Πεντέμιση μήνες απέχουν από την ημέρα που οι Αμερικανοί θα πάνε στις κάλπες, εφόσον ο κορονοϊός το επιτρέψει, για να ψηφίσουν τον πρόεδρο που θα έχουν ως τον Ιανουάριο του 2025. Θα είναι πάλι ο Ντόναλντ Τραμπ; Ή μήπως ο Τζο Μπάιντεν, αντιπρόεδρος για μια οκταετία (2009-2017;). Μια δημοσκόπηση του Quinnipiac University που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τετάρτη θέλει τον υποψήφιο των Δημοκρατικών να διατηρεί ευρύ προβάδισμα 11 εκατοστιαίων μονάδων έναντι του Ρεπουμπλικάνου στην κούρσα ενόψει των εκλογών της 3ης Νοεμβρίου.
Ο Μπάιντεν συγκεντρώνει το 50% των προθέσεων ψήφου στο σύνολο του δείγματος, έναντι 39% του Τραμπ. Η διαφορά τους ήταν λίγο μικρότερη (49-41%) στη δημοσκόπηση του Απριλίου, πάντως η καταγραφόμενη άνοδος του ποσοστού του Δημοκρατικού πολιτικού είναι εντός του περιθωρίου στατιστικού σφάλματος.
Βέβαια, όπως απέδειξαν οι εκλογές του 2016, οι δημοσκοπήσεις δεν έχουν πολύ μεγάλη σημασία –το βασικό είναι ένας υποψήφιος να κερδίσει συγκεκριμένες πολιτείες (swing states), ακόμα και συγκεκριμένες κομητείες που κρίνουν το αποτέλεσμα στο Οχάιο ή στην Πενσιλβάνια, για να εκλεγεί στον Λευκό Οίκο. Η Χίλαρι Κλίντον ψηφίστηκε από σχεδόν τρία εκατ. περισσότερους Αμερικανούς, αλλά ηττήθηκε καθαρά από τον Τραμπ.
Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό το προβάδισμα του Μπάιντεν δείχνει ότι υπάρχουν ελπίδες να φύγει ο Τραμπ από τον Λευκό Οίκο και ενθαρρύνει τους δωρητές της εκστρατείας –κάτι πολύ σημαντικό καθώς η διαφήμιση παίζει καθοριστικό ρόλο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όπως ανακοινώθηκε ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ και το Δημοκρατικό Κόμμα συγκέντρωσαν τον Απρίλιο περί τα 60 εκατ. δολάρια για την προεκλογική εκστρατεία, σχεδόν όσα και ο Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (61,7 εκατ. ευρώ). Και πάλι βέβαια ο Μπάιντεν υπολείπεται κατά πολύ σε οικονομικούς πόρους για την εκλογή του σε σχέση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Μεταξύ των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, το 88% εξ όσων δήλωσαν ψηφοφόροι των Δημοκρατικών λέει ότι θα ψηφίσει τον Μπάιντεν και το 5% τον Τραμπ· το 87% εξ όσων δήλωσαν ψηφοφόροι των Ρεπουμπλικάνων λέει ότι θα ψηφίσει τον Τραμπ και το 8% τον Μπάιντεν· ενώ στις τάξεις όσων δήλωσαν ανεξάρτητοι, το 47% είπε ότι θα ψηφίσει τον Μπάιντεν και το 36% τον Τραμπ.
«Τι μας λέει το προβάδισμα 11 μονάδων του Μπάιντεν; Στην καλύτερη περίπτωση για την ομάδα του Τραμπ, ότι η εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων στον πρόεδρο Τραμπ έχει κλονιστεί. Στη χειρότερη περίπτωση για αυτή, καθώς τα κρούσματα μόλυνσης από τον κορονοϊό αυξάνονται, ότι η κρίση του Τραμπ τίθεται υπό αμφισβήτηση — ενώ ο Νοέμβριος προβάλλει στον ορίζοντα», σχολίασε ο Τιμ Μαλόι, αναλυτής δημοσκοπήσεων του πανεπιστημίου Κουίνιπιακ.
Το ποσοστό των ψηφοφόρων που αποτιμούν θετικά το έργο του Τραμπ υποχωρεί εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού, σύμφωνα με την έρευνα.
Το 42% των ψηφοφόρων εγκρίνει το έργο του, ενώ το 53% το αποδοκιμάζει. Τον περασμένο μήνα, το έργο του Τραμπ ενέκρινε το 45% και αποδοκίμαζε το 51% — επρόκειτο για το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής που έχει καταγράψει ποτέ το πανεπιστήμιο για τον Ρεπουμπλικάνο.
Όσον αφορά τον τρόπο που αντιμετωπίζει ο Τραμπ την κρίση δημόσιας υγείας στις ΗΠΑ, το 41% του δείγματος τον επιδοκιμάζει, ενώ αντίθετα το 56% τον αποδοκιμάζει. Το ποσοστό των ψηφοφόρων που έλεγαν ότι εγκρίνουν τη διαχείριση της κρίσης από πλευράς του ενοίκου του Λευκού Οίκου βρισκόταν στο 46% τον Απρίλιο ενώ αντίθετα το 51% τον αποδοκίμαζε.
Το 50% εγκρίνει το πώς χειρίζεται ο Ντόναλντ Τραμπ την αμερικανική οικονομία ενώ το 47% αποδοκιμάζει την πολιτική του. Τα ποσοστά αυτά ήταν 51% και 44% αντίστοιχα τον Απρίλιο.
Η έρευνα του φημισμένου πανεπιστημίου του Κονέκτικατ έγινε σε δείγμα 1.323 εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, με τη μέθοδο των τηλεφωνικών συνεντεύξεων, από τη 14η ως τη 18η Μαΐου. Το περιθώριο στατιστικού σφάλματος της δημοσκόπησης αυτής είναι ±2,7%.