Μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση κατέθεσε ο δημοσιογράφος, Θάνος Δημάδης, σε βάρος του υπουργού Νίκου Παππά, μετά τον αποχαρακτηρισμό εγγράφων που αφορούν την υπόθεση του λεγόμενου Perouka gate, από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Πρόκειται για το θέμα της υποτιθέμενης σύλληψης του δημοσιογράφου μαζί με τον συνάδελφό του Δημήτρη Σουλτογιάννη, αμφότεροι τότε ανταποκριτές του Alpha και του Star αντίστοιχα- στο ξενοδοχείο «Westin Hotel Grand Central», όπου διέμενε ο Νίκος Παππάς κατά τη διάρκεια επίσημου ταξιξιού στην Νέα Υόρκη, τον Σεπτέμβριο του 2016.
Σύμφωνα με σχετικό τηλεγράφημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 18 Σεπτεμβρίου 2016, το οποίο μάλιστα συνοδευόταν από δήλωση «αποδοκιμασίας» του τότε υπουργού Επικρατείας για τους δύο δημοσιογράφους, οι δυο τους συνελήφθησαν από την αστυνομία της Νέας Υόρκης (NYPD) για πλαστογραφία και ψευδή δήλωση ταυτότητας προς τις αμερικανικές αρχές, αφέθηκαν προσωρινά ελεύθεροι και επρόκειτο να βρεθούν αντιμέτωποι με την άσκηση δίωξης από τις αμερικανικές Αρχές.
«Και τα δύο άτομα έγιναν αντιληπτά να συμπεριφέρονται ύποπτα, καθώς περιφέρονταν σε ένα εστιατόριο ξενοδοχείου. Η ελληνική ομάδα ασφαλείας και οι αστυνομικοί της υπηρεσίας DS πέρασαν από κοινού στον απέναντι δρόμο, σε μια καφετέρια, όπου διαπιστώθηκε ότι και οι δύο άνδρες φορούσαν περούκες. Οι ερευνητές της μονάδας μυστικών υπηρεσιών του τμήματος της Νέας Υόρκης, ενισχύοντας τους αστυνομικούς της DS, έφτασαν επίσης έπειτα από κλήση.
Και τα δύο άτομα ισχυρίστηκαν ότι εργάζονταν σε ελληνικούς τηλεοπτικούς και ειδησεογραφικούς σταθμούς, με ανάθεση να καλύψουν δημοσιογραφικά τους έλληνες υπουργούς στην Νέα Υόρκη. Και οι δύο υποστήριξαν ότι είναι ξένοι ανταποκριτές. Και οι δύο άνδρες ανέφεραν ότι είχαν αγοράσει τις περούκες από ένα κατάστημα ρούχων που εξειδικεύεται στο ρουχισμό για το Χάλογουιν, ώστε να πλησιάσουν πιο κοντά στην ελληνική αποστολή χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, καθώς και οι δύο ήταν γνωστές φυσιογνωμίες στην Ελλάδα. Ο Σουλτογιάννης δήλωσε πως η πρόθεση τους ήταν να «πιάσουν» τον υπουργό Επικρατείας να ψωνίζει στην Νέα Υόρκη, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση οικονομικής κρίσης…», μετέδιδε τότε το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων επικαλούμενη σχετική αναφορά της αστυνομίας της Νέας Υόρκης.
Επιπλέον η ΕΡΤ είχε μεταδώσει ότι οι δύο δημοσιογράφοι είχαν συλληφθεί από το FBI, ενώ άλλα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα είχαν μεταδώσει ότι οι δύο δημοσιογράφοι βρίσκονταν αντιμέτωποι με ποινές φυλάκισης ή ακόμα και απέλαση από τις ΗΠΑ εξαιτίας των διώξεων σε βάρος τους.
Λίγες ημέρες αργότερα το ΑΠΕ-ΜΠΕ υπερασπίστηκε το τηλεγράφημά του περί σύλληψης των δύο επιμένοντας ότι υπήρχε σχετική αστυνομική αναφορά και εμφανίζοντας το NYPD ως πηγή πληροφόρησής του.
Η υπόθεση επανήλθε στο προσκήνιο μετά τον πρόσφατο αποχαρακτηρισμό των απορρήτων εγγράφων της Υπηρεσίας Διπλωματικής Ασφάλειας (DS) του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η οποία διενήργησε τον έλεγχο των στοιχείων των δύο δημοσιογράφων έξω από το ξενοδοχείο κατόπιν αιτήματος της ελληνικής αποστολής. Η εικόνα όμως που προκύπτει μέσα από τα εν λόγω έγγραφα είναι σαφώς διαφορετική με αυτή που επέμενε να παρουσιάζει το κρατικό πρακτορείο και ο κ. Παππάς.
