Η ορολογία που χρησιμοποιείται από τους πολιτικούς, από τους επιδημιολόγους και από τα ΜΜΕ για να περιγραφούν οι αποφάσεις και οι ειδήσεις οι οποίες αφορούν την πανδημία του κορονοϊού παίζει μεγάλο ρόλο στην πρόσληψη της κατάστασης ως τέτοιας ή αλλιώτικης, λέει πρόσφατη αμερικανική έρευνα.
Επιβεβαιώνεται έτσι ότι με τις λέξεις και μιλώντας για ένα συγκεκριμένο κάθε φορά θέμα (οποιοδήποτε) μπορείς συγχρόνως να δείξεις και να κρύψεις, να φωτίσεις και να σκοτεινιάσεις, να τραγουδήσεις και να γκαρίξεις, να γελάσεις και να κλάψεις. Και ο ακροατής σου αναλόγως θα αντιληφθεί τι λες.
Υπάρχουν όροι που «πολιτικοποιούν το ζήτημα» και κατά συνέπειαν οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τα δεδομένα «με πολιτικό τρόπο», δηλαδή τοποθετούνται με πολιτική (κομματική, όσον αφορά τις ΗΠΑ της παρούσης συγκυρίας) διάθεση απέναντί του – αυτή είναι η άποψη που εξέφρασε στον ιστότοπο Axios ο αμερικανός σύμβουλος επικοινωνίας και ειδικός στα γκάλοπ Φρανκ Λαντζ.
Λέγοντας κόσμος, ο Λαντζ εννοεί τους Αμερικανούς βέβαια. Και μάλιστα όχι όλους: «Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους Ρεπουμπλικανούς» επισημαίνει για την πολιτική πρόσληψη, και επικαλείται πρόσφατη εργασία του.
Οι Ρεπουμπλικανοί τείνουν να παίρνουν τον κορονοϊό λιγότερο στα σοβαρά, εν μέρει επειδή το λεξιλόγιο που ακούν και αφορά τα λαμβανόμενα μέτρα ασφαλείας το νιώθουν απειλητικό για τα συνταγματικά τους δικαιώματα.
Η έρευνα διαπιστώνει επίσης ότι όταν χρησιμοποιείται απρόσωπη γλώσσα για να μεταδώσει κάποιο μήνυμα για τον ιό, το αποτέλεσμα δεν είναι το ζητούμενο. Ετσι ο Λαντζ συστήνει στην ιατρική και πολιτική ηγεσία μερικές αλλαγές στη διατύπωση των τεχνικών όρων με τους οποίους εισάγονται τα μέτρα, ώστε να «βελτιωθεί η αντίληψη του κοινού».
Δεν λέμε «κλείδωμα», αγγλιστί «lockdown» . Οσοι απάντησαν στην έρευνα είχαν πολύ πιο θετική αντίδραση στον όρο «μένουμε σπίτι». Ε, βέβαια. Το να μιλάμε για κλείδωμα προκαλεί τη μνήμη των ανθρώπων να θυμηθούν φυλακές, λέει ο Λαντζ.
Δεν λέμε «μέτρα ασφαλείας». Τα δεδομένα δείχνουν ότι οι Αμερικανοί έχουν μια πιο θετική αντίδραση όταν οι κανόνες και οι κανονισμοί για την αντιμετώπιση της νόσου COVID-19 ονομάζονται «πρωτόκολλα» και όχι «εντολές», «οδηγίες», «έλεγχοι», κ.λπ.
Δεν λέμε «κορονοϊός». Το πολιτικό και υγειονομικό προσωπικό πρέπει να χρησιμοποιεί τη λέξη «πανδημία» αντί για τη λέξη «κορονοϊός», επειδή αυτή βοηθάει στον εξανθρωπισμό της κατάστασης λέει ο Λαντζ. Οι Αμερικανοί θεωρούν μία «πανδημία» πιο «σημαντική, σοβαρή και τρομακτική» από τη «νόσο COVID-19» ή από τον «κορονοϊό».
Δεν λέμε «ποσοστά νοσηλείας». Η έκφραση αυτή ακούγεται αποστασιοποιημένη και απρόσωπη για το μέσο άτομο, αναλύει ο ερευνητής. Καλύτερα να μιλάμε για τους θανάτους, αφού αυτό το μέγεθος είναι απολύτως κατανοητό παντού στη Γη.
Δεν λέμε «να νικήσουμε τον ιό». Εν προκειμένω η «εξάλειψη» είναι πιο αποτελεσματικό ουσιαστικό. Οι φράσεις «να νικήσουμε» ή να «συντρίψουμε» τον ιό παραπέμπουν σε πολεμικά πεδία, άρα εύκολα πολιτικοποιείται το ζήτημα.
«Μηδέν άγαν» στο ζήτημα των εμβολίων. Σε ό,τι αφορά τον αγώνα ταχύτητας για τη δημιουργία του εμβολίου, ο Λαντζ λέει ότι η ρητορική «έμφαση στην ταχύτητα ανάπτυξης των εμβολίων προγκάει το κοινό», επειδή οι άνθρωποι «αναζητούν κάτι ασφαλές, σίγουρο και αποτελεσματικό». Ετσι, με την πολλή φούρια, «υπονομεύεται η εμπιστοσύνη του κοινού στο εμβόλιο».
«Μηδέν άγαν» και στην επιστήμη. Το να λέμε ότι οι πολιτικές για την καταπολέμηση της πανδημίας είναι «βασισμένες σε δεδομένα -facts» είναι αποτελεσματικότερο από το να λέμε ότι βασίζονται «στην επιστήμη» αποφαίνεται ο Λαντζ.