Σε έξι ώρες μπορείς να διασχίσεις τον Ατλαντικό. Μπορείς άνετα να πετάξεις μέχρι την Μόσχα, να αποβιβαστείς από το αεροπλάνο και να κάνεις και μία βόλτα στην Κόκκινη Πλατεία. Μπορείς να πας με τρένο στη Θεσσαλονίκη ή να ολοκληρώσεις μια ολόκληρη σεζόν της αγαπημένης σου τηλεοπτικής σειράς. Επίσης, σε έξι ώρες, μπορείς να βγάλεις μια μηνιαία ηλεκτρονική κάρτα για το Μετρό της Αθήνας.
Μέγαρο Μουσικής, Δευτέρα 30 Οκτωβρίου, Ωρα: 15.00
Ναι, καλά διαβάσατε, έξι ώρες. Τόσο χρειάστηκε η κυρία Αναστασία, η κυρία Λία και οι νεαροί φοιτητές Χρήστος και Κωνσταντίνα για να βγάλουν τη νέα μηνιαία ηλεκτρονική κάρτα από το Μετρό το πρωί της Δευτέρας. Τους είναι απαραίτητη. Αλλιώς δεν θα μπορούν να πάνε στις δουλειές τους. Και γι’ αυτό έχασαν μια μέρα, που περιμένοντας στην ουρά υπόγεια φάνηκε αιώνας.
Θα είμαι ειλικρινής. Κατεβαίνοντας τις σκάλες στον σταθμό του Μεγάρου Μουσικής, περίμενα να πέσω πάνω σε μια ουρά 10, άντε 15 ατόμων. Σκεφτόμουν ότι οι περισσότεροι δουλεύουν και αποκλείεται κάποιος να κάτσει σε μια ουρά πάνω από μία ώρα για να βγάλει μια κάρτα. Οι αυταπάτες μου τελείωσαν μαζί με τα σκαλιά. Στρίβοντας προς τα εκδοτήρια, έπεσα πάνω σε μία ουρά περίπου 100 ατόμων. Και πάνω από την ουρά σηκωνόταν σαν πυρηνικό μανιτάρι ένα βουητό από αναστεναγμούς, αναθέματα και γέλια.
Θα αναρωτιέστε για τα γέλια. Και εγώ αυτό έκανα στην αρχή. Μετά όμως κατάλαβα ότι ίσως υπάρχει ένα στάδιο που η απογοήτευση, η κούραση και τα νεύρα περνούν σε ένα άλλο στάδιο και επέρχεται η απόλυτη νιρβάνα. Σε αυτό το στάδιο έδειχναν να βρίσκονται οι πρώτοι της ουράς, όσοι δηλαδή είχαν περάσει την μεγαλύτερη αναμονή και πλέον μετρούσαν κεφάλια μπροστά τους. «Πέντε και μετά εμείς, κοντεύουμε, δεν το πιστεύω, θα πάμε σπίτια μας».
Οι περισσότεροι κρατούσαν, εκτός από τα έγγραφα -φωτοτυπία ταυτότητας, ΑΜΚΑ και ό,τι άλλο είχαν σκεφτεί να φέρουν μπας και χρειαστούν- πλαστικά ποτήρια που πριν κάτι ώρες περιείχαν καφέ, μπουκαλάκια νερό, τάμπλετ, κινητά και βιβλία. Αχρωμοι, με ένα απλανές βλέμμα, τέντωναν κάθε λίγο τα πόδια και τα χέρια τους. Μονολογούσαν κοιτάζοντας το ρολόι που υπήρχε μπροστά τους.
«Καλά, πόση ώρα περιμένετε;» πήρα το θάρρος να ρωτήσω μία κυρία που στεκόταν στην ουρά, λίγα μέτρα από το γκισέ.
«Τι ώρα είναι; Τρεις; Ε, από τις 9 το πρωί!» μου απάντησε με απόλυτη φυσικότητα. «Πόσο βγαίνει; Εξι ώρες…».
Η σειρά της κυρίας Αναστασίας δεν είχε φτάσει ακόμα. Περίμενε μιλώντας με την φίλη της, τη Λία. Αρχικά νόμιζα ότι είχαν έρθει μαζί όμως οι δύο κυρίες γνωρίστηκαν στην σειρά του μετρό. «Από τις 9 καθόμαστε παρέα, κρατάμε η μία τη σειρά της άλλης για να πάμε τουαλέτα και να φάμε κάτι. Ετσι γίνεται εδώ».
