Ευθύνες στις αρμόδιες αρχές, την Εισαγγελία και τις κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου, για την υπόθεση κακοποίησης και δολοφονίας του επτάχρονου στην Κυψέλη, καταλόγισε σε ραδιοφωνική της συνέντευξη η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδια για θέματα Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δόμνα Μιχαηλίδου, αναγνωρίζοντας πάντως ότι υπάρχουν κενά και αδυναμίες στο θέμα της παιδικής προστασίας.
Μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8, η κυρία Μιχαηλίδου σημείωσε ότι από τη στιγμή που οι αρμόδιες αρχές γνώριζαν ότι υπήρχε κακοποιητική συμπεριφορά εις βάρος τού ενός παιδιού και, άρα, υπήρχε υποψία ότι αυτή η κακοποιητική συμπεριφορά θα υπάρχει και εις βάρος του άλλου παιδιού, όφειλαν να ψάξουν πού είναι το άλλο παιδί και να το μεταφέρουν μακριά από τη βιολογική του οικογένεια.
«Η παιδική προστασία στη χώρα μας είναι ένας χώρος που έχει κενά και προβλήματα. Εχει όμως και πολύ καθαρές ευθύνες και σε αυτό έχουμε όλοι τον ρόλο μας. Η κεντρική Πολιτεία είναι αυτή που ρυθμίζει και οργανώνει, η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι αυτή που βρίσκεται δίπλα στον πολίτη, είτε οι κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων οι οποίες είναι πάνω από τον πολίτη είτε ο κοινωνικός σύμβουλος των περιφερειών, οι οποίες είναι πάνω από δομές.
Καθήκον της Εισαγγελίας και των κοινωνικών υπηρεσιών του δήμου ήταν να αναζητήσουν τι γινόταν και με το άλλο παιδί
»Οι πολίτες έχουμε όλοι τις ευθύνες μας ώστε να μεταφέρουμε την πληροφορία εκεί που χρειάζεται, υπενθυμίζω τη γραμμή παιδικής προστασίας 1107, η οποία είναι ανοιχτή όλο το 24ωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα, έτσι ώστε να μπορούμε όλοι μας να πάρουμε και συμβουλευτική για το τι κάνουμε σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά και να τις καταγγείλουμε, ώστε να πάει η πληροφορία στις αρμόδιες αρχές», τόνισε η υφυπουργός που ξεκαθάρισε:
«Στην περίπτωση του 7χρονου παιδιού, από τη στιγμή που υπήρχε η εισαγγελική απόφαση που μετέφερε το παιδί, την αδελφή του, από τη βιολογική της οικογένεια σε έναν φορέα παιδικής προστασίας και μετά σε μια ανάδοχη οικογένεια, αυτό που περιμέναμε, τόσο από την εισαγγελία όσο και από τις κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου, είναι να γίνει το ίδιο ή να ψάξουν το τι θα γίνει για τον αδελφό του κοριτσιού».
Καθήκον και της εισαγγελίας και των κοινωνικών υπηρεσιών του δήμου –υπογράμμισε– ήταν να αναζητήσουν τι γινόταν και με το άλλο παιδί. «Το τι έγινε, το κατά πόσο η δικαιολογία των γονιών ότι το παιδί βρισκόταν στην Πολωνία είναι κάτι που έψαξαν οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου και δεν κατάφεραν να βρουν οποιοδήποτε τεκμήριο ότι πράγματι ήταν έτσι, είναι κάτι που δεν το γνωρίζω».
«Υπάρχουν κενά στην παιδική προστασία, είμαι η πρώτη που θα το πει, είμαι από τους λίγους που τα έχουν βρει και από τους λίγους που προσπαθώ μαζί με την ομάδα μου, το υπουργείο και τις υπηρεσίες να τα καλύψουμε αυτά τα κενά. Στο κομμάτι των κοινωνικών υπηρεσιών του δήμου υπάρχει η μεταπαρακολούθηση αλλά και η παρακολούθηση των κακοποιητικών συμπεριφορών των πολιτών. Αυτό είναι ένα κομμάτι στο οποίο ο δήμος μπορεί ή δεν μπορεί να έχει απόλυτη εικόνα. Η Πολιτεία έχει πάρει την απόφαση να είναι αποκεντρωμένος ο έλεγχος και η παρακολούθηση των πλέον ευάλωτων στους δήμους, οι οποίοι είναι πιο κοντά στον πολίτη», θέλησε να επισημάνει η κυρία Μιχαηλίδου.
