To Facebook ίσως υποχρεωθεί να πουλήσει το Instagram και το WhatsApp, καθώς οι αμερικανικές αρχές μήνυσαν την εταιρεία για παράνομη εξουδετέρωση των ανταγωνιστών της, ώστε να διατηρήσει το μονοπώλιό της.
Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) και μία συμμαχία 48 αμερικανικών πολιτειών και τοπικών κυβερνήσεων, υπέβαλαν ταυτόχρονα δύο μηνύσεις την Τετάρτη, ζητώντας από το δικαστήριο να εμποδίσει μελλοντικές εξαγορές από το Facebook και να το αναγκάσει σε διάσπαση. Οι μόνες αμερικανικές πολιτείες που δεν συμμετέχουν στη μήνυση, είναι οι Αλαμπάμα, Τζόρτζια, Μιζούρι και Νότια Καρολίνα, η πρωτεύουσα Ουάσινγκτον και το Γκουάμ στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Και οι δύο αγωγές εστίασαν στην εξαγορά του Instagram από το Facebook, το 2012, έναντι ενός δισ. δολαρίων και του WhatsApp, το 2014, έναντι 19 δισ. δολαρίων, αλλά και στην «κακομεταχείριση» εταιρειών που ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα της εταιρείας.
Οπως εξηγεί η Telegraph, η FTC περιέγραψε αυτές τις εξαγορές ως «συστηματική στρατηγική για την εξάλειψη των απειλών στο μονοπώλιο του Facebook», αναφερόμενη στην εσωτερική αλληλογραφία του Μαρκ Ζάκερμπεργκ με άλλα στελέχη της εταιρείας, στην οποία παραδεχόταν ότι ο κύριος λόγος που αγόρασε το Instagram ήταν να «εξουδετερώσει έναν ανταγωνιστή».
Ο Ιαν Κόνερ, επικεφαλής του Γραφείου Ανταγωνισμού της FTC είπε χαρακτηριστικά: «Στόχος μας είναι να σταματήσουμε την αντιμονοπωλιακή συμπεριφορά του Facebook και να επαναφέρουμε τον ανταγωνισμό ώστε η καινοτομία και ο ελεύθερος ανταγωνισμός να ανθήσουν ξανά».
Η υπουργός Δικαιοσύνης της πολιτείας της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, δήλωσε: «Εδώ και μία δεκαετία, το Facebook έχει χρησιμοποιήσει την κυριαρχία του για να συντρίψει τους μικρότερους αντιπάλους του και να διαλύσει τον ανταγωνισμό. Αντί να συναγωνίζεται με την αξία του, χρησιμοποίησε τη δύναμή του για να εξαλείψει τους ανταγωνιστές και να εκμεταλλευτεί τους χρήστες του για να βγάλει δισεκατομμύρια, μετατρέποντας τα προσωπικά δεδομένα σε πηγή μετρητών».
Είπε επίσης, ότι η εταιρεία ακολούθησε τη στρατηγική του «αγόρασε ή θάψε», χρησιμοποιώντας την τεράστια πηγή δεδομένων που είχε στη διάθεσή της για να εντοπίσει ικανούς αντιπάλους στο ξεκίνημά τους και να εκμεταλλευθεί την ισχύ της στην αγορά για να σαμποτάρει όποιον δεν μπορούσε να εξαγοράσει.
Τι απαντά το Facebook
Από την πλευρά του, το Facebook δήλωσε έτοιμο να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του, τονίζοντας ότι η προσθήκη των WhatsApp και Instagram ωφέλησε τους καταναλωτές και ότι αν η FTC αφαιρέσει την έγκρισή της για τις εξαγορές, θα στείλει ένα ανησυχητικό μήνυμα σε άλλες εταιρείες.
Οι δύο μηνύσεις είναι οι μεγαλύτερες αντιμονοπωλιακές υποθέσεις εναντίον μίας αμερικανικής εταιρείας τεχνολογίας από το 1998, όταν η αμερικανική κυβέρνηση μήνυσε την Microsoft. Η Google αντιμετωπίζει μία παρόμοια μήνυση από το αμερικανικό υπουραγείο Δικαιοσύνης και 11 πολιτείες.
Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ δήλωσε στους εργαζομένους του ότι η διάσπαση του Facebook αποτελεί «υπαρξιακή» απειλή για την εταιρεία και έχει ρίξει το βάρος στην ενοποίηση του μηχανισμού λειτουργίας των WhatsApp και Instagram με το Messenger, ώστε να είναι πιο δύσκολο για το δικαστήριο να τα διαχωρίσει.
Ο ιδρυτής του Facebook είπε πάντως, ότι έτσι κι αλλιώς είναι σίγουρος ότι θα κερδίσει τις δίκες, τονίζοντας ότι η εταιρεία αντιμετωπίζει έντονο ανταγωνισμό από τις Google, Microsoft, Apple και Amazon, σε τομείς όπως τα μηνύματα, το ηλεκτρονικό εμπόριο, το βίντεο και τα παιχνίδια.
Εκεί που έχει λιγότερο ανταγωνισμό είναι οι διαφημίσεις στα social media, όπου μόνο τελευταία, το TikTok και το Snapchat κατάφεραν να πάρουν ένα μικρό ποσοστό από το μερίδιό του.
Η Τζένιφερ Νιούστεντ, δικηγόρος του Facebook, είπε: «Οι αντιμονοπωλιακοί νόμοι υπάρχουν για να προστατεύουν τους καταναλωτές και να προάγουν την καινοτομία, όχι να τιμωρούν επιτυχημένες επιχειρήσεις. Tο Instagram και το WhatsApp έγιναν τα εκπληκτικά προϊόντα που ξέρουμε σήμερα επειδή το Facebook επένδυσε δισεκατομμύρια και χρόνια καινοτομίας και εξειδίκευσης στην ανάπτυξη νέων χαρακτηριστικών και καλύτερων εμπειριών για τα εκατομμύρια των χρηστών τους. Η FTC έδωσε το πράσινο φως για τις εξαγορές τους πριν από χρόνια. Τώρα η κυβέρνηση θέλει να το πάρει πίσω, στέλνοντας ένα ανησυχητικό μήνυμα στις αμερικανικές επιχειρήσεις ότι καμία εξαγορά δεν είναι οριστική».
Ο Γουίλιαμ Κόβαβιτς, πρώην πρόεδρος της FTC, είπε στο CNN ότι η νομοθεσία δεν απαγορεύει στην επιτροπή να αλλάξει γνώμη αν υπάρχουν νέα στοιχεία.