Ο Φρανσουά Ολαντ έγινε ο δεύτερος πρώην πρόεδρος της Γαλλίας που καλεί τους γάλλους πολίτες να ψηφίσουν τον Εμανουέλ Μακρόν στον β’ γύρο των προεδρικών εκλογών στις 24 Απριλίου.
Είχε προηγηθεί ο κεντροδεξιός Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος ήδη από τις πρώτες ώρες μετά τον α’ γύρο της περασμένης Κυριακής, είχε δηλώσει δημοσίως την υποστήριξή του στον Μακρόν, ζητώντας από τους Γάλλους να τον κρατήσουν στο Ελιζέ.
Ο Ολαντ, ο σοσιαλιστής ηγέτης που διατέλεσε πρόεδρος της Γαλλίας το 2012-17, υπήρξε ο προκάτοχος του Μακρόν στο Μέγαρο των Ηλυσίων και ως έναν βαθμό ήταν ο πολιτικός που ανακάλυψε τον νυν πρόεδρο –για κάποια χρόνια τον είχε υπουργό Οικονομίας, ώσπου ο Μακρόν, το 2016, αποχώρησε από την κυβέρνηση, προκειμένου να δρομολογήσει την προεδρική του υποψηφιότητα.
Ο Ολαντ, ο οποίος, πιστός στο υπό κατάρρευση Σοσιαλιστικό Κόμμα, είχε υποστηρίξει την υποψηφιότητα της Αν Ινταλγκό που καταβαρθρώθηκε με ποσοστό 1,8% και μετά δήλωσε ότι θα ψηφίσει τον Εμανουέλ Μακρόν, περίμενε ως το βράδυ της Πέμπτης για να τοποθετηθεί.
Εμφανίστηκε στο πρώτο κανάλι της γαλλικής τηλεόρασης, το TF1 και κάλεσε τους Γάλλους να ψηφίσουν Μακρόν στον β’ γύρο για «τη συνοχή της Γαλλίας» και «το ευρωπαϊκό της μέλλον».
«Τα θεμελιώδη είναι η Γαλλία και η συνοχή της» καθώς και «το ευρωπαϊκό της μέλλον», δήλωσε ο πρώην πρόεδρος στη συνέντευξή του.
Αναφερόμενος δε στην υποψήφια της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, ο Φρανσουά Ολάντ προειδοποίησε ότι μπορεί «να αμφισβητήσει τις αρχές μας» και «τις αξίες μας».
Με βάση τα τελικά αποτελέσματα του α’ γύρου, η διαφορά Μακρόν – Λεπέν είναι στο 4,7%. Ο πρόεδρος έλαβε το 27,85% των ψήφων και η ηγέτιδα της Ακροδεξιάς το 23,15%. Οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν τον Μακρόν να προηγείται με μια διαφορά πέριξ του 7%, ενώ στοίχημα είναι ποιος θα κερδίσει τους ψηφοφόρους του αριστερού ριζοσπάστη Ζαν Λικ Μελανσόν ο οποίος έλαβε 21,95%.
Η τελευταία δημοσκόπηση, του BVA για τα RTL και ORANGE που πραγματοποιήθηκε στις 13 και 14 Απριλίου, έδειξε ότι ο Εμανουέλ Μακρόν θα είναι ο νικητής του β’ γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών εξασφαλίζοντας το 54% των ψήφων. Η αποχή από την ψηφοφορία αναμένεται να φθάσει το 27%.