Ενα από τα κεντρικά χαρακτηριστικά της οικονομικής ζωής, οι συμβάσεις, είναι στο επίκεντρο της έρευνας του Ολιβερ Χαρτ και του Μπενγκτ Χόλμστρεμ οι οποίοι βραβεύτηκαν με το Νομπέλ Οικονομίας, όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα η Σουηδική Ακαδημία Επιστημών.
Οι δύο ερευνητές συνεισέφεραν στη μελέτη και τη θεωρία των συμβάσεων, στην έρευνα του ρόλου τους στην οικονομική δραστηριότητα αλλά και στο σχεδιασμό καλύτερων συμβάσεων.
Ο Χαρτ, 68 ετών, είναι Βρετανός και έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ενώ ο 67χρονος Χόλμστρεμ από τη Φινλανδία έχει διδάξει στο MIT. Δύο εμιγκρέδες της οικονομικής επιστήμης στην καρδιά του καπιταλισμού, δηλαδή.
Αν και συνήθως σκεφτόμαστε τη σύμβαση σαν ένα έγγραφο με συγκεκριμένες δεσμεύσεις, όπως για παράδειγμα το συμβόλαιο για την ενοικίαση μιας κατοικίας, στην οικονομική δραστηριότητα και την κοινωνία οι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν πλήθος συμβολαϊικών σχέσεων. Ανάμεσά τους αυτές μεταξύ των μετόχων και της ηγεσίας μίας εταιρείας ή ακόμη ανάμεσα σε μια δημόσια αρχή και στους προμηθευτές της.
Οπως σημειώνει η επιτροπή, οι βραβευμένοι έχουν αναπτύξει την θεωρία για την ανάλυση των συμβάσεων και ζητημάτων όπως η σύνδεση της αμοιβής των υψηλόβαθμων στελεχών με την απόδοση στην εργασία.
Εχουν προχωρήσει και σε ευρύτερης σημασίας ζητήματα, όπως το αν μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται από ιδιώτες ή το δημόσιο. Το έργο τους αναγνωρίζεται για το ότι έχει δώσει νέα εργαλεία μελέτης με χρήση στις οικονομικές και στις πολιτικές επιστήμες.
Πώς πρέπει, για παράδειγμα, να σχεδιάσουν οι μέτοχοι τη βέλτιστη σύμβαση για τους επικεφαλής μιας εταιρείας όταν ακριβώς δεν έχουν πλήρη γνώση για τις πράξεις των επικεφαλής; Πώς μπορεί να ενσωματωθεί σε αυτή τη σύμβαση η πρόβλεψη για την προαγωγή των υπαλλήλων; Ή πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τους «τζαμπατζήδες» (free-riders) οι οποίοι εκμεταλλεύονται τις προσπάθειες των άλλων σε μια ομάδα;
Σε αυτά τα διλήμματα απάντησε με το έργο του τη δεκαετία του ‘70 ο Χόλμστρεμ εξηγώντας ότι θα πρέπει να υπάρξει μία ισορροπία ανάμεσα στα ρίσκα και τα κίνητρα για να ωφεληθούν στο μεγαλύτερο βαθμό και οι δύο πλευρές.
Ο Χαρτ, από την πλευρά του, τη δεκαετία του ‘80 επικεντρώθηκε στις ατελείς συμβάσεις. Καθώς είναι αδύνατο μια σύμβαση να προβλέπει εκ των προτέρων κάθε περιστατικό που μπορεί να λάβει χώρα, το έργο του αμερικανού οικονομολόγου ακριβώς απαντά σε ερωτήματα όπως το ποιος έχει τον τελικό λόγο ώστε να παίρνει αποφάσεις.
Κεντρική ιδέα στο έργο και των δύο είναι να βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα σε ανάγκες, απαιτήσεις, κίνητρα και ρίσκα για τους ανθρώπους ή τις εταιρείες που συμφωνούν σε μια σύμβαση.