Ο πρώην υπουργός Παιδείας, βουλευτής Α’ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης, δεν είδε με καλό μάτι το άνοιγμα των σχολείων (Δημοτικών και Νηπιαγωγείων) και σε δήλωσή του με αφορμή το πρώτο κουδούνι για το 2021, κατηγόρησε το υπουργείο ότι δεν έχει πάρει ακόμα μέτρα για την ουσιαστική προστασία εκπαιδευτικών και μαθητών, αλλά και συνολικά την κυβέρνηση, για πλήρη αποτυχία στη διαχείριση του δεύτερου κύματος της πανδημίας.
Αναλυτικά η δήλωση του κ. Φίλη:
Σήμερα επιστρέφουν στο σχολείο οι μαθητές του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού. Υπό κανονικές συνθήκες, θα ήταν μέρα χαράς και ανακούφισης. Αν δεν είναι, οφείλεται στο ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει στη διαχείριση του δεύτερου κύματος και το αρμόδιο υπουργείο δεν έχει πάρει ακόμα μέτρα για την ουσιαστική προστασία εκπαιδευτικών και μαθητών. Να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Τα παιδιά έχουν παραμείνει μακριά από τις τάξεις τους δυο μακρές περιόδους. Το δεύτερο κλείσιμο ήταν πιο επώδυνο και πολύ φοβάμαι (ισχύει απολύτως το «μακάρι να διαψευσθώ», γονιός κι εγώ) ότι μακροπρόθεσμα μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ανάπτυξη των παιδιών. Ενα τρίτο κλείσιμο, πάντως, θα είναι εξαιρετικά επιβαρυντικό.
Μπορούσε να έχει αποφευχθεί το δεύτερο κλείσιμο; Για να μη μιλάμε με εύκολες υποθέσεις, το πραγματικό ερώτημα είναι άλλο: έγινε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό ώστε τα σχολεία να παραμείνουν ανοιχτά ή αν εν τέλει κλείσουν, να περιοριστεί δραστικά το χρονικό διάστημα; Η απάντηση είναι ένα βροντερό όχι, σε δύο επίπεδα.
Πρώτον, η διαχείριση της πανδημίας πανελλαδικά. Ας δούμε τα στοιχεία: Αν είχε δίκιο η κυβέρνηση και το πλήθος των φιλικών της ΜΜΕ ότι το πρώτο κύμα αντιμετωπίστηκε επιτυχώς, κρίνοντας από το μικρό αριθμό κρουσμάτων και θυμάτων, τότε πώς πρέπει να χαρακτηρίσουμε το δεύτερο κύμα με βάση το ίδιο ακριβώς κριτήριο;
Χωρίς μαζικά τεστ (ο ημερήσιος αριθμός τους στην πραγματικότητα έχει μειωθεί δραστικά), χωρίς έλεγχο στους τουρίστες που αφίχθησαν (180 μοίρες στροφή μέσα σε δυο μέρες…), με φιέστες στη Σαντορίνη, με διακοπή των ημερήσιων ενημερώσεων και γλώσσα που καθησύχαζε, με… «σεβασμό στους ιεράρχες», με ελλείψεις στο εξαντλημένο νοσηλευτικό προσωπικό, η Ελλάδα γνώρισε ένα από τα πιο βίαια «δεύτερα κύματα» στην Ευρώπη, που εκτόξευσαν τον αριθμό των θυμάτων Covid-19 σε περισσότερα από 506 ανά 1 εκατ. κατοίκους (ήταν μόλις 38/εκατ. κατοίκους την 1η Οκτωβρίου 2020). Αν μάλιστα εξετάσει κανείς μόνο το δεύτερο κύμα, η «επίδοση» της χώρας μας συγκαταλέγεται στις χειρότερες στην Ευρώπη.
Με τέτοια δριμύτητα του 2ου κύματος, σε συνδυασμό με την απουσία οποιασδήποτε προετοιμασίας στα σχολεία, το δεύτερο κλείσιμο ήρθε πολύ νωρίς. Σε οποιοδήποτε μέτρο πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ ή πολλοί ειδικοί επιστήμονες, η κυβέρνηση απαντούσε «δεν χρειάζεται». Έτσι, ενώ το ένα πρωί τα σχολεία άνοιγαν με υπερφίαλες κορόνες για «απόλυτη ασφάλεια», επειδή υπήρχαν… απολυμαντικά, παγουρίνα και οι μαθητές αποτελούσαν φουσκάλες, το επόμενο απόγευμα έκλειναν «προληπτικά» αλλά… σε βάθος διμήνου. Αραίωση στις τάξεις, τακτικά τεστ στους εκπαιδευτικούς και στους ευπαθείς μαθητές, εναλλαγές και μείωση ωραρίου, τίποτα απολύτως δεν έπραξε το υπουργείο, καταφεύγοντας σε οριζόντια μέτρα που έπλητταν ακόμα και τους μαθητές περιοχών χωρίς κρούσματα.
Δοκιμάστηκε εξάλλου η υπευθυνότητα της κυβέρνησης στα Ειδικά Σχολεία, που όπως γνωρίζουν γονείς και εκπαιδευτικοί εξακολούθησαν να λειτουργούν χωρίς κανένα απολύτως επιπλέον μέτρο προστασίας.
Σήμερα λοιπόν τα σχολεία ανοίγουν, αλλά ανοίγουν χωρίς καμία βεβαιότητα για το πόσο θα λειτουργήσουν και ποιες επιπτώσεις θα έχει η λειτουργία τους. Οι κυβερνητικές ευθύνες είναι τεράστιες. Ας μείνουμε αισιόδοξοι και ας ευχηθούμε σε όλους καλή νέα χρονιά.