Το υπουργείο, ανέφερε, δεν μπορεί να έχει σαφή εικόνα για το τι γίνεται σε μια πόλη, καθώς αυτή η ευθύνη εμπίπτει στις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων, που πρέπει να βρίσκονται κοντά στον πιο ευάλωτο, εφόσον έχουν τα εργαλεία, τη χρηματοδότηση από το κεντρικό κράτος. «Οταν υπάρχουν κακοποιητικές συμπεριφορές εις βάρος ενός παιδιού και έχουν τη γνώση ότι υπάρχει και άλλο παιδί στην οικογένεια, είναι υπεύθυνοι να βλέπουν τι γίνεται στο άλλο παιδί, στην περίπτωση που ο εισαγγελέας δεν έχει διατάξει την απομάκρυνση του άλλου παιδιού».
Σε κάθε περίπτωση, τόνισε η υφυπουργός, «είμαστε εδώ για να αναμορφώσουμε το σύστημα, έτσι ώστε να προλάβουμε τέτοιου τύπου περιπτώσεις» και έκανε γνωστό ότι, μόλις τον περασμένο Νοέμβριο, της έλεγαν ότι δεν μπορούν να μπουν μέσα σε ιδρύματα και να μετρήσουν πόσα είναι τα παιδιά. Και «άρα να δούμε αν έχει χαθεί κάποιο, γιατί δεν ήταν μέσα στο καθηκοντολόγιο του κοινωνικού συμβούλου να μετράει τα παιδιά στα ιδρύματα. Δεν ήταν σαφές μέσα στον νόμο μέχρι τον Νοέμβριο. Εμείς το αλλάξαμε, έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να κρύβεται πίσω από τις ευθύνες του», υπογράμμισε.
Ομοίως, ανέφερε ενδεικτικά η Δόμνα Μιχαηλίδου για τα νομοθετικά κενά που κλήθηκε το υπουργείο να διορθώσει, μέχρι τον περασμένο Νοέμβριο μπορούσε να δουλέψει σε βρεφονηπιακό σταθμό ακόμα και άτομο που είχε καταδικαστεί στο παρελθόν για παιδεραστία ή για βιασμό.
Ερωτηθείσα, τέλος, για το θέμα της έμφυλης βίας, η υφυπουργός υπενθύμισε την τηλεφωνική γραμμή 15900 για τη βία κατά των γυναικών, σημείωσε την ύπαρξη 43 συμβουλευτικών κέντρων σε όλη την χώρα για ψυχοκοινωνική βοήθεια σε θύματα έμφυλης βίας. Παράλληλα, συμπλήρωσε, υπάρχουν οι ξενώνες φιλοξενίας σε όλη την Ελλάδα που διαθέτουν χώρο, αλλά και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για τις γυναίκες που διαμένουν σε αυτές τις δομές, όπως και διασφάλιση της εργασίας αυτών των γυναικών μέσω προγραμμάτων του ΟΑΕΔ, όπως έγινε και για τους αστέγους.
Η απάντηση της Εισαγγελίας
Προς απάντηση όσων είπε η υφυπουργός για την περίπτωση του 7χρονου στην Κυφέλη , η Εισαγγελία Πρωτοδικών αναφέρει τα ακόλουθα:
«Σχετικά με τη δημόσια κριτική Υπουργού της Κυβέρνησης σε βάρος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών περί της ύπαρξης ευθυνών της για τη μη έγκαιρη απομάκρυνση από το περιβάλλον που διαβιούσε του φονευθέντος 7χρονου αγοριού στην Κυψέλη καθιστούμε γνωστά τα εξής :
1] Η Εισαγγελία Ανηλίκων Αθηνών έπραξε στο έπακρον το καθήκον της, έγκαιρα και αποτελεσματικά, όταν το έτος 2018 υπήρξε καταγγελία κακοποίησης της αδελφής του άτυχου παιδιού, η οποία με άμεσες ενέργειες της Υπηρεσίας μας [κοινωνική έρευνα, αφαίρεση επιμέλειας από τη μητέρα της κλπ] απομακρύνθηκε από το περιβάλλον που ζούσε και ακολούθησε η διαδικασία ένταξης και φιλοξενίας της σε κατάλληλη δομή προς τούτο.
2] Καμία αναφορά – καταγγελία για το άτυχο αγόρι [από αστυνομική, προνοιακή ή άλλη Αρχή, φορέα ή ιδιώτη] δεν υπήρχε κατά τον ως άνω χρόνο που επιλήφθηκε της συγκεκριμένης υπόθεσης η Υπηρεσία μας, καθόσον το παιδί είχε ήδη φονευθεί νωρίτερα και εφέρετο να διαμένει με τον πατέρα του στην Πολωνία.
3] Μετά ταύτα η άσκηση δημόσιας κριτικής στο έργο της Δικαιοσύνης, ως διακριτής λειτουργία της Πολιτείας – από τους εκπροσώπους των λοιπών εξουσιών αυτής – θα πρέπει να εδράζεται σε ασφαλή πληροφόρηση τους και να μην εκφέρεται με ελλιπή γνώση των πεπραγμένων των εκάστοτε αρμοδίων οργάνων της».