν η «καθυστέρηση» και η διεκδίκηση «πολιτικής λύσης» από το Μέγαρο Μαξίμου, ο υπουργός Οικονομικών έλεγε ότι όσο καθυστερούμε «καιγόμαστε». Ηξερε ότι αυτό που έλεγε ο Πρωθυπουργός, περί πολιτικής λύσης, δεν υφίσταται καν…
Οταν το Μέγαρο Μαξίμου εξέδιδε τον Φεβρουάριο non paper και πανηγύριζε το τέλος της λιτότητας, τόσο ο Τσακλώτος «φόρτωνε», φτάνοντας στο σημείο να το πει: «Δεν πανηγυρίζουμε το τέλος της λιτότητας».
Οσο ο Αλέξης Τσίπρας την Παρασκευή έστηνε μία άτσαλη επικοινωνιακή υπερπαραγωγή, με επισκέψεις στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, «διαγγέλματα» και πανηγυρικούς τόνους, ο κ. Τσακαλώτος εμφανιζόταν πολύ πιο μετρημένος. «Δεν είναι επαρκής η περισσότερη σαφήνεια που πετύχαμε, αλλά δεν θεωρούμε ότι το τέλειο είναι ο εχθρός του καλύτερου», είχε ήδη δηλώσει από το Λουξεμβούργο μετά το τέλος του Eurogroup.
Κάτι αντίστοιχο είχε πει και η Κριστίν Λαγκάρντ. «Δεν είναι η καλύτερη λύση, είναι η δεύτερη καλύτερη»…
Από τη Ηρώδου Αττικού όμως ήδη από το βράδυ της Πέμπτης έλεγαν αγωνιωδώς ότι «πήραμε όσα θέλαμε». Και ο Πρωθυπουργός στο «διάγγελμά» του της Παρασκευής πανηγύριζε: «Χθες ήταν, μετά από καιρό, μια πολύ καλή μέρα για την Ελλάδα. Γιατί πήραμε τελικά αυτά που διεκδικούσαμε, αλλά και αυτά που δικαιούμασταν».
Ο κ. Τσίπρας είναι γνωστό ότι θεωρεί πως δικαιούται τα πάντα. Ο κ. Τσακαλώτος, που συμμετέχει στην «διαπραγμάτευση» από την πρώτη ημέρα, ξέρει ποια είναι τα περιθώρια. Και προσπαθεί απλώς να κάνουν μία ιδιότυπη, αριστερίστικη πολιτική διαχείριση στο εσωτερικό. Με κύριο οχημα την παραδοξότητα των 53+, που χτυπούν μια στο καρφί και μια στο πέταλο.
Αυτό που ίσως δεν έχει αξιολογήσει ο Πρωθυπουργός όσο θα έπρεπε, είναι ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μελετά και γνωρίζει κάθε του κίνηση και λέξη. Και ότι είναι πιο σκληρός παίκτης από αυτόν. Θα έπρεπε να το γνωρίζει, θα είχε γλιτώσει και τον εαυτό και εμάς από πολλά βάσανα.
Ετσι, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, παίζοντας το δικό του παιχνίδι, είπε ξεκάθαρα την προηγούμενη εβδομάδα ότι δεν θεωρεί αξιόπιστο συνομιλητή τον κ. Τσίπρα. Σε αντίθεση με τον κ. Τσακαλώτο.
Εκ του αποτελέσματος: Το Μέγαρο Μαξίμου για μία ακόμη φορά δημιούργησε πολύ φασαρία για το τίποτε. Εμφανίστηκε να ζητεί τα πάντα και έμεινε με την μοναδική εναλλακτική: το σχέδιο του Σόιμπλε, με κάποιες φραστικές φιοριτούρες. Σύρθηκε έτσι στην γραμμή Τσακαλώτου, τον οποίο μέσω διαρροών κατηγορούσαν εσχάτως διάφοροι ότι έφερε τον Πρωθυπουργό προ τετελεσμένου στα τελευταία Eurogroup.
Με λίγα λόγια, ο Τσακαλώτος ακύρωσε τον Τσίπρα και βρίσκεται ένα βήμα πριν την επίτευξη της βασικής του επιδίωξης: την ανάληψη συλλογικής πολιτικής ευθύνης για ό,τι συμβαίνει και όποια συμφωνία υπογράφει η μονίμως υποχωρούσα κυβέρνηση.
Ακόμη και αν ο Πρωθυπουργός θα επιθυμούσε την αντικατάστασή του, τώρα μοιάζει αδύναμος να προχωρήσει σε αυτήν. Θα μοιάζει σαν να ξεκινά από το μηδέν. Είναι πολύ αργά για κάτι τετοιο και δεν πρέπει να ξεχνά κανείς: υπάρχει και τρίτη αξιολόγηση. Το τι επιθυμεί ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών είναι τώρα μάλλον σημαντικότερο.
Εν κατακλείδι: το νέο εσωκομματικό παιχνίδι στον ΣΥΡΙΖΑ τώρα ξεκινά και ο Τακαλώτος εμφανίζεται ενισχυμένος, έχοντας εγκλωβίσει τον Τσίπρα – στην πραγματικότητα.