Προχωρήσαμε μπροστά στην ουρά βλέποντας ότι μόνο μία νεαρή υπάλληλος βρισκόταν πίσω από το γυαλί για να εξυπηρετήσει τον κόσμο. «Υπάρχουν και άλλοι εργαζόμενοι μέσα αλλά προφανώς έχουν μόνο ένα μηχάνημα για αυτή τη δουλειά» μου είπε κάποιος συνωμοτικά.
Πίσω του, ένας άνδρας έδειχνε να φτάνει στα όρια του. «Πέντε ώρες εδώ. Ούτε να κατουρήσουμε δεν έχουμε πάει. Ντροπή». Σε κάποιο άλλο σημείο της ουράς, κάποιοι πιτσιρικάδες γελούσαν χαμηλόφωνα. Ενας από αυτούς, ο Χρήστος, το είχε φιλοσοφήσει. «Οι καυγάδες γίνονται συνήθως στην αρχή της ουράς και στο τέλος. Στην αρχή δεν μπορείς να δεχτείς ότι θα περιμένεις τόση ώρα ενώ στο τέλος νευριάζεις με ο,τιδήποτε γιατί θέλεις να τελειώνεις». Ο Χρήστος ήταν φοιτητής, όπως και η Ηλιάνα που καθόταν δίπλα του. «Εμείς είμαστε 4,5 ώρες εδώ και έχουμε ακόμα…».
Εκείνη την ώρα, η ουρά κουνήθηκε λίγο και εγώ θέλησα να ενθαρρύνω τους δύο νεαρούς. «Αντε, λίγο ακόμα θέλετε». Ο Χρήστος γύρισε και με κοίταξε με ένα απαθές βλέμμα. «Ναι, ξέρω. Ενα μικρό βήμα για τον άνθρωπο, ένα μεγάλο βήμα για την έκδοση εισιτηρίου».
Λίγο πιο πίσω, στη μέση της ουράς, μία γυναίκα ήταν απασχολημένη διαβάζοντας το βιβλίο της. «Πόσες σελίδες έχεις διαβάσει ενώ είσαι στην ουρά;» την ρώτησα. Χαμογέλασε. «Δεν ξέρω. Λογικά όμως θα το τελειώσω μέχρι να φτάσει η σειρά μου. Και πού να δεις τι βιβλίο διαβάζω», μου είπε. Γύρισε και μου έδειξε το εξώφυλλο. «Μίλαν Κούντερα: “Η βραδύτητα”». Σουρεαλισμός.
Οι περισσότεροι που μάθαιναν ότι θα χρειαστούν 5 με 6 ώρες για να πάρουν την μηνιαία κάρτα, παρατούσαν τη θέση τους και έφευγαν με βαριά βήματα και αναθέματα κατά πάντων. Αλλοι, το έβλεπαν με περισσότερη λογική και λιγότερο συναίσθημα. «Αφού καθημερινά, σε όλες τις στάσεις έχει αντίστοιχες ουρές. Θα περιμένουμε, τι να κάνουμε;».
Μου έμοιαζε απίστευτο. Ηταν μεσημέρι Δευτέρας και δεκάδες άνθρωποι άφηναν τις δουλειές τους, εφοδιάζονταν με μπουκάλια νερό, σάντουιτς και άφθονη υπομονή προκειμένου να στηθούν στην ατέλειωτη ουρά. Και μάλιστα γνωρίζοντας ότι θα ξαναβγούν στον δρόμο όταν τα πάντα θα έχουν σκοτεινιάσει. Φορολογούμενοι πολίτες, ηλικιωμένοι, ακόμα και ΑμεΑ που υφίστανται μία πρωτοφανή ταλαιπωρία προκειμένου να αγοράσουν μια κάρτα του Μετρό. Ο Χρήστος Σπίρτζης πάντως τους ζήτησε συγγνώμη. Από την τηλεόραση.
Αν κάποιος βρίσκεται έξω από την ουρά και δεν έχει υποστεί αυτό το μαρτύριο της αναμονής μπορεί να σκεφτεί διάφορα. Ας πούμε, ότι τόσες ώρες περιμένει και κάποιος για να μπει στο Βατικανό. Σε τελευταία ανάλυση, άλλωστε, αν περιμένεις έξι ώρες για μια αναθεματισμένη κάρτα του Μετρό, τη μελαχρινή κυρία στο γκισέ την μπερδεύεις εύκολα με τον Πάπα.