Σε νέες καταγγελίες για υποκλοπές τηλεφωνικών επικοινωνιών σε βάρος του κόμματος προχώρησε το ΚΚΕ με ανοιχτή επιστολή του, σημειώνοντας ότι το φαινόμενο αυτό έχει γίνει πλέον ενδημικό και τονίζοντας πως το κόμμα έχει γνώση «για τη λειτουργία και δράση διάφορων μηχανισμών και υπηρεσιών που οργανώνουν και κουκουλώνουν τέτοιου είδους ενέργειες».
Το ΚΚΕ κατηγόρησε επίσης την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών για συγκάλυψη των φαινομένων αυτών. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Περισσός καταγγέλλει τέτοιες σκοτεινές πρακτικές. Τον Δεκέμβριο του 2016, επί ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, το ΚΚΕ είχε καταγγείλει «περίεργες συνακροάσεις» στο τηλεφωνικό κέντρο των κεντρικών γραφείων του κόμματος, με συνέπεια ο Αρειος Πάγος να διατάξει έρευνα (εδώ).
Σαράντα μήνες μετά, το ΚΚΕ επανήλθε με νέες καταγγελίες.
Συγκεκριμένα σε επιστολή που κοινοποίησε το γραφείο Τύπου, ο Περισσός ανέφερε:
«Κάνουμε γνωστό ότι στις 18 και 20 Ιούνη έγιναν και πάλι οι γνωστές “συνακροάσεις”-υποκλοπές στα γραφεία της ΚΕ του ΚΚΕ. Έχει γίνει πλέον ενδημικό αυτό το φαινόμενο των υποκλοπών», αναφέρεται σε ανοιχτή επιστολή-καταγγελία του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ.
«Πλησιάζουν 4 χρόνια από την πρώτη δημόσια ανακοίνωση-καταγγελία του Κόμματός μας για υποκλοπές στο τηλεφωνικό κέντρο της έδρας της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό, και ενώ μεσολάβησαν δύο ακόμα κρούσματα το 2017 και το 2019, οι συναρμόδιες Αρχές (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, Κρατική Ασφάλεια, Εισαγγελία) καλύπτουν τους υπεύθυνους των υποκλοπών. Η υπόθεση εκκρεμεί ακόμα στα δικαστήρια, τη στιγμή που τα στοιχεία βοούν ότι υπάρχει σοβαρή παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών» σημειώνεται στην επιστολή-καταγγελία.
«Ακριβώς για αυτά τα ζητήματα λειτουργεί στη χώρα μας ανεξάρτητη Αρχή σύμφωνα με το Σύνταγμα, η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), που διαθέτει απεριόριστες αρμοδιότητες για την άσκηση του έργου της, μέχρι και ελέγχου της ΕΥΠ, και με τη σύγχρονη υψηλή τεχνολογία στα χέρια της. Όμως, αποδεικνύεται ότι αυτή δεν είναι «Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών», αλλά «Αρχή Διατήρησης της Ανασφάλειας των Επικοινωνιών»! Όλα αυτά τα χρόνια η ΑΔΑΕ κρατάει μια τόσο σοβαρή υπόθεση στο σκοτάδι. Έτσι, ενώ δέχεται ότι έχουν γίνει τηλεφωνικές παρεμβάσεις από 14 χώρες της Ευρώπης και τις ΗΠΑ, μάλιστα 2 από το Ηνωμένο Βασίλειο που ευκολότερα μπορεί να βρεθούν οι καλούντες, δεν προχωράει στην αποκάλυψη αυτών που τις οργανώνουν» προστίθεται.
Επίσης, το ΚΚΕ τονίζει πως «από τη μία μεριά το κράτος προπαγανδίζει τη διαφάνεια και τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών, από την άλλη κουκουλώνει τις υποκλοπές που γίνονται. Είναι καθαρό ότι το απόρρητο των επικοινωνιών στη χώρα μας δεν διασφαλίζεται».
«Το ΚΚΕ έχει γνώση για τη λειτουργία και δράση διάφορων μηχανισμών και υπηρεσιών που οργανώνουν και κουκουλώνουν τέτοιου είδους ενέργειες. Έχουν βαριές ευθύνες στη συγκάλυψη οι κυβερνήσεις, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ, που επί διακυβέρνησής του έγιναν όλες οι καταγγελίες για υποκλοπές σε βάρος του ΚΚΕ, όσο και της ΝΔ, που συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση. Έχει φτάσει σε τέτοιο ξεδιάντροπο σημείο το κουκούλωμα, που το υπουργείο Δικαιοσύνης δήλωσε ότι δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις γιατί δεν έχει τον αριθμό της δικογραφίας! Πρόκειται για μεγάλο ψέμα. Τους αριθμούς τούς έχει. Άλλωστε, για μια ακόμη φορά τους κάνουμε και εμείς γνωστούς σήμερα: Είναι οι Α/2016/2650 και Α/2019/141. Είναι υπόθεση του ελληνικού λαού να προασπίσει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του, που καθημερινά καταπατούνται», καταλήγει η ανοιχτή επιστολή-καταγγελία του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ.
Εξάλλου με τροπολογία του που κατέθεσε στη Βουλή σε νομοσχέδιο του υπ. Δικαιοσύνης το ΚΚΕ ζητά τα μηνύματα που σχετίζονται με την προστασία της δημόσιας υγείας, ειδικά με την αντιμετώπιση μιας πανδημίας, να μεταδίδονται και να καταχωρούνται σε όλα τα ΜΜΕ (ραδιοτηλεοπτικά, ηλεκτρονικά και έντυπα) εντελώς δωρεάν και όχι με όρους διαφημιστικής καμπάνιας.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, ότι για την προβολή των υπουργείων, των φορέων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα και των πρώην ΔΕΚΟ (που αναφέρονται ως “Αναθέτουσες Αρχές”), χρειάζεται να υπάρξει δαπάνη προς τα ΜΜΕ για την διαφήμιση, αυτή θα πρέπει να γίνεται με όρους πλήρους διαφάνειας και με αντικειμενικά κριτήρια, χωρίς απαράδεκτους αποκλεισμούς και χωρίς επιδότηση ανύπαρκτων μέσων, γιατί αλλιώς η υπόθεση παραπέμπει σε συναλλαγή.