Τα 91α Οσκαρ ήταν ανιαρά. Με εξαίρεση τον Σπάικ Λι. Χειμαρρώδης, αντισυμβατικός, «υπερβολικά» υπερήφανος Αφροαμερινός, ο νεοϋορκέζος σκηνοθέτης και σεναριογράφος δεν έδωσε μόνο ρεσιτάλ με τον πολιτικό λόγο του παραλαμβάνοντας το Οσκαρ Διασκευμασμένου Σεναρίου για το «BlackKklansman». Ηταν και το πρόσωπο των παρασκηνίων καθώς εμφανίστηκε έξαλλος με το γεγονός ότι το Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας πήγε στο «Green Book».
Για τον 61χρονο Σπάικ Λι, η ταινία ήταν πολύ γλυκερή και πολύ επίπεδη για να αναδείξει το φυλετικό πρόβλημα στις ΗΠΑ. Μάλιστα όταν η Τζούλια Ρόμπερτς ανακοίνωσε τον νικητή του μεγάλου βραβείου, ο Λι, επίσης υποψήφιος για το Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας μεταξύ άλλων, πετάχτηκε από τη θέση του κουνώντας ενοχλημένος τα χέρια του και έκανε να φύγει –τελικά συγκρατήθηκε και περίμενε τον ευχαριστήριο λόγο του Πίτερ Φαρέλι.
Αλλά μετά την απονομή ήταν έξαλλος: «Είναι σαν κατάρα. Κάθε φορά που κάποιος είναι σοφέρ κάποιου άλλου σε μια ταινία, ξέρω ότι θα χάσω», έλεγε. Ηταν μία σαφής αναφορά στο στο «Ο Σοφέρ της Κυρίας Νταίζη» το οποίο στα Οσκαρ το 1990 είχε κερδίσει το βραβείο σεναριου όταν εκείνος ήταν υποψήφιος με το πρωτοποριακό «Κάνε το Σωστό».
Το «Πράσινο βιβλίο» είναι μια ταινία με φόντο τον αγώνα για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Κατά πολλούς όμως δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αναπαράγει τα φυλετικά κλισέ που υπάρχουν στην αμερικανική κουλτούρα για το όλο ζήτημα.
Αυτή ήταν και η βασική ένσταση όχι μόνο του Σπάικ Λι αλλά και πολλών κριτικών. Αναλυτές παρατήρησαν πως μετά τον σάλο που είχε συμβεί με το «Oscars so white» το 2015 και το 2016, όταν ούτε ένας Αφροαμερικανός δεν ήταν υποψήφιος για τα βραβεία ερμηνείας, η Ακαδημία έσπευσε να βραβεύσει εφέτος δύο μαύρους ηθοποιούς (τον Μαχερσάλα Αλί για το «Green Book» και την Ρετζίνα Κινγκ για το «If Beale Street Could Talk»). Ωστόσο με το βραβείο Καλύτερης Ταινίας ακολούθησε την πεπατημένη προτιμώντας μια «feel good αμερικανιά», όπως την χαρακτήρισαν πολλοί κριτικοί.
Ο Σπάικ Λι φυσικά δεν χειροκρότησε, όπως δεν χειροκρότησε και ο Τζόρνταν Πιλ που καθόταν κοντά του…