Νέος κύκλος δικαστικής διαμάχης ξεκίνησε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τις 7 νέες δημοπρατούμενες τηλεοπτικές άδειες εθνικής εμβέλειας.
Οι νέες προσφυγές που κατατέθηκαν αφορούν τόσο τον αριθμό των αδειών (θα δοθούν 7 άδειες συνολικά), όσο και την τιμή εκκίνησης που καθορίστηκε για την κάθε μια άδεια στα 35 εκατ. ευρώ.
Κατ’ αρχάς, στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο προσέφυγαν η Ενωση Ιδιοκτητών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ) και οι τηλεοπτικοί σταθμοί Σκάι και Σταρ (Star Channel).
Ολοι οι προσφεύγοντες ζητούν να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικές, αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και την Ελληνική και Ευρωπαϊκή νομοθεσία οι εξής δύο αποφάσεις του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής: 1) η υπ΄ αρθμ. 1830/7.7.2017 για τον καθορισμό του αριθμού των δημοπρατούμενων αδειών παρόχων επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευροεκπομπής ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού προγράμματος και 2) η υπ΄ αριθμ. 2178/28.7.2017 για τον καθορισμό της τιμής εκκίνησης για κάθε μια από τις 7 δημοπρατούμενες άδειες.
Υποστηρίζουν ότι οι επίμαχες υπουργικές αποφάσεις είναι αντίθετες στις αρχές του ανταγωνισμού και της ανοικτής εσωτερικής αγοράς, γιατί περιορίζεται υπέρμετρα ο ανταγωνισμός και η εσωτερική αγορά. Ετσι, θεωρούν ότι είναι υπερβολική η τιμή εκκίνησης και δεν ανταποκρίνεται στα σύγχρονα οικονομικά μεγέθη της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς από τα οποία εξαρτάται ο καθορισμός της τιμής εκκίνησης.
Η υπερβολικά μεγάλη τιμή εκκίνησης των αδειών μειώνει το ενδιαφέρον προσέλευσης και αδειοδότησης των υποψηφίων, παραβιάζοντας ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτό την αρχή της ελεύθερης έκφρασης, τις συνταγματικές αρχές του πλουραρισμού και της πολυφωνίας.
Την ίδια στιγμή παραβιάζονται οι σχετικές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με τους ίδιους.
Σε άλλο σημείο αναφέρουν ότι η διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησης διενεργείται αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια χωρίς άλλα κριτήρια, κατά παράβαση των συνταγματικών επιταγών του άρθρου 14 και της Ευρωπαϊκής οδηγίας 2002/21/ΕΚ, ενώ η τιμή εκκίνησης δεν δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Τέλος, επικαλούνται τόσο μελέτη του πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας, όσο και άλλη ιδιωτική μελέτη, σύμφωνα με τις οποίες δυσχεραίνεται υπέρμετρα το καθεστώς δανειοδότησης των μελών της ΕΙΤΗΣΕΕ.