Από τα αποχαρακτηρισθέντα («declassified») έγγραφα που δημοσιεύει κατ’ αποκλειστικότητα η ομογενειακή εφημερίδα ο «Εθνικός Κήρυκας», προκύπτει ότι ο Θάνος Δημάδης και ο συνάδελφός του Δημήτρης Σουλτογιάννης ουδέποτε συνελήφθησαν για πλαστογραφία, ούτε πλαστογράφησαν, ούτε δήλωσαν ψευδή ταυτότητα στις αμερικανικές Αρχές, ούτε ήταν μεταμφιεσμένοι όταν τους ζητήθηκε η εξακρίβωση των στοιχείων τους. Κατά συνέπεια ουδέποτε αφέθηκαν προσωρινά ελεύθεροι, ούτε αντιμετώπισαν τον κίνδυνο διώξεων από τις αμερικανικές αστυνομικές αρχές, ούτε την απειλή φυλάκισης ή απέλασης τους όπως είχαν μεταδώσει πολλά μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα.
Υπό το φως των εν λόγω αποκαλύψεων, ο κ. Δημάδης ανακοίνωσε μέσω ανάρτησής του στο Facebook ότι κατέθεσε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση εναντίον του κ. Παππά.
Όπως υπογραμμίζει, από τα έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προκύπτει ότι ο ο κ. Παππάς και η κυβερνητική αποστολή όχι μόνο γνώριζαν ότι το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος του ΑΠΕ ήταν ψευδές, αλλά το κυριότερο, «απέκρυψαν την αλήθεια για τα πραγματικά γεγονότα όπως τα κατέγραψαν οι Αμερικανοί».
Υπενθυμίζει μάλιστα ότι ο κ. Παππάς με δημόσια δήλωσή του το ίδιο βράδυ επιβεβαίωσε το επίμαχο -και τελικά ψευδές όπως αποδεικνύεται- τηλεγράφημα του ΑΠΕ.
«Αυτά τα fake news γυρίζουν σήμερα μπούμερανγκ στους εμπνευστές και διακινητές τους, τους οποίους οδηγώ στην Δικαιοσύνη χάρη στην συνδρομή των αμερικανικών αρχών για την αποκάλυψη της αλήθειας», τονίζει στην ανάρτησή του ο κ. Δημάδης και καλεί τον υπουργό «να μην κρυφτεί πίσω από τα φουστάνια της πολιτικής του ασυλίας και να ζητήσει αυτοβούλως να αρθεί η ασυλία του».
«Περιμένω και ελπίζω από τα πολιτικά κόμματα του δημοκρατικού τόξου στο Ελληνικό Κοινοβούλιο να σταθούν αντάξια της ευθύνης τους σε ένα θέμα που εγείρει μείζον ζήτημα σε σχέση με το πώς τα κρατικά ΜΜΕ υπηρετούν την κυβέρνηση αλλά όχι την Δημοκρατία ούτε την ενημέρωση στην Ελλάδα», καταλήγει ο δημοσιογράφος.
Στο σχετικό δημοσίευμα του «Εθνικού Κήρυκα» αναφέρεται ότι η εξαρχής η Αστυνομία της Νέας Υόρκης διέψευσε την είδηση περί σύλληψης των δύο δημοσιογράφων, ενώ σε άλλο δημοσίευμά της η εφημερίδα αποκάλυπτε ότι το τηλεγράφημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ για τους δύο δημοσιογράφους «ήταν μία κατά ‘παραγγελία’ δουλειά, γραμμένο από μη επαγγελματία δημοσιογράφο με προφανή στόχο να χρησιμοποιηθεί από την κυβέρνηση ως βάση για επίθεση ενάντια στους καναλάρχες (…)».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με όσα ανέφερε το δημοσίευμα, «το τηλεγράφημα γράφτηκε από υπάλληλο του Γραφείου Τύπου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη. Το περιστατικό αυτό αποκαλύπτει -για μια ακόμα φορά- πώς αντιλαμβάνεται την λειτουργία των ΜΜΕ η κυβέρνηση. Αλλά και την παντελή αδιαφορία της στις συνέπειες που η παραποίηση και μεγιστοποίηση του θέματος θα είχε στους δημοσιογράφους», έγραφε ο «Εθνικός Κήρυκας».